ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ, ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Η άνοδος των επιτοκίων, του πληθωρισμού, οι πιέσεις στα εξωτερικά ισοζύγια πληρωμών και η μείωση των ρυθμών μεγέθυνσης κάνουν περισσότερη πιθανή την γενικότερη τάση υποβάθμισης του αξιόχρεου των χωρών. Μέσα, λοιπόν, στην οικονομική αναταραχή και αβεβαιότητα που διερχόμαστε, το να παίρνεις διεθνή θετικά σχόλια για την κατάσταση της οικονομίας είναι θετική έκπληξη.
Είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις της Λατινικής Αμερικής και της κατάστασης του οικιστικού τομέα παγκοσμίως και στην Κίνα, όπου, παρά την τελευταία βελτίωση του παγκόσμιου κλίματος, οι προβλέψεις παραμένουν επιφυλακτικές. Η πιθανότητα να αναπτυχθούν πιέσεις που θα προσομοιάζουν με την κρίση του 2008 δεν έχει αποκλειστεί, αφού και η δανειακή επιβάρυνση του ιδιωτικού τομέα διογκώνεται και οι τιμές των ακινήτων δέχονται μειωτικές πιέσεις. Παρόμοιο κλίμα υπάρχει και για τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, καθώς η χειροτέρευση, σε σχέση με το 2022, των μακροοικονομικών αυξάνει τον κίνδυνο πτώχευσης και επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών.
Εδώ βρίσκεται και το σημαντικό σημείο της τελευταίας αναβάθμισης του αξιόχρεου της Ελλάδας από τον Fitch. Είναι η συγκριτική θετική αξιολόγηση που έχει σημασία και βεβαίως το γεγονός ότι η οικονομία συνεχίζει τη σταθερή θετική της πορεία της, παρ’ όλες τις αντιξοότητες που μας έτυχαν (COVID, Ουκρανικό ενεργειακό).
Βεβαίως, τελευταία παρατηρούνται δύο εκ πρώτης όψεως αντίθετα φαινόμενα: Αφενός, βελτιώνεται το παγκόσμιο οικονομικό κλίμα (σε σχέση με τις προ ενός μηνός εκτιμήσεις) και, από την άλλη, αυξάνεται διεθνώς η αβεβαιότητα οικονομικής πολιτικής. Το τελευταίο δεν θα πρέπει να αποδίδεται στην μάλλον προδιαγεγραμμένη (αλλά, πάντως, μετριοπαθή) άνοδο των επιτοκίων, ούτε στη σχετική άνοδο των τιμών πετρελαίου, αφού τα νέα της ανάκαμψης το πιέζουν αυξητικά. Μάλλον θα πρέπει να αποδοθεί στην επερχόμενη πολεμική άνοιξη στην Ουκρανία, όπου οι δύο αντίπαλοι ετοιμάζονται για έναν νέο γύρο που δεν γνωρίζουμε την εξέλιξή του. Εξάλλου, γεωστρατηγικά η Μέση Ανατολή βρίσκεται και πάλι σε αναταραχή.
Αντιθέτως, ο δείκτης αβεβαιότητας (τον υπολογίζουμε κάθε μήνα) στην Ελλάδα έχει πάρει για τα καλά την κατιούσα, παρά τη διεθνή αντίθετη πορεία του. Και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι αυτό συμβαίνει ενώ οδεύουμε προς βουλευτικές εκλογές με αρκετή πολιτική (και όχι οικονομική, πάντως) τοξικότητα. Έτσι ο πολιτικός κίνδυνος στην Ελλάδα, βοηθούμενος και από τις δημοσκοπήσεις, παραμένει μέτριος. Βεβαίως, ο πολιτικός κίνδυνος στην Ελλάδα ενδεχομένως θα ενισχυθεί εάν ο πληθωρισμός παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και η οικονομική πολιτική δεν μπορέσει να βρει ικανοποιητικές απαντήσεις για την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος ή εάν αυξηθούν οι γεωστρατηγικές εντάσεις με την Τουρκία.
Στους κινδύνους που χαρακτηρίζουν την ελληνική οικονομική πραγματικότητα θα πρέπει να συμπεριλάβουμε ότι το παραγόμενο ελληνικό προϊόν και το διαθέσιμο ιδιωτικό εισόδημα δεν μπόρεσαν να ανακάμψουν ουσιαστικά από εκεί που κατέβηκαν με το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο και τα λάθη του 2015 (τρίτο μνημόνιο) επιμήκυναν την αρνητική εξέλιξη, ενώ η COVID και η ενεργειακή κρίση δεν επέτρεψαν να ανακάμψουν. Συγχρόνως, όμως, αυτά τα μείζονα αρνητικά γεγονότα που συνέβησαν εξάντλησαν επικίνδυνα τους διαθέσιμους πόρους της οικονομικής πολιτικής, αφού ουσιαστικά κουράζουν την κοινωνία, αυξάνουν τα δημόσια χρέη και, βεβαίως, εμποδίζουν το Δημόσιο να ασκήσει τον ρυθμιστικό του ρόλο, π.χ. αυξάνοντας τις δημόσιες επενδύσεις και βελτιώνοντας τις υποδομές που χρειάζεται η ελληνική ιδιωτική οικονομία έτσι ώστε να ενισχυθεί και η οικονομική δραστηριότητα.
Γι’ αυτούς τους λόγους, θα έπρεπε οι πολιτικοί μας, αναφορικά με την πολιτική τοξικότητα, να είναι πολύ περισσότερο προσεκτικοί, αφού τα περιθώρια οικονομικών ελιγμών έχουν περιοριστεί, ανεξαρτήτως του ποιος βρίσκεται στην εξουσία.
Εξάλλου, το επερχόμενο νέο δεκαετές ευρωπαϊκό πρόγραμμα δημοσιονομικής διαχείρισης θα οριοθετήσει τις δυνατότητες δημοσιονομικών ελιγμών και, όσο και εάν οδηγεί σε ένα αξιόλογο διαφορετικό πλαίσιο σε σύγκριση με αυτό που επικρατούσε πριν από την COVID, προφανώς θα έχει στοιχεία εξορθολογισμού σε σχέση με τη χαλαρότητα της περιόδου της COVID.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια, αφενός, οι προτεραιότητες στις δημόσιες δαπάνες να πρέπει να επαναξιολογούνται πολύ προσεκτικότερα και, αφετέρου, η νομισματική και τραπεζική δραστηριοποίηση να γίνει πολύ περισσότερο υποβοηθητική από εδώ και πέρα. Συνεπώς, ούτε οριζόντιες δράσεις αλλά ούτε και μεγέθυνση του δημόσιου τομέα μπορεί να είναι κατάλληλες πολιτικές. Σημειωτέον ότι άλλο πράγμα είναι οι δημόσιες επενδύσεις και άλλο ο μεγάλος δημόσιος τομέας. Αντιθέτως, η καλλιέργεια του ρυθμιστικού ρόλου του δημόσιου τομέα και η προώθηση της διαφύλαξης της ιδιωτικότητας και της δημιουργικότητας έχουν υψηλότερη προτεραιότητα.
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Real News, 5 Φεβρουαρίου 2023
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.
Online διαδραστική πλατφόρμα προβολής του πολιτισμού των Ελλήνων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μπες στο www.act4Greece.gr Επίλεξε τη ∆ράση YOU GO CULTURE
Κάνε τη δωρεά σου με ένα κλικ στο
ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΩή με απ’ ευθείας κατάθεση ή μέσω internet, phone και mobile banking.
Πρόγραμμα Crowdfunding
Εξειδικευμένη γνώση με το κύρος του Πανεπιστημίου Αθηνών
Βιβλία & Συμμετοχή σε Συλλογικές Εκδόσεις
- ‹
- 7 από 7
Σχετικά άρθρα
ΟΙ ΝΕΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ |