Όταν ήρθε η Covid-19 η ανθρωπότητα επιστράτευσε την αύξηση του χρέους για να ενισχύσει την επιβίωση της παρούσας γενεάς. Η επιχειρηματολογία προς τις επόμενες γενεές, από τις οποίες η αύξηση του χρέους στερεί ευημερία, ήταν ηθικά απλή: Πρέπει να ζήσουμε σήμερα για να υπάρξετε εσείς. Έτσι, τα παγκόσμια χρέη έφτασαν το 2020 το 258% του παγκόσμιου χρέους. Έκτοτε άρχισαν να μειώνονται (235% το 2024), αλλά τα επίπεδα χρέους βρίσκονται στην προέκταση της τάσης που διαμορφώθηκε κυρίως μετά τις κρίσεις της δεκαετίας του 1980, δηλαδή σε μακροχρόνια αυξητική τάση.
Το συνολικό χρέος των οικονομιών αποτελείται από τρία συστατικά μέρη με συνεχή αύξηση: το δημόσιο χρέος, το χρέος των νοικοκυριών και το χρέος των μη χρηματοοικονομικών οργανισμών. Όμως το στοιχείο που αυξάνεται περισσότερο είναι το δημόσιο χρέος. Αποκαλύπτει ότι η απόφαση της μείωσης της ευημερίας του μέλλοντος δεν είναι ένα παράγωγο της λειτουργίας του οικονομικού συστήματος (αντιμετώπιση της κυκλικότητας, εξωτερικών πιέσεων), αλλά είναι μια πολιτική απόφαση με βάση τις επιδιώξεις της πολιτικής τάξης. Ουσιαστικά μέσω της δανειακής μόχλευσης εξασφαλίζει την αποδοχή της από τους πολίτες ($2.000 σε κάθε Αμερικανό από τις εισπράξεις των δασμών αντί για μείωση του χρέους).
Αν δούμε τη δυναμική του παγκόσμιου χρέους βλέπουμε ότι την ενισχύουν δύο χώρες: οι ΗΠΑ και η Κίνα. Η πρώτη πλέον μεταβάλλεται σε μία αυταρχική δημοκρατική διακυβέρνηση και η δεύτερη είναι μια καθαρά μη φιλελεύθερη δημοκρατική. Είναι τυχαίο ότι είναι οι πρωταθλητές της αύξησης του χρέους;
Συνεπώς το χρέος θέτει επί τάπητος τη σχέση της ευημερίας των μελλοντικών γενεών και τη λειτουργία της δημοκρατίας. Η φιλελεύθερη δημοκρατία, από τον ορισμό της, αφορά το μέλλον (οι πολίτες ψηφίζουν για να κυβερνηθούν τα επόμενα τέσσερα χρόνια), άρα είναι ένα πολίτευμα το οποίο θα έπρεπε θεωρητικά να έχει την άποψη ότι το χρέος θα πρέπει να περιορίζεται, εκτός εάν συμβαίνουν έκτακτες συνθήκες εξωγενούς χαρακτήρα. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι η ομάδα χωρών που μειώνει το συνολικό παγκόσμιο χρέος είναι οι ανεπτυγμένες (δημοκρατικές) χώρες εκτός ΗΠΑ. Αλλά αυτό ισχύει βέβαια στον βαθμό που οι δημοκρατίες αυτές δεν καταλαμβάνονται από πολιτικές δυνάμεις οι οποίες προωθούν τις «αγόρασε τώρα, πλήρωσε αργότερα» πολιτικές.
Όμως οι φιλελεύθερες δημοκρατίες υποφέρουν και από ένα πρόσθετο σύνδρομο. Πρόκειται για τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα της πολιτικής σκέψης. Είναι η ίδια η διαδικασία εκλογής που ωθεί κατ’ αρχάς το εκλογικό σώμα και στη συνέχεια τους πολιτικούς εκπροσώπους του να αναπτύσσουν κίνητρα προτεραιοποίησης πολιτικών οι οποίες έχουν βραχυχρόνια αποτελέσματα. Ήταν ακριβώς αυτός ο τρόπος σκέψης που είναι υπεύθυνος για τις εκρήξεις χρέους (Ελλάδα – και όχι μόνο – πριν από το 2010).
Μία πολιτική για το μέλλον των επόμενων γενεών που θα αφορά το χρέος θα πρέπει να περιλαμβάνει μία συνολική θεσμική ανανέωση της πολιτικής σκέψης. Επίσης θα πρέπει να περιλαμβάνει τον τρόπο θεσμοθέτησης των ρυθμίσεων αλλά και του τρόπου εκλογής και ορισμού κρίσιμων οργάνων, κάνοντας έναν συνεχή επαναπροσδιορισμό του κόστους και του οφέλους (σε παρούσες αξίες). Ιδίως τη σημερινή εποχή του υπερακοντισμού της αβεβαιότητας είναι περισσότερο από ποτέ απαραίτητο. Δεν είναι απαραίτητο να περιμένουμε ή να προκαλέσουμε την επόμενη πληθωριστική κρίση (διέξοδος) για να απομειωθούν τα χρέη, γιατί οι κρίσεις αυτές έχουν συνήθως και μεγάλο κοινωνικό πόνο.
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Το Βήμα , 16 Νοεμβρίου 2025