Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ
Στην ανάρτηση «Οικονομολόγων Διαφορές» στις 8/2/2013 παρουσιάστηκαν οι απόψεις των τριών «φυλών» οικονομολόγων: Αυτή με το ισχυρό νεοκλασικό υπόβαθρο (δημοσιονομική προσαρμογή και αύξηση της προσφοράς), που είναι και η επικρατούσα. Μία δεύτερη, με ένα επίσης ισχυρό νεοκλασικό υπόβαθρο και ταυτόχρονα μια ριζοσπαστική πολιτική αντίληψη με μεγάλη δόση εθνικισμού, η οποία υποστηρίζει λύσεις όπως επιστροφή στη δραχμή, πτώχευση, αθέτηση πληρωμών. Αυτή η φυλή μάλλον τείνει προς κοινωνική εξαφάνιση, λόγω κυρίως της αδυναμίας να κατανοήσει την πραγματικότητα (δεν υπάρχει μαύρο/άσπρο, αλλά δεκάδες εκδοχές εξέλιξης). Τέλος, υπάρχει η φυλή με νεοκεϋνσιανό υπόβαθρο και σημαντική επίδραση από τη σχολή των νέων-θεσμικών, αυτών δηλαδή που υποστηρίζουν ότι η επιρροή του θεσμικού πλαισίου είναι καθοριστική για τη λειτουργία, αλλά κυρίως για την αποτελεσματικότητα του οικονομικού συστήματος. Η φυλή αυτή μειοψηφεί και βρίσκεται έξω από τα κέντρα εξουσίας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά ιδίως στην Ευρώπη.
Μέχρι και τον Απρίλιο - Ιούνιο του 2012 η πρώτη και η τρίτη φυλή, μπροστά στον απύθμενο κίνδυνο της επικράτησης του απόλυτου παραλογισμού (επιθυμία πτώχευσης, επιστροφής στη δραχμή κ.τ.λ.), ουσιαστικά είχαν συμπαραταχθεί, αποκρούοντας με όσα θεωρητικά μέσα διέθεταν την επικίνδυνη διάχυση του εύηχου λαϊκισμού στις μεγάλες κοινωνικές μάζες. Και πέτυχαν. Κατάφεραν να αντιληφθεί ο κόσμος ότι η αχαρτογράφητη περιοχή της πτώχευσης και της δραχμής θα αύξανε κατακόρυφα τον κοινωνικό πόνο με άγνωστες προοπτικές.
Τώρα ο κίνδυνος αυτός βρίσκεται πίσω μας (και, παρεμπιπτόντως, τα πολύ δύσκολα μπροστά μας). Επιστροφή σε εθνικά νομίσματα μπορεί να γίνει μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό όμως είναι πολύ διαφορετικό από ό,τι συζητούσαμε μέχρι τώρα και θα συμβεί μόνο εάν το αποφασίσουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αφού λοιπόν έχει εξαλειφθεί ο μεγαλύτερος κίνδυνος, οι δύο φυλές κοιτάζουν πλέον τις διαφορές τους, που είναι σημαντικές. Η σύγκρουσή τους διαρκεί δεκαετίες. Από το ποια φυλή επικρατεί κάθε φορά στην πολιτική σκηνή εξαρτάται το επίπεδο ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων. Μερικές φορές, η ένταση της μεταξύ τους σύγκρουσης ξεπερνάει τα όρια (βλ. την τωρινή σύγκρουση P. Krugman και Oli Rehn).
Τι χωρίζει τις δύο φυλές; Διαφορές σε οικονομικό, πολιτισμικό και πολιτικό πεδίο. Οι διαφορές αυτές αλλιώς εκφράζονται σε ευρωπαϊκό και αλλιώς σε τοπικό (ελληνικό) επίπεδο.
Α) Ευρωπαϊκό επίπεδο
1) Οικονομία
Οι βασικές θέσεις της Πρώτης Φυλής:
α) Τα χρέη (ως ποσοστό του ΑΕΠ) πρέπει να μειωθούν, διότι από ένα επίπεδο και πάνω αποτελούν απειλή τόσο για τη μεσοπρόθεσμη όσο και για τη μακροπρόθεσμη μεγέθυνση.
β) Με τη λήψη διαρθρωτικών μέτρων (συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής υποτίμησης) επιδιώκεται η απελευθέρωση της παραγωγής και η αύξηση της εμπιστοσύνης στο οικονομικό σύστημα. Έτσι, θα μειωθούν οι μελλοντικοί φόροι, θα αυξηθεί η σημερινή κατανάλωση και θα αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη δημοσιονομική προσαρμογή (Supply Side Hypothesis).
γ) Με την αύξηση σήμερα των φόρων ή του χρέους (άρα των φόρων στο μέλλον) θα έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα, καθώς το επίπεδο ζήτησης θα παραμείνει αμετάβλητο (Ricardian Equivalence): Αύξηση αποταμίευσης για την αποπληρωμή μελλοντικών φόρων, που θα επιβληθούν για την αποπληρωμή του χρέους και επομένως μείωση της κατανάλωσης. Συνεπώς, δεν είναι λύση η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.
δ) Η χρησιμοποίηση υπερβολικής επενδυτικής νομισματικής πολιτικής εγκυμονεί κινδύνους πληθωρισμού και αύξησης του κόστους χρέους (απειλή για την ανάπτυξη).
ε) Η μείωση της ελλειμματικής καθαρής εξωτερικής επενδυτικής θέσης αποτελεί εξαιρετική προτεραιότητα. Έτσι θα μειωθούν τα δίδυμα ελλείμματα, δημοσιονομικό και εξωτερικό. Γι’ αυτό επιβάλλεται και η εσωτερική υποτίμηση (εφόσον δεν υπάρχει δυνατότητα εξωτερικής υποτίμησης).
Οι βασικές θέσεις της Δεύτερης Φυλής:
α) Τα χρέη πρέπει να μειωθούν. Όταν όμως ο πολλαπλασιαστής κυμαίνεται γύρω στο 1,5, τότε η λύση δεν βρίσκεται στη ραγδαία μείωση των δημοσιονομικών δαπανών, γιατί επιτυγχάνει το αντίθετο αποτέλεσμα, αφού το ΑΕΠ μειώνεται αναλογικά πολύ περισσότερο από ό,τι τα χρέη.
β) Εφόσον έχεις στην οικονομία σοβαρή αργούσα παραγωγική δυναμικότητα, έλλειψη δηλαδή ζήτησης, τότε επιβάλλεται απελευθέρωση της ποσοτικής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό ισχύει ιδίως υπό συνθήκες χαμηλών επιτοκίων (liquidity trap), απομόχλευσης του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και ταυτόχρονης διεθνούς ύφεσης.
γ) Η ελλειμματική καθαρή εξωτερική επενδυτική θέση είναι πράγματι πρόβλημα. Ωστόσο, η βελτίωσή της θα έπρεπε να γίνει με τρόπο συνετό, αφού η καλυτέρευση της ανταγωνιστικότητας δεν είναι ζήτημα μόνο των μισθών, αλλά κυρίως του θεσμικού πλαισίου. Για να βελτιωθεί το θεσμικό πλαίσιο απαιτείται σημαντικός χρόνος. Εάν χρειάστηκαν χρόνια για να συσσωρευτούν οι ανισορροπίες, απαιτείται χρόνος για να αποκατασταθούν.
δ) Χρειαζόμαστε μεγαλύτερο ρυθμό πληθωρισμού στο κέντρο, στην Ευρωζώνη, και χαμηλότερο στην περιφέρεια, για να είναι η εξισορρόπηση της ανταγωνιστικότητας ευκολότερη. Εξάλλου, ένας ελαφρά υψηλότερος πληθωρισμός θα μειώσει το βάρος των χρεών (financial repression), χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των τιμών.
Συνεπώς, επιβάλλεται η επιλεκτική περιφερειακή πολιτική αύξησης της ενεργούς ζήτησης (π.χ. αυξήσεις της αμοιβής εργασίας στο κέντρο και επενδύσεις υποδομών στο κέντρο και την περιφέρεια).
2) Το Πολιτισμικό Πεδίο
Η Πρώτη φυλή επικαλείται με ένταση την αξία της ζωής των επόμενων γενεών. Επίσης, θεωρεί ότι οι άνθρωποι που ζουν σήμερα είναι εξαιρετικά «προβλεπτικοί» και άρα «βλέπουν» με απόλυτη ακρίβεια το μέλλον.
Η Δεύτερη φυλή ισχυρίζεται ότι τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ανθρωπότητα έγιναν στο όνομα της αξίας του μέλλοντος (δεν μπορεί να ελέγξει κανείς το αποτέλεσμα). Μία ισορροπία ανάμεσα στο παρόν και το μέλλον είναι η καλύτερη λύση. Εξάλλου, όχι μόνο δεν έχουν επαρκή προβλεπτικότητα οι άνθρωποι, αλλά και τα μέσα που χρησιμοποιούν (τιμολόγηση από τις αγορές) δίνουν λάθος πληροφορίες, όπως π.χ. τα spreads και ο κίνδυνος των ομολόγων (βλ. Και Δεύτερο Λάθος). Δημιουργούνται λοιπόν αυτοεκπληρούμενες διαδικασίες, που καταστρέφουν λαούς και κοινωνίες, αφού για την αντιμετώπισή τους εφαρμόζονται σκληρότερα δημοσιονομικά προγράμματα.
3) Το Πολιτικό Πεδίο
Οι επιπτώσεις που έχουν οι απόψεις των δύο φυλών στο πολιτικό επίπεδο είναι πολλές και σύνθετες. Εδώ, θα σημειώσω δύο από τις σημαντικότερες για την κάθε μία.
Η Πρώτη φυλή:
α) Οι αμοιβές του κεφαλαίου κατευθύνονται στις επενδύσεις και δημιουργούν ανάπτυξη και μεγέθυνση. Άρα, το να συμπιέζεται η τιμή της εργασίας δεν είναι απαραιτήτως αρνητικό.
β) Οι διοικητικές δομές (Νομισματική πολιτική, Κεντρική τράπεζα, Εκτελεστικές Επιτροπές κ.τ.λ.) έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Η Δεύτερη φυλή:
α) Οι αμοιβές εργασίας ενισχύουν απευθείας τη ζήτηση.
β) Η δημοσιονομική πολιτική που αναπτύσσεται από αντιπροσωπευτικά σώματα (εκλεγμένες κυβερνήσεις) είναι καταλληλότερη για την έξοδο από την κρίση.
Β) Ελληνικό επίπεδο:
Εκτός από τις διαφορές που αναφέρθηκαν παραπάνω για το ευρωπαϊκό επίπεδο, στο ελληνικό επίπεδο ισχύουν και ορισμένες επιπλέον, οι οποίες όμως σε όρους οικονομικής πολιτικής είναι δυσδιάκριτες, κυρίως λόγω της συμμετοχής στην Ευρωζώνη, που καταργεί τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Ωστόσο και εδώ υπάρχουν και είναι πολύ σοβαρές. Θα αναφέρω μόνο ορισμένες από αυτές:
α) Είναι βέβαιο ότι η αναδιάρθρωση του χρέους έπρεπε να έχει προχωρήσει νωρίτερα για να είναι ο κοινωνικός πόνος μικρότερος. Η πρώτη φυλή δέχτηκε τη λογική της ανθρώπινης θυσίας ως υπέρτατη προτεραιότητα, αφήνοντας την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών για μετά. Ουσιαστικά, η διαφωνία της δεύτερης φυλής βρίσκεται στο ότι υποστήριζε πως η ενεργοποίηση του προγράμματος σταθεροποίησης, χωρίς ενεργό τραπεζικό σύστημα και ενεργή νομισματική πολιτική, θα οδηγούσε σε βαθύτατη ύφεση. Από το σημείο αυτό πηγάζει και η διαφωνία των δύο φυλών για τους πολλαπλασιαστές. Ωστόσο ακόμα και σήμερα πολλοί υψηλόβαθμοι τραπεζικοί παράγοντες και στελέχη δεν αντιλαμβάνονται ως υψηλή προτεραιότητα την ανάγκη νέου κουρέματος των ελληνικών χρεών προς τους δημόσιους ευρωπαϊκούς φορείς, διότι φοβούνται ότι έτσι θα «χαλαρώσει η εσωτερική προσπάθεια».
β) Είναι ακατανόητο γιατί το προϊόν των ιδιωτικοποιήσεων θα πρέπει να οδεύει στη μείωση του χρέους και όχι στην ανάσχεση του ρυθμού προσαρμογής της οικονομίας και στη μείωση της ανεργίας
γ) Δεν θα έπρεπε τα κερδοσκοπικά κέρδη της ΕΚΤ από τα Ελληνικά Ομόλογα (€10 δις περίπου) να χρησιμοποιηθούν στα πλαίσια ενός μοχλευμένου προγράμματος μέσω του τραπεζικού συστήματος για την τόνωση της ενεργού ζήτησης; Δεν θα έπρεπε κάθε ίχνος πόρου που εξοικονομείται, πέραν των υποχρεώσεών μας από την εκτέλεση του προγράμματος που εκτελούμε μέχρι το 2016, να επιστρέφεται στην εσωτερική ζήτηση;
δ) Η απομόχλευση των ιδιωτικών στεγαστικών κυρίως χαρτοφυλακίων θα πρέπει να διευκολυνθεί. Ένα μέρος του ποσού που ενίσχυσε την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα έπρεπε να κατευθυνθεί προς το σκοπό αυτό (και όχι μόνο προς τις τράπεζες), χωρίς να ενισχύσει όμως τον ηθικό κίνδυνο (μία πράξη ρύθμισης λόγω εξαιρετικής ύφεσης και όχι πλαίσιο διαρκών ρυθμίσεων).
ε) Η απομόχλευση ιδιωτικών επιχειρηματικών χαρτοφυλακίων (στρατηγικού για την οικονομία χαρακτήρα) θα έπρεπε κατ’ αντίστοιχο τρόπο να διευκολυνθεί.
στ) Θα πρέπει να υπάρξει ουσιαστική παρέμβαση στο σύστημα παιδείας και ιδιαίτερα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έστω και σε βάρος άλλων τμημάτων του δημοσίου. Λόγω της ανεργίας χάνουμε μία γενιά (απαξίωση και μετανάστευση). Χάνουμε όμως και την επόμενη γενιά λόγω της υποβάθμισης των συστημάτων εκπαίδευσης. Η διασύνδεση εξάλλου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την παραγωγή θα αυξήσει τις μελλοντικές δυνατότητες παραγωγής. Σε κάθε περίπτωση, ο εξορθολογισμός και η μεγέθυνση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο εξασφαλίζουν βιώσιμη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Αυτά τα σημεία περιελάμβανε και η πρόταση της Εξόδου, τον Αύγουστο του 2012. Εάν είχαν υλοποιηθεί τουλάχιστον ορισμένες από τις επιλογές αυτές, έστω και πρόσφατα, θα είχαμε την ανάκαμψη το 2013 και όχι με (αμφιβολίες) το 2014. Διότι δεν είναι μόνο τα μέτρα. Θα ήταν και οι προσδοκίες που θα συντηρούνταν. Ωστόσο, αυτός ο χρόνος μπορεί να κάνει τη διαφορά για τις αντοχές της κοινωνίας. Εάν μάλιστα είχαν υλοποιηθεί ορισμένες βασικές από τις προτάσεις αυτές, από την αρχή της εφαρμογής του προγράμματος, η ύφεση (και η ανεργία) θα ήταν μικρότερη τουλάχιστον κατά 50% από αυτήν που πράγματι συνέβη. Βλέπετε, οι διαφωνίες των δύο φυλών δεν είναι ασκήσεις επί χάρτου. Είναι η ίδια η ζωή, στη σκοτεινή και τη φωτεινή της εκδοχή.
ΥΓ. Στην επόμενη ανάρτηση θα συζητήσω το ποιες από τις δύο φυλές έχουν δικαιωθεί (και πόσο) από την πραγματικότητα μέχρι σήμερα, έστω κι αν η δεύτερη βρίσκεται στο περιθώριο της εξουσίας.
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.