ΑΠΟΜΟΧΛΕΥΣΗ ΚΑΙ ΝΕΑ ΥΦΕΣΗ

Αρκετοί αναγνώστες μου εξεπλάγησαν από τη σφοδρότητα των μέτρων που πρότεινα στο προηγούμενο σημείωμά μου (επιλεκτικό χάρισμα χρεών και διευκόλυνση απομόχλευσης). Όμως, οι προτάσεις διαμορφώθηκαν με βάση ότι έχω πλήρη συνείδηση των επερχόμενων δυσμενών συνεπειών, έτσι ώστε να κρίνω ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει άμεση αντίδραση πολιτικής, ακόμα και με μέτρα πέρα από τα καθιερωμένα (non conventional).

Η εμπειρία της Ιαπωνικής οικονομίας, η οποία ενεπλάκη σε μια διαδικασία απομόχλευσης για δύο δεκαετίες (1990-2012) χωρίς να εξέλθει ουσιαστικά από αυτήν μέχρι σήμερα (τώρα προσπαθεί) -σε αντίθεση με άλλα επιτυχημένα παραδείγματα εξόδου (Σουηδία, Φινλανδία)- δείχνει ότι μια επιτυχημένη προσπάθεια απομόχλευσης χαρακτηρίζεται από τη σύμπτωση ορισμένων παραγόντων. Οι παράγοντες αυτοί ποικίλουν, ωστόσο τρεις από αυτούς αφορούν: α) στην κατάσταση του τραπεζικού συστήματος, δηλαδή σε τι βαθμό και με τι ρυθμό απομοχλεύεται και, επομένως, εξυγιαίνεται το τραπεζικό σύστημα, β) στην αξιοπιστία της μακροπρόθεσμης πορείας της μακροοικονομικής διαχείρισης, και γ) στην ενεργοποίηση του εξαγωγικού τομέα.

Ο ρόλος του δημόσιου τομέα της Ιαπωνίας, υπό το ξέσπασμα της κρίσης αυτής, μετατράπηκε από αυτόν του δανειστή κεφαλαίων σε αυτόν του εκ νέου πληρωτή χρεών (Koo 2011). Ωστόσο, η Ιαπωνία κατάφερε να αποφύγει το μεγάλο κύμα των δυσμενών συνεπειών της απομόχλευσης άρα και τη μεγάλη ύφεση, διατηρώντας τα εισοδήματα στον ιδιωτικό τομέα και επιτρέποντας στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά να πληρώσουν τα χρέη τους. Εκτιμάται ότι οι απώλειες από την ανάληψη αυτής της δημοσιονομικής δράσης ήταν πολύ λιγότερες από τις απώλειες που θα προέκυπταν λόγω μιας βαθιάς ύφεσης, ενώ σημαντικό ήταν και το γεγονός ότι η απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα δεν επέτρεψε το ξέσπασμα υψηλών επιπέδων πληθωρισμού. Εξάλλου, η Ιαπωνία διατήρησε την ύπαρξη φορολογικών κινήτρων και της προσφοράς χρήματος σε ικανοποιητικά επίπεδα κατά τη διάρκεια της ύφεσης ισολογισμού (balance sheet recession), γεγονός που βοήθησε στην τελική αποτροπή μίας μεγάλης Ιαπωνικής ύφεσης. Πάντως, η Ιαπωνία δεν κατόρθωσε να βρει το δρόμο της προς την ανάπτυξη, παραμένοντας για πολλά χρόνια ως μία οικονομία σε χαμηλή πτήση.

Ο μεγάλος προβληματισμός των Ευρωπαϊκών χωρών, και ειδικότερα της Ελληνικής οικονομίας, είναι το αν θα οδηγηθούμε προς μια χαμένη δεκαετία όπως αυτή της Ιαπωνίας. Η κύρια διαφορά μεταξύ μιας συνηθισμένης ύφεσης και μιας ύφεσης που οδηγεί σε μια χαμένη δεκαετία είναι ότι στη δεύτερη περίπτωση ένα μεγάλο ποσοστό του ιδιωτικού τομέα ελαχιστοποιεί το χρέος αντί να μεγιστοποιεί τα κέρδη, έπειτα από μια τεράστια έκρηξη των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, στην οποία οι τιμές αυτές καταρρέουν ενώ οι υποχρεώσεις παραμένουν. Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, προκειμένου να αποκαταστήσουν την κατάσταση αυτή, επιχειρούν να επιδιορθώσουν τους ισολογισμούς τους μέσω της αύξησης της αποταμίευσης και της αποπληρωμής των χρεών τους, με αποτέλεσμα να πραγματοποιούν απομόχλευση και άρα να μειώνουν τη συνολική ζήτηση, ωθώντας τις οικονομίες σε βαθιά ύφεση.

Η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική στη φάση της απομόχλευσης διότι οι άνθρωποι με αρνητικά ίδια κεφάλαια δεν ενδιαφέρονται να αυξήσουν το δανεισμό τους για οποιοδήποτε επίπεδο επιτοκίων (Κοο 2011). Επιπρόσθετα, δεν μπορούν να βρεθούν δανειστές για τις οικονομίες οι οποίες έχουν απομειωμένους ισολογισμούς, όταν μάλιστα οι ίδιοι οι δανειστές μπορεί να αντιμετωπίζουν προβλήματα χρέους. H προσφορά χρήματος, η οποία αποτελείται ως επί το πλείστον από τραπεζικές καταθέσεις, δυσχεραίνει όταν ο ιδιωτικός τομέας πραγματοποιεί συνεχείς αναλήψεις χρημάτων από τους τραπεζικούς του λογαριασμούς προκειμένου να αποπληρώσει τα χρέη του (Κοο 2011). Αν και η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να ενισχύσει τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, μπορεί να δέχεται ισχυρές πιέσεις ώστε να αντιστραφεί η συρρίκνωση των τραπεζών όταν δεν υπάρχουν δανειστές και ο πολλαπλασιαστής του χρήματος είναι μηδενικός ή οριακά αρνητικός. Τέλος, δεν είναι αποτελεσματικές οι πολιτικές επαναφοράς του πληθωρισμού (inflation targeting), καθώς οι άνθρωποι πληρώνουν τα χρέη τους ως απάντηση στην πτώση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και όχι των τιμών του καταναλωτή. Και με τον πολλαπλασιαστή χρήματος αρνητικό στο όριο, η κεντρική τράπεζα δεν έχει τα μέσα ώστε να παράγει την απαραίτητη προσφορά χρήματος που απαιτείται ώστε να αυξηθεί ο πληθωρισμός. Όταν ο ιδιωτικός τομέας απομοχλεύεται παρά την ύπαρξη μηδενικών επιτοκίων, οι οικονομίες εισέρχονται σε μια φάση αντιπληθωρισμού (deflation). Λόγω του ότι τα νοικοκυριά σταματούν το δανεισμό και τις δαπάνες, οι οικονομίες συνεχίζουν να χάνουν σε ζήτηση ίση με το άθροισμα των αποταμιεύσεων και των καθαρών πληρωμών χρέους, με τη διαδικασία αυτή να συνεχίζεται μέχρι, είτε να διορθωθούν οι ισολογισμοί του ιδιωτικού τομέα, είτε ο ιδιωτικός τομέας να έχει γίνει πολύ φτωχός για να έχει τη δυνατότητα να αποταμιεύει.

Όταν ξεκίνησε η κρίση το 2009, η Ελληνική οικονομία είχε από τους μικρότερους δείκτες ιδιωτικής υπερχρέωσης στην Ευρώπη (Πίνακας 1).

Πίνακας 1. Ενοποιημένες δημόσιες και ιδιωτικές υποχρεώσεις το 2009 (% του ΑΕΠ).

Χώρες

Υποχρεώσεις Μη Χρηματοοικονομικών Επιχειρήσεων

Βέλγιο

273.79%

Φινλανδία

201.44%

Γερμανία

170.96%

Ολλανδία

240.76%

Γαλλία

232.46%

Ελλάδα

105.03%

Ιρλανδία

483.02%

Ιταλία

171.09%

Πορτογαλία

263.37%

Ισπανία

234.33%

Πηγές: OECD - Financial Balance Sheets (2010) και ιδίοι υπολογισμοί.

Συνεπώς, θα είχε και μικρότερο υφεσιακό βάρος, αν θα είχε καθόλου, από την απομόχλευση των ιδιωτικών χαρτοφυλακίων.

Όμως, το βαριά λανθασμένο πρόγραμμα διάσωσης και σταθεροποίησης οδήγησε σε βαθύτατη ύφεση και βαθύτατη υποτίμηση των ιδιωτικών στοιχείων των ενεργητικών των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων. 

Ως αποτέλεσμα, η οικονομία απέκτησε ένα δευτερογενές πρόβλημα, πέραν δηλαδή αυτού της βασικής κρίσης (υπερχρέωση του δημοσίου τομέα), που είναι πια η υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα, όπως εξηγήσαμε και στο προηγούμενο σημείωμα. Αυτό το νέο πρόβλημα ασκεί σοβαρές υφεσιακές πιέσεις και πιέζει να εξαφανίσει τα θετικά πρόσημα στο ρυθμό μεγέθυνσης το 2014 και το 2015.

Αλλά δε φτάνει η υφεσιακή πίεση από την απομόχλευση. Στην Ευρωζώνη έχει παρουσιαστεί και ένα ακόμα σοβαρότατο πρόβλημα. Πρόκειται για το διαχωρισμό των χρηματοδοτικών αγορών (fragmentation). Ουσιαστικά μια τράπεζα στο Νότο δανείζει και δανείζεται ακριβότερα από μια τράπεζα του Βορρά και μάλιστα με το πέρασμα του χρόνου σταδιακά περισσότερο ακριβά! Συγχρόνως, μια τράπεζα στο Νότο είναι περισσότερο πιθανό να πτωχεύσει από ότι μια τράπεζα του Βορρά. Όλα αυτά κάνουν τις συνθήκες χρηματοδότησης στο Νότο πολύ δυσκολότερες από ότι στο Βορρά, αφού τα χρηματοδοτικά πλεονάσματα κινούνται με πολύ μεγαλύτερη δυσκολία. Παράλληλα, λόγω της ύφεσης, η ζήτηση δανείων στο Νότο είναι ασθενέστερη από ότι στο Βορρά.

Στο διάγραμμα Ρυθμός μεγέθυνσης της Ελληνικής οικονομίας 2008 – 2014 , το οποίο είχαμε δημοσιεύσει στο βιβλίο η «Έξοδος» (2012, σελ. 27), διατυπώσαμε την εκτίμηση ότι εντός του 2014 θα βλέπαμε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, ίσως στα τελευταία τρίμηνα. Συμπερασματικά όμως, με βάση την παραπάνω ανάλυση, η εκτίμηση αρχίζει να αμφισβητείται κυρίως υπό το βάρος α) της βαρύτατης διαδικασίας απομόχλευσης, β) του διαχωρισμού των Ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών αγορών, γ) της συνεχούς αφαίμαξης στο διαθέσιμο εισόδημα λόγω κυρίως των φορολογικών μέτρων, ενώ την ίδια στιγμή δ) ο εξαγωγικός τομέας δεν είναι σε θέση παρά την αναζωογόνησή του να μπορεί να βοηθήσει (ζήτηση, ρευστότητα) γρηγορότερα την οικονομία.

 

Βιβλιογραφία:

Koo R.C. (2011) The world in balance sheet recession: causes, cure, and politics,  Real-world Economics Review, Issue no. 58, 1 December.

* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.