Σε μία οριοθετημένη οικονομία οι επενδύσεις είναι «άρνηση» της σημερινής κατανάλωσης για να μπορεί αυτή να αυξηθεί (ευημερία) στο μέλλον και χρηματοδοτούνται από αποταμιεύσεις. Όμως στον πραγματικό μας κόσμο οι επενδύσεις μπορούν ν’ αυξάνονται μαζί με την κατανάλωση και μαζί με τη μείωση των αποταμιεύσεων και την αύξηση του χρέους (δημόσιου ή/και ιδιωτικού), εκτός εάν είναι επιδοτήσεις από το εξωτερικό. Δεν είναι απαραίτητα λάθος κάτι τέτοιο, αρκεί ο βαθμός ανάπτυξης (απόδοσης) από την επένδυση των δανεικών να είναι μεγαλύτερος του κόστους, δηλαδή του επιτοκίου δανεισμού (ΗΠΑ, American Exceptionalism).
Όμως κάποιος πρέπει να επενδύει στο χρέος σου και αυτό απαιτεί εμπιστοσύνη. Η συζήτηση για την εμπιστοσύνη στην οικονομία έχει έναν διαφορετικό χαρακτήρα (δημοσιονομική ισορροπία και ισορροπία εξωτερικού ισοζυγίου), είναι εκτός του ειδικότερου στόχου του σημειώματος. Εξάλλου πράγματι έχουμε κατακτήσει υψηλά επίπεδα αξιοπιστίας (αναβαθμίσεις δημόσιου και τραπεζικού τομέα), που θεωρούμε ότι θα διατηρηθούν στο μέλλον, εκτός εάν προκύψουν μείζονες γεωστρατηγικές κρίσεις (Ιράν, Ισραήλ) ή αναπάντεχη πολιτική εσωτερική πολιτική αστάθεια.
Πώς γίνεται λοιπόν να αυξηθούν οι επενδύσεις;
Ο μεγάλος οικονομικός κύκλος βρέθηκε στο κατώτατο σημείο του 2010 και το ανώτατό του σημείο εκτιμούμε ότι θα είναι γύρω στο 2030. Ο επόμενος κύκλος, ο οποίος βεβαίως θα αρχίσει με μειωμένο ρυθμό ανάπτυξης (κατωφέρεια, κοσμική ύφεση), θα αξιοποιήσει κυρίως την ΑΙ, την quandum πληροφορική και τις πράσινες επενδύσεις.
Αν δούμε όμως ποιοι τομείς προβλέπουμε ότι πρόκειται στην Ελλάδα να δραστηριοποιηθούν στα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, θα διαπιστώσουμε ότι η μεγαλύτερη μεταβολή εντοπίζεται στην κτηματική δραστηριότητα (real estate)! Το 2000 είχε το 17,6% της προστιθέμενης αξίας στην οικονομία και το 2025 εκτιμάται ότι θα έχει το 19,4%! Αυτό θα συμβεί όμως με μία περιορισμένη αύξηση των επενδύσεων στον χώρο αυτόν (από 5,28 δισ. ευρώ το 2025, το 2035 θα αυξηθούν στα 6,94 δισ. ευρώ πραγματικές τιμές), πράγμα που σημαίνει ότι οι πραγματικές αξίες της ακίνητης περιουσίας θα αυξηθούν σχετικά εντονότερα, γι’ αυτό και η ελκυστικότητα του κλάδου.
Η βιομηχανία θα κινηθεί περίπου στα σημερινά επίπεδα ενώ άλλοι βασικοί τομείς θα κινηθούν παρομοίως. Οι εκτιμήσεις αυτές δείχνουν ότι δεν επίκειται μία σημαντική μεταβολή της ποσοστιαίας διάρθρωσης των επενδύσεων.
Ποσοτικά το 2007 (το τελευταίο καλό έτος) οι επενδύσεις έφθασαν, σε πραγματικές τιμές, το 24% του ΑΕΠ. Το 2017 έφθαναν το 12% και σήμερα (2025) φθάνουν στο 17,7%. Το 2035 όμως εκτιμούμε ότι θα βρίσκονται στο 17,2%! Προφανώς παίζουν ρόλο και οι μεγατάσεις της πληθυσμιακής συρρίκνωσης (διαθέσιμο εργατικό δυναμικό), της ενεργειακής μεταβολής, της κλιματικής κρίσης και της γεωστρατηγικής αβεβαιότητας αλλά και το μικρό βάθος της ελληνικής αγοράς και η απόσταση από τις μεγάλες αγορές. Να σημειωθεί ότι οι ξένες άμεσες επενδύσεις το 2025 κινούνται γύρω στα 4 δισ. ευρώ και το 2035 θα κινούνται σε παρόμοια επίπεδα.
Τα μεγέθη μας βρίσκονται σε μία ισορροπία που αναδύει αφενός μεν τη βελτίωση των επενδυτικών συνθηκών που έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα αλλά και την προοπτική επικράτησης μίας σταθεροποίησης (μη βελτίωση) της παρούσας εικόνας.
Ίσως το μόνο μέγεθος που δείχνει μια θετικότερη τάση είναι οι δημόσιες επενδύσεις (ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανάκαμψης και λοιπά επενδυτικά ταμεία). Από 6 δισ. ευρώ που ήταν την περίοδο των μνημονίων βρίσκονται στα 11 δισ. το 2025, για να φθάσουν στα 12,60 δισ. ευρώ το 2035. Την ίδια στιγμή ο δείκτης ιδιωτικής αποταμίευσης, που είναι το ποσοστό του διαθέσιμου προσωπικού εισοδήματος που δεν καταναλώνεται, θα αρχίσει να κινείται από το αρνητικό ποσοστό που βρισκόταν τα τελευταία χρόνια γύρω στο +2%, έναντι +10% περίπου που εκτιμάται ότι βρίσκεται στην Ευρωζώνη. Προφανώς είτε οι πραγματικές αποταμιεύσεις βρίσκουν και άλλες διεξόδους (αγορές ακινήτων, αμοιβαία εξωτερικού, μαύρη οικονομία κ.τ.λ.) είτε η ανάγκη των Ελλήνων να διατηρούν ή να βελτιώνουν το βιοτικό τους επίπεδο μαζί με την αύξηση της φορολογικής εισπραξιμότητας, πιέζουν το ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος.
Μπορούμε να βελτιώσουμε την εικόνα αυτή πέρα από τις προβλέψεις; Μπορούμε ένα μέρος των ΑΠΕ να το δεσμεύσουμε σε data centers που είναι εξαιρετικά ενεργοβόρα; Μπορούμε να εκμεταλλευτούμε το γάλλιο για ενεργειακούς συσσωρευτές; Μπορεί η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί τη γεωστρατηγική της θέση διευκολύνοντας τους διεθνείς διαδρόμους προϊόντων ενέργειας, πληροφορίας και συγχρόνως να διευρύνει τις δικτυώσεις της με τον κόσμο; Μπορεί να επιδοθεί σε έναν αγώνα προσέλκυσης ταλέντων;
Μπορούμε να αποκτήσουμε ενεργότερο ρόλο στην κάλυψη των εξαγωγικών κενών που δημιουργούν οι εμπορικοί πόλεμοι; Μπορούν οι αμυντικές δαπάνες (διπλή χρήση καινοτομιών) να εξελιχθούν σε ευκαιρία; Μπορούμε το μειονέκτημα ότι βρισκόμαστε πίσω στην εκμετάλλευση της καινοτομίας να το εκμεταλλευτούμε και να το μετατρέψουμε σε πλεονέκτημα (πέρα από την παγίδα της μεσαίας τεχνολογίας); Δεν θα είμαστε οι πρώτοι που θα το κάνουν αυτό. Μπορούμε να απλοποιήσουμε γενναία τη νομοθετική διαδικασία και να βελτιώσουμε τους δείκτες διακυβέρνησης (δικαιοσύνη);
Μπορούμε να παρακινήσουμε τους 450.000 ανθρώπους ικανούς προς εργασία να βγουν από τα σπίτια τους και να εργαστούν; Μπορούμε να πείσουμε τους μικρούς επιχειρηματίες για τα θετικά των συνεργασιών; Μπορούμε να ξαναδούμε τον ρόλο των βιομηχανικών πολιτικών με ένα ευέλικτο αναπτυξιακό κράτος; Μπορούν οι πολιτικοί να αρχίσουν να σκέπτονται και μακροπρόθεσμα; Τι μπορούμε να βάλουμε από αυτά στη Συνταγματική Αναθεώρηση;
Εάν απαντήσουμε θετικά, τότε θα υπερβούμε θετικά τις προβλέψεις.
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Το Βήμα, 22 Ιουνίου 2025
