ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ
Το Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας εκφράζει το κόστος εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή μίας νομισματικής μονάδας (€1) ΑΕΠ και υπολογίζεται ως λόγος δύο παραγόντων: Τον αριθμητή του κλάσματος αποτελεί το μέσο εργασιακό κόστος (συνολική αμοιβή εργασίας προς τον αριθμό εργαζομένων), ενώ τον παρονομαστή αποτελεί το παραγόμενο προϊόν ανά απασχολούμενο (εργαζόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας ή αυτοαπασχολούμενοι).
Σε προηγούμενο δημοσίευμα στις 19 Ιανουρίου 2012 με τίτλο «Το Κόστος Εργασίας και η Ανάπτυξη», είχαμε υπολογίσει το ονομαστικό μοναδιαίο κόστος εργασίας της Γερμανικής και της Ελληνικής οικονομίας, καθώς και το μέσο όρο των τριών Μεσογειακών χωρών της ΕΕ (Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία), όπως παρουσιάζονται στις συνεχείς γραμμές στο Διάγραμμα 1. Τα δεδομένα που παρουσιάζονται αφορούν σε στοιχεία της AMECO και της Eurostat για τον Ιανουάριο του 2012.
Διάγραμμα 1. Υπολογισμός Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας (19/1/2012).
Από το διάγραμμα αυτό παρατηρούμε ότι το μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα και τις Μεσογειακές χώρες της ΕΕ παρέμενε, έως και το 2007 περίπου, χαμηλότερο του αντίστοιχου Γερμανικού. Μετά το 2007, η ταχύτατη ενίσχυση του μοναδιαίου κόστους εργασίας στην Ελλάδα και τις Μεσογειακές χώρες σηματοδοτεί την επικαλούμενη απώλεια ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τη Γερμανία.
Επιπρόσθετα στο Διάγραμμα 1 παρουσιάζεται ένα πείραμα (Ελληνικό Πείραμα στο διάγραμμα). Υποθέσαμε, κρατώντας όλα τα άλλα δεδομένα σταθερά, ότι στην Ελλάδα το 2009 είχαμε 0% ανάπτυξη αντί του πραγματικού -3,2%. Το 2010 είχαμε -0,5% αντί του πραγματικού -3,5% και το 2011 -0,5% αντί του πραγματικού -6,5%. Το 2012 βάλαμε +0,5% αντί του προβλεπόμενου -3,8% και το 2013 +1% έναντι -0,5% του προβλεπόμενου. Δηλαδή, υποθέσαμε ότι την περίοδο 2009-2013 είχαμε μία ελαφρά ύφεση, αντί της καταστροφής που συνέβη.
Αποτέλεσμα του πειράματος ήταν η Ελλάδα να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική από τη Γερμανία! Το κυριότερο συμπέρασμα εδώ είναι ότι η ανάπτυξη σε σύγκριση με τη λιτότητα βελτιώνει πολύ πιο αποτελεσματικά την ανταγωνιστικότητα.
Ωστόσο, θα πρέπει να δούμε ότι το Ελληνικό Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας, υπό την πίεση κυρίως της ανεργίας, προβλέπεται να μειωθεί σημαντικά (Ελληνική Πραγματικότητα στο Διάγραμμα). Αυτή η μείωση παρατηρείται πολύ πριν την παρούσα παρέμβαση στο ζήτημα του εργατικού μισθού στον ιδιωτικό τομέα.
Αυτό συμβαίνει γιατί το Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας εξαρτάται και από το παραγόμενο προϊόν. Το ίδιο ακριβώς θα συνέβαινε και εάν, για παράδειγμα, συμπεριλαμβάναμε την παραοικονομία στους υπολογισμούς του παραγόμενου προϊόντος, κρατώντας μάλιστα τους πραγματικούς υφεσιακούς ρυθμούς μεγέθυνσης.
Εάν αναπροσαρμόσουμε την κατάσταση της Ελληνικής Πραγματικότητας σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με τη μεταβολή του Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας στο σύνολο της οικονομίας για τα έτη 2010-2013 (-3,8% το 2010, -2,6% το 2011, -6,3% το 2012 και -7% το 2013) προκύπτει η κατάσταση που περιγράφεται στο Διάγραμμα 2.
Διάγραμμα 2. Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας (2/7/2012).
Παρατηρούμε ότι η Ελληνική πραγματικότητα, όπως διαμορφώνεται με τις νέες συνθήκες, πλησιάζει πολύ την κατάσταση του Ελληνικού Πειράματος που παρουσιάστηκε παραπάνω. Μια ενδεχόμενη μεταβολή το έτος 2014 του Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας, κατά τους ίδιους ρυθμούς σε σχέση με το έτος 2013, για την Ελλάδα και τη Γερμανία, θα βελτίωνε την Ελληνική πραγματικότητα και άρα την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας, ξεπερνώντας αυτή της Γερμανίας. Ωστόσο, οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2014 περιγράφουν μια μεταβολή της τάξης του -0,2% για το σύνολο της Ελληνικής οικονομίας.
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.