Η ΠΟΛΥΠΑΘΗ ΑΝΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ
Προεκλογικά επισημάναμε, κόντρα στο γενικό ρεύμα της εποχής, τον παραλογισμό, που ενσωματωνόταν στην αρνητική ένταση, με την οποία επένδυαν το αίτημα της αναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου ΙΙ, όλα σχεδόν τα κόμματα.
Τότε (και τώρα) εμείς θέταμε το θέμα πολύ απλά, ως εξής: Πρόκειται να πάρουμε, ως Ελλάδα, μέχρι το 2014 €89 δις περίπου. Από αυτά, τα €43,7 δις το 2012, τα €23,6 δις το 2013 και τα €21,3 δις το 2014. Το 20% του ποσού αυτού οδεύει προς την εσωτερική οικονομία και το υπόλοιπο προορίζεται για τη χρηματοδότηση και αναχρηματοδότηση των χρεών του Δημοσίου στο τραπεζικό σύστημα.
Με ποια λογική, λοιπόν, σηκώνουμε τόσο πολύ τους τόνους διακινδυνεύοντας τις εισροές αυτές, ενώ είναι προφανές ότι καταρχήν θα πρέπει να περιμένουμε να ωριμάσει το πρόγραμμα που μόλις είχαμε υπογράψει, το Μάρτιο του 2012 (!) και στη συνέχεια να θέσουμε το θέμα της αναδιαπραγμάτευσης; Βεβαίως, αντιλαμβανόμουν και αντιλαμβάνομαι τον κοινωνικό πόνο που προκαλεί το Πρόγραμμα Σταθεροποίησης και τη λαϊκή πίεση που υφίστανται τα πολιτικά κόμματα. Γι’ αυτό, λοιπόν, το θέμα ετίθετο (και τίθεται) ως εξής: Η αναδιαπραγμάτευση των όρων λειτουργίας και ανάπτυξης της οικονομίας ήταν και είναι επιβεβλημένη ανάγκη, αλλά θα πρέπει να οργανωθεί προσεκτικά και η όποια ένταση σ’ αυτή θα πρέπει να εκφραστεί στα μέσα του 2013. Αυτή ήταν η άποψή μας προεκλογικά, αυτή είναι και σήμερα.
Παρόλα αυτά, προεκλογικά στην πολιτική ζώνη προβλήθηκε έντονα το ζήτημα της αναδιαπραγμάτευσης, δημιουργώντας σημαντικές προσδοκίες και προκαλώντας σήμερα ένα πολιτικό κενό μεταξύ προεκλογικής και μετεκλογικής συμπεριφοράς. Αυτού του είδους το κενό μπορεί να γίνει εξαιρετικά επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή. Σημειωτέον ότι το κενό αφορά και τη συμπολίτευση και την αντιπολίτευση. Η τελευταία βρίσκεται, με πολιτικούς όρους, πολύ μακριά από την έννοια «καταγγελία» που διακήρυσσε προεκλογικά, αν και, κατά τη γνώμη μου, τη στροφή την είχε ήδη πραγματοποιήσει πριν τις εκλογές.
Στο σημείο αυτό να τονίσω δύο σημαντικά θέματα που έθεσε πρόσφατα η κυβέρνηση σε κεντρικό επίπεδο: α) την αρχή της τήρησης των στόχων της δανειακής σύμβασης, αλλά ταυτόχρονα τη διαφοροποίηση των μέσων υλοποίησής τους και β) το ζήτημα της «ιδιοκτησίας» του προγράμματος. Είναι ιδιαίτερης σημασίας θέσεις. Εάν η συνέχεια που θα δινόταν ή που θα δοθεί αξιοποιούσε τις θέσεις αυτές, θα είχαμε μία ικανοποιητική εξέλιξη. Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν έχουμε αυτήν την αίσθηση.
Πίνακας 1. Πρόγραμμα χρηματοδότησης από Μηχανισμό Στήριξης.
| Περίοδος | Ποσά( σε εκατ. Ευρώ) | Γενικό Σύνολο (σε δις ευρώ) |
2012 | 1ο Τρίμηνο 2ο Τρίμηνο 3ο Τρίμηνο 4ο Τρίμηνο | 75,6 31,2 5,0 7,2 | Σύνολο 2012: 119,0 |
2013 | 1ο Τρίμηνο 2ο Τρίμηνο 3ο Τρίμηνο 4ο Τρίμηνο | 9,8 4,8 2,3 6,7 | Σύνολο 2013: 23,6 |
2014 | 1ο Τρίμηνο 2ο Τρίμηνο 3ο Τρίμηνο 4ο Τρίμηνο | 12,3 3,5 3,5 2 | Σύνολο 2014: 21,3 |
Πέρα, όμως, από πολιτικές σκοπιμότητες, τί είναι λογικό να αναμένουμε από εδώ και πέρα στο ζήτημα της συμφωνίας που έχουμε με τους δανειστές μας;
Το μεγάλο ζητούμενο είναι η πορεία προς τη μεγάλη έξοδο από την κρίση, από τα πολύ σφιχτά προγράμματα σταθεροποίησης (1ο και 2ο Μνημόνιο). Αυτή η διαδικασία συχνά συνοψίζεται στη φράση «έξοδος στις αγορές», διότι σηματοδοτεί τη διαδικασία μιας σχετικά αυτόνομης οικονομικής διοίκησης, που θα στηρίζεται και σε δανειακούς πόρους. Η έξοδος αυτή τοποθετείται, καλώς εχόντων των πραγμάτων, μεταξύ του 2015 και του 2018. Λέμε καλώς εχόντων των πραγμάτων, διότι η παράμετρος των άγνωστων εξελίξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρόλο που σαν πιθανότητα να συμβεί κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, είναι υπαρκτή.
Βλέπετε, για πρώτη φορά πια ο άγνωστος παράγοντας της εξέλιξης δε βρίσκεται στην Ελληνική πλευρά αλλά στην Ευρωπαϊκή.
Η πορεία προς την έξοδο φαίνεται ότι θα καλύπτει την πενταετή περίοδο 2013-2017. Συνεπώς, δε μπορεί παρά να ενσωματωθεί σ’ ένα νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει όλες τις πρόνοιες για την ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Κανονικά, πάντως, το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα δε μπορεί παρά να απηχεί τους πολιτικούς συσχετισμούς που εκφράστηκαν στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις: Συνέχεια και διεκδίκηση βελτίωσης.
Προφανώς, οι συνομιλητές μας, γνωρίζοντας και τη χρονική εξέλιξη της δανειακής σύμβασης αλλά και την ανάγκη για το σχεδιασμό του νέου Μεσοπρόθεσμου, θα επιδιώξουν να το θεσμοθετήσουν όσο το δυνατόν νωρίτερα (ίσως και μέσα στο 2012, με αιτιολογικό την ενσωμάτωση του προϋπολογισμού του 2013 σ’ αυτό). Αυτή η βιασύνη όμως δε μπορεί παρά α) να αγνοήσει τη νέα Ελληνική πραγματικότητα και β) να φαλκιδεύσει την ωριμότητα του σχεδιασμού αυτού.
Θα πρέπει, λοιπόν, η Ελληνική πλευρά να επιδιώξει: α) ο προϋπολογισμός του 2013 να ανταποκριθεί στις ανάγκες της εσωτερικής οικονομικής κατάστασης και τις υποχρεώσεις που έχουμε, β) ο σχεδιασμός του νέου Μεσοπρόθεσμου ν’ αρχίσει το Σεπτέμβριο του 2012 και να τελειώσει στο τέλος του Α΄ εξαμήνου του 2013, γ) στο νέο Μεσοπρόθεσμο να ενσωματωθούν μόνο ρεαλιστικές παραδοχές και δ) στο νέο Μεσοπρόθεσμο να υπάρχει ακριβής αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών που θα υιοθετηθούν, απαλλαγμένη από την προβλεπτικότητα «σκοπιμότητας», η οποία συνοδεύει όλα τα Μνημόνια και τα Μεσοπρόθεσμα προγράμματα μέχρι σήμερα με ευνοϊκές προβλέψεις και αρνητικές πραγματοποιήσεις.
Η αλήθεια μπορεί βραχυχρόνια να είναι δυσάρεστη, αλλά λόγω του σημείου που βρισκόμαστε πλέον, με την περισσότερη προσαρμογή στην πλάτη μας, είναι ελπιδοφόρα. Η διατύπωσή της όμως απαιτεί στόχους και οδικό χάρτη επίτευξής τους. Και τότε πραγματικά θα συσπειρωθεί η Ελληνική κοινωνία γύρω από τη φωτεινή έξοδο.
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.