Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Μία σύνοψη των βασικών προβλημάτων που συνδέονται με το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα οδηγεί στα παρακάτω συμπεράσματα. Kάθε παρέμβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να στοχεύει, κατά προτεραιότητα, στη θεραπεία των προβλημάτων αυτών:

1) Η δαπάνη στα δημόσια ιδρύματα δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα χαμηλή.

Σε ό,τι αφορά στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια βαθμίδα της εκπαίδευσης, οι δημόσιες -σχετικές ως ποσοστό του ΑΕΠ- δαπάνες διαμορφώνονται προφανώς σε χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με τις υπόλοιπες Μεσογειακές χώρες. Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα δαπανά το 1,4% του ΑΕΠ, ενώ οι Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία δαπανούν 1,7%, 2,2% και 2,1% αντίστοιχα. Ακόμη υψηλότερα είναι τα ποσοστά δαπανών των Βορειοευρωπαϊκών χωρών, καθώς Δανία, Σουηδία και Φινλανδία, δαπανούν το 3%, 2,7% και 2,6% αντίστοιχα, του ΑΕΠ τους. Επιπλέον, η Ελλάδα φαίνεται να επενδύει μεγαλύτερο μέρος του εγχωρίου προϊόντος στην ανώτατη εκπαίδευση (1,4%) σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου (Ιταλία 0,8%, Ισπανία και Πορτογαλία 1%), χωρίς όμως να ξεπερνάει και πάλι τις χώρες τις Βόρειας Ευρώπης.

Πίνακας 1. Δημόσια χρηματοδότηση της εκπαίδευσης ανά εκπαιδευτική βαθμίδα (στοιχεία 2006).

 

Δευτεροβάθμια και μετά-

δευτεροβάθμια

Τριτοβάθμια

Ελλάδα

1,4%

1,4%

Ιταλία

2,2%

0,8%

Ισπανία

1,7%

1,0%

Πορτογαλία

2,1%

1,0%

Δανία

3,0%

2,3%

Σουηδία

2,7%

1,8%

Φινλανδία

2,6%

1,9%

Ολλανδία

2,2%

1,5%

Ιρλανδία

2,1%

1,1%

Πηγή: EC, Key data on Education in Europe 2009.

2) Πολύ μικρή προσχολική εκπαίδευση.

Δεύτερη από το τέλος είναι η Ελλάδα, όσον αφορά στην προσχολική εκπαίδευση, στην ΕΕ-27. Μόνο το 68,2% των παιδιών ηλικίας μεταξύ 4 ετών και ηλικίας έναρξης της υποχρεωτικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας συμμετέχει στην προσχολική μάθηση (στοιχεία του 2008). Το αντίστοιχο ποσοστό για το 2000 ήταν 69,3%. Τα αντίστοιχα ποσοστά για την Ισπανία και την Ιταλία είναι 99% και 98,8%, αντίστοιχα.

3) Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρουσιάζει συγκρίσιμη (με τις υπόλοιπες χώρες) εκπαιδευτική αποτελεσματικότητα, με βάση το οικονομικό επίπεδο ανάπτυξής της, εφόσον λαμβάνεται ως ενιαίο το σύστημα παροχής γνώσεων (ιδιωτικό και δημόσιο).

Διαπιστώνουμε, ότι ενώ τα αποτελέσματα της αποτελεσματικότητας της έρευνας PISA για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δείχνουν μια σχετικά χαμηλή θέση για την Ελλάδα, όταν λαμβάνεται υπόψη το οικονομικό επίπεδο ανάπτυξής της, διαπιστώνεται ότι και στους τρεις δείκτες (διάβασμα, μαθηματικά, επιστήμες), η Ελλάδα καταλαμβάνει την αναλογική της θέση. Εδώ, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι δείκτες μετρούν την παραγωγικότητα του εκπαιδευτικού επιπέδου ανάπτυξης, δηλαδή αναφέρονται στην εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί, τόσο στην επίσημη δευτεροβάθμια εκπαίδευση όσο και στην ανεπίσημη (φροντιστήρια) και αυτό είναι ένα συγκεκριμένο ζήτημα για προβληματισμό, δεδομένης της έκτασης που έχει το ανεπίσημο εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελληνική κοινωνία. Ουσιαστικά, διαπιστώνεται ότι ο συνδυασμός των δύο συστημάτων παράγει ένα ελάχιστο αποδεκτό αποτέλεσμα.

4) Το ποσοστό των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις παραγωγικές ηλικίες (>25 ετών) είναι χαμηλό, ενώ πολύ χαμηλή είναι και η ανάπτυξη της δια βίου εκπαίδευσης.

Αναφορικά με τα ποσοστά απασχόλησης των αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης, για την ηλικιακή ομάδα 25-39 ετών, τα ποσοστά εργασίας (83,2%) είναι σημαντικά χαμηλότερα από τις Ισπανία (85,4%) και Πορτογαλία (86,4%) και υψηλότερα της Ιταλίας (76,7%). Σε σύγκριση με τις Βόρειες χώρες, η υστέρηση της Ελλάδας κυμαίνεται από 5 έως και 10 ποσοστιαίες μονάδες.

Πίνακας 2. Ποσοστά απασχόλησης αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 2007.

 

Ηλικιακή ομάδα

Ελλάδα

Ισπανία

Πορτογαλία

Ιταλία

Ιρλανδία

Ολλανδία

Δανία

Σουηδία

Φιλανδία

ISCED 5-6

25-39 ετών

83,2

85,4

86,4

76,7

88,8

93,8

90,8

88,8

87,4

40-64 ετών

82,8

83,0

85,3

83,9

83,5

83,4

85,5

88,3

83,8

Πηγή: Eurostat, Labour Force Survey (τα δεδομένα εξάχθηκαν τον Ιούλιο του 2008).

Σημειώσεις: ISCED 5-6: Περιλαμβάνει τις εξής βαθμίδες εκπαίδευσης: τριτοβάθμια εκπαίδευση (5) και προχωρημένο επίπεδο εκπαίδευσης με έρευνα (Διδακτορικό) (6).

Η συμμετοχή στη δια βίου εκπαίδευση, ορίζεται ως το ποσοστό του ερωτηθέντος πληθυσμού που δήλωσε ότι έλαβε κάποια μορφή εκπαίδευσης τις τελευταίες 4 εβδομάδες, πριν την έρευνα. Οι Βορειοευρωπαϊκές χώρες παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής στη δια βίου εκπαίδευση (23,1% έως 32,1% του πληθυσμού), ενώ χαμηλότερα είναι τα ποσοστά στις Μεσογειακές χώρες (6,1% έως 10,4%). Η Ελλάδα παρουσιάζει τα χαμηλότερα ποσοστά μεταξύ των εξεταζόμενων χωρών (περίπου 1,9% του πληθυσμού). Τα παραπάνω στοιχεία αφορούν το έτος 2006.

Πίνακας 3. Ποσοστιαία συμμετοχή πληθυσμού 25 έως 64 ετών στη δια βίου εκπαίδευση.

 

2001

2006

Δανία

18,4

29,2

Φινλανδία

17,2

23,1

Ιρλανδία

-

7,5

Ολλανδία

15,9

15,6

Σουηδία

17,5

32,1

Ελλάδα

1,2

1,9

Ιταλία

4,5

6,1

Ισπανία

4,4

10,4

Πηγή: Eurostat, (tsiem051).

5) Η μελλοντική παραγωγή πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι φθίνουσα, συγκριτικά με τις άλλες χώρες.

Οι απόφοιτοι, στο σύνολο του πληθυσμού, αναμένεται να αυξηθούν τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, εντούτοις η απόκλιση σε σχέση με τις Βόρειες κυρίως χώρες, στο σύνολο των ατόμων 25-64 ετών, αναμένεται να αυξηθεί. Οι προβλέψεις αυτές δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές, αφού παρατηρούμε ότι η Ελλάδα δείχνει αδύναμη να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μέλλοντος, προβλέψεις που, αν επαληθευθούν, αναμένεται ότι θα έχουν άμεση επίπτωση και στη μελλοντική δυνατότητα της οικονομίας για μεγέθυνση και ανάπτυξη.

Πίνακας 4. Ποσοστό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στο σύνολο του πληθυσμού, 2005 και 2025 (πρόβλεψη).

 

2005

2025 (με εικοσαετή τάση)

25-641

25-34

35-44

45-54

55-64

25-64

25-34

35-44

45-54

55-64

Δανία

34

40

35

32

27

48

47

58

47

41

Φιλανδία

35

38

41

34

27

49

43

59

48

47

Ιρλανδία

29

41

30

22

17

46

59

53

42

31

Ολλανδία

30

35

30

30

24

39

40

43

40

34

Σουηδία

30

37

28

28

25

35

45

40

33

24

Ελλάδα

21

25

26

19

12

27

32

29

24

23

Ιταλία

12

16

13

11

8

17

21

23

17

13

Ισπανία

28

40

30

22

14

45

58

52

44

33

Πορτογαλία

13

19

13

10

7

18

27

22

15

10

Πηγή: OECD, Education at a Glance, 2009.

Σημείωση: Ηλικιακές ομάδες.

6) Διαπιστώνεται υψηλή ανεργία νέων, που σχετίζεται κυρίως με την παραγωγική αυτοαπασχολούμενη δομή.

Το φαινόμενο της ανεργίας των νεότερων αποφοίτων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης θα πρέπει να συνδεθεί με το φαινόμενο της αυτοαπασχόλησης και της στελέχωσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων από τις οποίες αποτελείται η Ελληνική οικονομία. Είναι γνωστό ότι η ανάμειξη των νέων στη διαμόρφωση δομών αυτοαπασχόλησης και μικρών επιχειρήσεων συνδέεται με έναν ηλικιακό μέσο όρο της τάξης των 31-33 ετών. Είναι επίσης γνωστό ότι η διάρθρωση της απασχόλησης στην Ελληνική οικονομία είναι ετεροβαρής υπέρ της κατηγορίας αυτής του πληθυσμού. Συνεπώς, το φαινόμενο της ανεργίας των νέων ερμηνεύει και ερμηνεύεται από το βαθμό βαρύτητας της αυτοαπασχόλησης στον πληθυσμό. 

Πίνακας 5. Απασχόληση κατά ηλικία και εκπαιδευτικό επίπεδο στην Ελληνική οικονομία.

 

Αυτοαπασχολούμενοι

Σχέση εξαρτημένης εργασίας

 

Όλες οι βαθμίδες εκπαίδευσης

Ανώτατη εκπαίδευση

Όλες οι βαθμίδες εκπαίδευσης

Ανώτατη εκπαίδευση

25-49 ετών

552.600

115.800

235.500

54.800

50-64 ετών

356.100

46.200

127.800

30.800

Πηγή: Eurostat (Ifsa_esgaed).

7) Διαπιστώνεται υψηλή απόκλιση μεταξύ εισερχομένων στην ανώτατη εκπαίδευση και εξερχομένων από αυτήν.

Το ζήτημα, συνεπώς, της ολοκλήρωσης της εκπαίδευσης και των σπουδών με κύριο στόχο τη βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου και της εξειδίκευσης και των δεξιοτήτων στο σύνολο του πληθυσμού στην Ελλάδα ανάγεται κυρίως σε πρόβλημα που αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση, τον προσανατολισμό της αλλά κυριότερα δυο σημεία των οποίων η ανάλυση ακολουθεί: α) την ολοκλήρωση των σπουδών από τους φοιτητές, και β) την εφαρμογή χρονικών ορίων στην ολοκλήρωση.

Είναι προφανές το έντονο πρόβλημα που παρουσιάζει η Ελλάδα στη λήψη μέτρων για την ενθάρρυνση της ολοκλήρωσης των πανεπιστημιακών σπουδών. Σύμφωνα με την κατάταξη των Ευρωπαϊκών χωρών σχετικά με τους ρυθμούς αποφοίτησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (στοιχεία του ΟΟΣΑ - Education at a Glance 2009), για άλλη μια φορά η Ελλάδα υπολείπεται σε επιδόσεις σε σχέση κυρίως με τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης (αποφοιτά το 40% - 48% των φοιτητών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης), ενώ υστερεί σημαντικά και σε σύγκριση με τις χώρες της Μεσογείου (32%-43%). Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση, με ποσοστό αποφοίτησης μόλις 18%.

Πίνακας 6. Ποσοστά αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση για το 2007.

Κατάταξη

Χώρα

Ποσοστό αποφοίτησης

3

Φινλανδία

48%

5

Δανία

47%

6

Ιρλανδία

45%

7

Ολλανδία

43%

9

Πορτογαλία

43%

10

Σουηδία

40%

Προτεινόμενος σχόχος από την ΕΕ

40%

16

Ιταλία

35%

17

Ισπανία

32%

22

Ελλάδα

18%

Πηγή: OECD Education at a Glance 2009.

8) Υπάρχει πρόβλημα στο βαθμό εσωστρέφειας του συστήματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που συνδέεται κυρίως με την υποχρεωτική χρήση στης Ελληνικής γλώσσας.

Προφανώς η «ανάδελφη» γλώσσα και η νομική υποχρέωση της πρόσληψης καθηγητών που μιλούν την Ελληνική γλώσσα παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στη μη προσέγγιση αλλοδαπών φοιτητών και άρα στα χαμηλά σκορ στους δείκτες αξιολόγησης, τουλάχιστον όσον αφορά στον τομέα αυτό της αξιολόγησης.

9) Υπάρχει πρόβλημα στην παραγωγική δομή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Ενδεχομένως, υπάρχει και πρόβλημα εντός των ειδικότερων κατευθύνσεων σπουδών, που δεν εντοπίζεται από τα διαθέσιμα στοιχεία. Ενώ για παράδειγμα τα μαθηματικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν παραγωγική κατεύθυνση, μπορεί ο τρόπος ανάπτυξής τους στην Ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση να έχει χαρακτήρα που δε συνδέεται με τις απαιτήσεις της παραγωγής ή της εφαρμοσμένης έρευνας.

10) Υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα διασύνδεσης της ανώτατης εκπαίδευσης με την παραγωγή.

Είναι εμφανής η δυσχερής θέση της Ελλάδας και των υπόλοιπων Μεσογειακών χωρών -πλην της Ιταλίας- που χαρακτηρίζεται από μία σοβαρή εσωτερική πόλωση συγκριτικά με τις χώρες της Σκανδιναβικής Χερσονήσου, η οποία οδηγεί σε μακροχρόνιο συγκριτικό μειονέκτημα, ενώ επιβεβαιώνει το κατά μέσο όρο υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης και/ή επαγγελματικής κατάρτισης που απολαμβάνουν οι εν λόγω χώρες. Ως εκ τούτου, οι Βόρειες οικονομίες κατέχουν ένα σοβαρό συγκριτικό πλεονέκτημα στο συντελεστή παραγωγής που ενσωματώνεται στην παραγωγικότητα της εργασίας, η οποία πραγματώνεται τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, αφού, μέσω της εκπαίδευσης, η οικονομία μπορεί να προσεγγίσει την απόλυτη δυναμική της. Καθίσταται και εδώ εμφανής η ασθενής θέση της Ελλάδας στο ζήτημα της ανώτατης εκπαίδευσης, όπου μολονότι έχει υπάρξει αισθητή αύξηση του σχετικού ποσοστού κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την περίοδο 2000-2007, η Ελλάδα παραμένει να διαθέτει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά πληθυσμού με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης.

Πίνακας 7. Ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15-64 με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης για τα έτη 2000 και 2007.

 

2000

2007

Σουηδία

26,8

27,0

Δανία

21,6

27,1

Φινλανδία

27,5

29,5

Ελλάδα

14,0

19,2

Ιταλία

8,1

12,0

Ισπανία

21,0

27,0

Πορτογαλία

7,6

12,0

Πηγή: Eurostat, Labour Force Survey (τα δεδομένα εξάχθηκαν τον Ιούλιο του 2008).

* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.