ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΣΗΜΕΡΑ*

Σύνοψη

Στὶς διάφορες προκλήσεις τοῦ σημερινοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι πολλές, ὁ ἱερέας ἔχει νὰ ἀσκήσει τὸ λειτούργημά του μὲ ἐλευθερία, ἀσκώντας μιὰ ἐξουσία διακονίας σὲ ὅλο το εὖρος τοῦ ποιμαντικοῦ του ἔργου. Προσπαθεῖ νὰ διδάξει, νὰ λειτουργήσει, νὰ ἐπικοινωνήσει καὶ νὰ διακονήσει τὸ ποίμνιό του σὲ ἁρμονία πάντα μὲ τὶς συμβουλὲς τοῦ ἐπισκόπου. Παρ’ ὅλες τὶς ἀμφισβητήσεις καὶ τὶς ἀπαξιώσεις ἐκ μέρους τοῦ περιβάλλοντος κόσμου καὶ ὡς πρὸς τὴ σημασία τῶν συμβόλων καὶ παρ’ ὅλη τὴν προσπάθεια θεμελιώσεως τῶν ἀξιῶν καὶ τῶν ἀρετῶν κατὰ τρόπο ἀνθρωποκεντρικό, οἱ ἱερεῖς μας ἐμπνεόμενοι ἀπὸ ἀκράδαντη πίστη, ἐπιχειροῦν στὸ μέτρο ποὺ τοὺς ἐπιτρέπεται καὶ νὰ ἐπικαιροποιήσουν καὶ νὰ προσαρμόσουν τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου στὸ σήμερα. Ἀνταποκρίνονται στοὺς προβληματισμοὺς καὶ τὶς ἀμφιβολίες τοῦ περιβάλλοντος κόσμου καὶ βλέπουν διεξόδους καθότι ἡ Ποιμαντική, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχει καὶ δὲν ὁδηγεῖ σὲ ἀδιέξοδα.

 

Ὀνομάτων ἐπίσκεψις: Προκλήσεις καὶ Ποιμαντική

            «Ἀρχὴ σοφίας ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις». Θὰ πρέπει, λοιπόν, νὰ δοῦμε τὸ νόημα τῆς λέξεως πρόκληση, προκλήσεις, ἐφόσον περιλαμβάνεται στὸν τίτλο καὶ στὸν ὑπότιτλο τῆς εἰσηγήσεώς μας. Πρόκληση σύμφωνα μὲ τὸ Χρηστικὸ Λεξικὸ τῆς Νεοελληνικῆς Γλώσσας τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, Ἔκδοση τοῦ Βήματος τόμος 5, σ. 338 εἶναι «κάθε τί ποὺ παρουσιάζει δυσκολίες καὶ ἐνδιαφέρον, καὶ ἀπαιτεῖ ἱκανότητες γιὰ τὴν ἐπίλυση ἢ ἐπίτευξή του». Αὐτή, λοιπόν, ἡ λέξη χρησιμοποιήθηκε τελευταῖα γιὰ νὰ ἐπισημανθοῦν καταστάσεις, προβλήματα, δυσκολίες ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ Θεολογία καὶ ἡ Ποιμαντικὴ σήμερα, μάλιστα δὲ μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ 21ου αἰώνα.

Γιὰ μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς ἔκανε λόγο ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, στὴν Εἰσηγητικὴ Ὁμιλία του κατὰ τὴν ἔναρξιν τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου (20 Ἰουνίου 2016). Τί μεταξὺ ἄλλων ἀντιμετωπίζει ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα. Ἁπλῶς τὰ ἀναφέρω:

  • ἡ βία ἐναντίον τῆς Ὀρθοδοξίας ἐξ ὀνόματος τῆς θρησκείας·
  • ἡ ἐκκοσμίκευση καὶ ἡ ἀπώλεια τῆς αἴσθησης τοῦ ἱεροῦ στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο·
  • ἡ σύγχρονη τεχνολογία καὶ ἡ παγκοσμιοποίηση·
  • ἡ βιοτεχνολογία καὶ τὰ ζητήματα βιοηθικῆς ποὺ θέτει (μεταμοσχεύσεις, εὐθανασία κ.λπ.)·  
  • τὸ οἰκολογικό·
  • ἡ οἰκονομικὴ κρίση καὶ ἡ κοινωνικὴ ἀδικία·
  • ἡ ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας.

 (περ. «Ἐκκλησία» τεῦχος 7, Ἰούλιος 2016, σ. 625-635, ἰδιαίτερα  σ. 629).

             Θὰ προσέθετα ἀκόμη καὶ ὅλες ἐκεῖνες τὶς προκλήσεις ποὺ ἀναφέρονται:

  • στὰ θέματα τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογένειας σήμερα (διαζύγια, σύμφωνα συμβίωσης καὶ σύμφωνα συμβίωσης ἢ καὶ γάμου καὶ υἱοθεσίες τέκνων καὶ ἀπὸ ζευγάρια ὁμοφύλων, μονογονεϊκὲς οἰκογένειες, μικτοὶ γάμοι, ἐλεύθερες συμβιώσεις κ.τ.τ.).
  • στὴν πολυπολιτισμικότητα καὶ τὴν συνύπαρξη ποικίλων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καὶ θρησκευτικῶν κοινοτήτων σὲ κοινωνίες ποὺ παλαιότερα ἦταν ἀμιγεῖς.

Τῶν προκλήσεων καὶ τῶν προβλημάτων οὐκ ἔστιν ἀριθμός.

Καλό, ὅμως, εἶναι συνεχίζοντας τὴν τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψη νὰ ἐγκύψουμε καὶ στὸν ὅρο  Ποιμαντική, ἡ ὁποία καὶ προκαλεῖ καὶ προκαλεῖται. Ἡ Ποιμαντικὴ ἐκτὸς ἀπὸ ὀνομασία μαθήματος γιὰ ἱερεῖς καὶ θεολόγους στὰ προγράμματα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καὶ τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῶν Πανεπιστημίων μας -ἀλλὰ καὶ τῆς ἀλλοδαπῆς- εἶναι ὁ τρόπος ποὺ ἡ Ἐκκλησία ποιμαίνει, χειραγωγεῖ τοὺς πιστούς της, καὶ ὄχι μόνο αὐτούς, μὲ ἐπιστήμη καὶ τέχνη καὶ τοὺς ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία τους, κοντὰ στὸν Θεὸ Πατέρα. Μὲ ὁδηγό τους, δηλαδή, ὡς ἀρχηγὸ καὶ τελειωτὴ τῆς πίστεως τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν ἀρωγὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· στόχος της εἶναι ἡ ἔνταξή τους στὴν μία Ποίμνη ὑπὸ τὸν ἕνα Ποιμένα, δηλαδὴ στὴν Ἐκκλησία.

 

Ἐλευθερία - Ἐξουσία

«ἐκκλησιασμὸς» αὐτὸς προϋποθέτει τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἐν ἐλευθερίᾳ μὲ ὅλες τὶς συνέπειες ποὺ αὐτὴ συνεπάγεται. Οὐδεὶς ἐξαναγκάζεται σ΄αὐτὴ τὴν ἀκολουθία. Ἡ ἐλευθερία εἶναι τὸ ὅριο τῆς Ποιμαντικῆς. Γιατί ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος «ὅ,τι κάνεις χωρὶς ἐλευθερία δὲν ἔχει ἀξία». Ἡ ἀκολουθία αὐτὴ προϋποθέτει ἐπίσης τὴν ἄσκηση ἐκ μέρους τῶν ποιμένων μιᾶς αὐθεντικῆς ἐξουσίας στὸν τύπο τοῦ Ἰησοῦ ποὺ ἐνεργεῖ «ὡς ἐξουσίαν ἔχων» καὶ ὄχι ὡς ἐξουσιαστὴς  (Ματθαίου 7, 29).

            Μερικοί ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας φαίνεται ότι θέλουν νὰ ἔχουν τὸν πρῶτο καὶ τὸν τελευταῖο λόγο στὴν ζωὴ τῶν πιστῶν καὶ τῶν μὴ πιστῶν ἀκόμη! Νὰ ἀσκοῦν ἐξουσία στὸν τύπο τῶν ἐξουσιαστῶν τοῦ αἰῶνος τούτου (πολιτικῶν, στρατιωτικῶν, συνδικαλιστῶν καὶ λοιπῶν). Ὁ Κύριος μὲ λεπτὴ εἰρωνία εἶχε πάρει θέση ὅταν οἱ μαθητὲς φιλονικοῦσαν γιὰ τὸ πρωτεῖο μεταξύ τους ἀναφερόμενος «στοὺς βασιλιάδες τῶν ἐθνῶν ποὺ καταδυναστεύουν τοὺς λαούς τους καὶ στοὺς δυνάστες τους ποὺ τιτλοφοροῦνται εὐεργέτες» (Λουκᾶ 22, 24-25). Ὑπάρχουν ὅμως ἐξουσίες καὶ ἐξουσίες: «ὑμεῖς δὲ οὒχ οὕτως» (ἐσεῖς, ὅμως, δὲν πρέπει νὰ κάνετε τὸ ἴδιο, στίχος 26).

Στὴν ἄσκηση ἑνὸς τέτοιου τύπου ἐξουσίας κριτήριο παραμένει ἡ συμμόρφωση πρὸς τὸν Χριστὸν ποὺ ἐνεργοῦσε καὶ ἐνεργεῖ ὡς ἐξουσίαν ἔχων (Ματθαίου 7, 29), στὸ πλαίσιο μιᾶς συν-φωνίας τριαδικῆς ὑφῆς, τοῦ τύπου «ὁ Πατήρ, δι’ Υἱοῦ, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Ἡ ἐμβάθυνση καὶ στὴ ζωὴ καὶ στὶς σχέσεις μεταξύ τους τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως ἔχει παραδοθεῖ στὴ χριστιανικὴ διδασκαλία, εἶναι ὁπωσδήποτε μία πρόκληση γιὰ τὴν Ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας[1]. Ὁ καθένας στὴν Ἐκκλησία κατέχει τὴ θέση ποὺ τοῦ ἔχει δοθεῖ («ἕκαστος ἒφ’ ᾧ ἐτάχθη»). Μπαίνει στὴ θέση τοῦ ἄλλου κατανοώντας, ἀνεχόμενος, σεβόμενος καὶ παραδεχόμενος τὸν ἄλλον χωρὶς ὅμως νὰ τοῦ παίρνει καὶ τὴ θέση.

Καὶ ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ ἐξουσία εἶναι σοβαρὲς προκλήσεις πρὸς τὴν Ἐκκλησία.

            Οἱ δύο αὐτὲς προκλήσεις τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἐξουσίας δὲν χαρακτηρίζουν ὁπωσδήποτε μόνον τὸν 21ο αἰώνα. Παίρνουν σημαντικὴ θέση ὅμως ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἄνθρωποι σήμερα εἶναι ὑπερευαίσθητοι ὡς πρὸς αὐτές, ἀνεξάρτητα ἂν πολλὲς φορὲς τὶς θυσιάζουν γιὰ ἄλλα συμφέροντα[2]. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως μὲ τὴν Ποιμαντική της ὀφείλει νὰ τὶς διαφυλάξει καὶ νὰ διαπαιδαγωγήσει τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο ὅταν εἰσέρχεται στὸν πειρασμὸ νὰ ἀπεμπολήσει τὴν ὀρθὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας (τῶν ἐλευθεριῶν) καὶ τῆς ἐξουσίας (τῶν ἐξουσιῶν)[3]. Ἄλλωστε δὲν εἶναι οἱ μόνες προκλήσεις τῆς Ποιμαντικῆς. 

 

Τὸ ποιμαντικὸ ἔργο: κατηγορίες λειτουργίες – ἀρχὲς

            Ἔχοντας ἐξετάσει κάπως θεωρητικὰ τοὺς στόχους καὶ τὶς δύο βασικὲς προκλήσεις τῆς Ποιμαντικῆς, ποὺ εἶναι καὶ συνιστῶσες καὶ προϋποθέσεις τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου (τὸ δίδυμον: ἐλευθερία – ἐξουσία), ὀφείλουμε νὰ προχωρήσουμε σὲ πρακτικότερες ὄψεις αὐτοῦ τοῦ ἔργου καὶ τῶν ἀνθρώπων ποὺ τὸ ἐπιτελοῦν. Συνήθως, μεθοδολογικά, προσεγγίζουμε τὸ ποιμαντικὸ ἔργο μὲ ὀκτὼ κατηγορίες ποὺ τὶς ἐπισημαίνουν ὀκτὼ ἐρωτήματα.

Ποιὸς καὶ ὡς τί ποιμαίνει, ποιόν, ποῦ, πῶς, πότε, γιατί, πρὸς τί, σὲ τί (ὡς πρὸς τί).

Ἄς δώσουμε μιὰ σχηματικὴ παράσταση τῶν κατηγοριῶν καὶ τῶν προσεγγίσεων τοῦ ποιμαίνειν.   

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΙΜΑΙΝΕΙΝ

Προσεγγίσεις - Διαστάσεις

Τὸ ποιμαντικὸ ἔργο μποροῦμε ἐπίσης νὰ τὸ προσεγγίσουμε μὲ τὶς τέσσερις λειτουργίες του ποὺ ἐπιτελεῖ: τὴν Μαρτυρία, τὴν Λατρεία, τὴν Ἐπικοινωνία καὶ τὴν Διακονία βάσει τῶν τεσσάρων ποιμαντικῶν ἀρχῶν:  τῆς προσλήψεως, τῆς συνεργίας, τῆς ἐμπειρίας καὶ τῆς φιλοκαλίας.

Μερικὰ ἐρωτήματα ἔχουν ἤδη ἀπαντηθεῖ ἀπ’ τὸν ὁρισμὸ τῆς Ποιμαντικῆς ποὺ δώσαμε, ἰδιαίτερα τὸ γιατί καὶ τὸ πρὸς τί τῆς διαποιμάνσεως.

Ἄς ἔλθουμε τώρα στὸ ἑπόμενο ἐρώτημα:

Ποιὸςποιοὶ ποιμαίνουν;

Κύριοι συντελεστὲς εἶναι οἱ Ἱερεῖς μας. Ἐσεῖς, δηλαδή, ποὺ μὲ τὸν Ἐπίσκοπό σας «ὡς χορδαὶ κιθάρᾳ»  (ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος) κανοναρχεῖτε τὴν μελωδίᾳ τοῦ Θεοῦ στὰ ὦτα τῶν ἀκουόντων. Ἕνας σύγχρονος ποιητής μας, ὁ Τάσος Λειβαδίτης, διατυπώνει μὲ χαρακτηριστικὸ τρόπο στὶς Συνομιλίες του αὐτὴ τὴν συνέργεια:  «Κύριε, εἶσαι ἡ μεγάλη ἅρπα κι εἶμαι τὸ ἐφήμερο χέρι ποὺ ξυπνάει τὶς μελῳδίες σου». 

Σ’ αὐτὸ τὸ ποιμαντικὸ ἔργο σύμφωνα μὲ τὴν ἔμφαση ποὺ δίδει ἡ ποιμνιο-κεντρικὴ Ποιμαντικὴ (σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ποιμενο-κεντρικὴ Ποιμαντικὴ), συνεργὸς εἶναι καὶ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, οἱ λαϊκοί μας ποὺ βοηθοῦν καὶ συν-τρέχουν σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο.

 

Θὰ ἄξιζε τὸν κόπο, ἂν δὲν ἔχει γίνει μέχρι τώρα, νὰ ἐρευνηθεῖ ἡ ταυτότητα τῶν ἱερέων ποὺ ὑπηρετοῦν σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸν χῶρο: προέλευση, μορφωτικὸ ἐπίπεδο, ἡλικία, ἐμπειρίες, προσόντα κ.τ.τ. γιὰ καλύτερο ἐπιμερισμὸ τοῦ ἔργου τὸ ὁποῖο ἐπιτελοῦν.

Ἀντίστοιχα μπορεῖ νὰ τύχει διερεύνησης καὶ τὸ ἀνθρώπινο δυναμικὸ ποὺ συνεπικουρεῖ αὐτὸ τὸ ἔργο. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐνεργὰ συμμετέχουν στὴν ἐπαγγελματικὴ καὶ κοινωνικὴ ζωή. Εἶναι ἀκόμα καὶ οἱ συνταξιοῦχοι καὶ οἱ ἄνεργοι κ.λ.π. Νὰ διερευνηθεῖ, ἐπίσης, τὸ μορφωτικὸ ἐπίπεδο ποὺ ἔχουν καὶ ἄλλα σχετικὰ στοιχεῖα, ὅπως ὁ χρόνος ποὺ διαθέτουν, τεχνικὲς δεξιότητες ποὺ κατέχουν κ.ἄ. Αὐτὸ εἶναι σχετικὰ εὔκολο νὰ διαπιστωθεῖ, γιατί οἱ ἱερεῖς γνωρίζουν καὶ μποροῦν νὰ ἀξιολογήσουν τοὺς συνεργάτες τους.

Παράλληλα εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ δοῦμε σὲ ποιοὺς ἀναφέρεται τὸ ποιμαντικό μας ἔργο στὶς κοινότητες καὶ τὶς ἐνορίες μας.

Ποιοὺς ποιμαίνουμε;

            Ἀσφαλῶς ὑπάρχει ποικιλία προσώπων καὶ οἰκογενειῶν. Ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν βαθειὰ μὲ στέρεη πίστη καὶ συνέπεια στὰ πιστεύω τους. Ἄλλοι ποὺ ἀμφιβάλλουν καὶ ἐγείρουν συνεχῶς ἐρωτήματα καὶ δυσκολεύονται σὲ θέματα πίστεως καὶ ἀκολουθίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως. Οἰκογένειες ἀμιγῶς ὀρθόδοξες ἢ ποὺ ζοῦν σὲ μικτοὺς γάμους ἢ ἄλλοι ποὺ εἶναι συνδεδεμένοι μὲ ἄτομα ἄλλης θρησκείας ἐνδεχομένως. Ἄλλοι ποὺ καίτοι δὲν τὸν ἀποκλείουν τὸν θρησκευτικὸ γάμο ἐν τούτοις συνάπτουν πολιτικὸ γάμο ἢ ἕνα σύμφωνο συμβίωσης ἀλλὰ βαφτίζουν τὰ παιδιά τους ὀρθόδοξα στὴν Ἐκκλησία. Ἐπίσης ἄτομα ποὺ ἀποκλίνουν ἀπὸ καθιερωμένους δεσμοὺς καὶ ἐμπλέκονται σὲ ἄλλου τύπου δεσμεύσεις καὶ συμβάσεις.

            Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ γνωρίζει ὁ ἱερεὺς καὶ οἱ συνεργάτες του γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ διατυπώσουν καὶ νὰ ἐφαρμόσουν μία σωστὴ διαποίμανση. Δὲν χρειάζεται νὰ γνωρίζουν μόνο μιὰ ὀρθὴ Θεολογία καὶ Ἐκκλησιολογία – ἀπαραίτητη, βέβαια, προϋπόθεση - ἀλλὰ νὰ γνωρίζουν σωστὰ καὶ ἐπακριβῶς τὸ ποίμνιό τους, τὴ λογικὴ ποίμνη ποὺ τοὺς ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεὸς ὡς ποιμένες (παράδειγμα ὁ καθηγητὴς τῶν μαθηματικῶν, τὰ μαθηματικὰ κι ὁ Γιαννάκης). Γνωρίζοντας τοὺς ἐνορίτες καὶ τὶς ἐνορίτισσες θὰ προσαρμόσει ἀνάλογα τὴν Κατήχηση, τὴν προετοιμασία γιὰ τὸν γάμο, τὴν συμπαράστασή του στὸν πόνο, τὴν ἀρρώστια, τὶς ἀπώλειες, τὸ θάνατο καὶ ἄλλες καταστάσεις ποὺ δυσκολεύουν τοὺς ἀνθρώπους.

            Γνωρίζοντας, ὁ Ἱερέας τὶς δυσκολίες μιᾶς ἀστικῆς ποιμαντικῆς θὰ προσαρμόσει τὸ ἔργο του στὶς ἀνάγκες αὐτῆς τῆς κοινωνίας καὶ αὐτοῦ τοῦ περίγυρου. Γνωρίζω, ὅτι καὶ ὁ Μητροπολίτης σας καὶ ἐσεῖς καταβάλλετε κάθε προσπάθεια γιὰ νὰ ἀνταποκριθεῖτε στὶς σύγχρονες ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου σας καὶ λαμβάνετε ὑπόψη, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ διακονεῖτε, ἐκτὸς ἀπὸ καθαρὰ θρησκευτικὲς ἀνάγκες ἔχουν καὶ ἄλλες ἀνάγκες, ὅπως τὴ διατήρηση τῆς ἐθνικῆς τους ταυτότητας καὶ τῆς πολιτιστικῆς τους κληρονομιᾶς καὶ ταυτόχρονα ἐκ τῶν πραγμάτων συμμετέχουν στὸ εὐρωπαϊκὸ γίγνεσθαι καὶ τῶν κοινοτήτων στὶς ὁποῖες ζοῦν, ἐργάζονται καὶ δραστηριοποιοῦνται, στὸ Κέντρο τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης, δηλαδή.

            Μὲ αὐτὰ τὰ ὀλίγα περιγράψαμε ἔστω καὶ συνοπτικὰ δυὸ ἄλλα ἐρωτήματα σὲ τί (δηλαδὴ ὡς πρὸς τί) ποιμαίνουμε καὶ ποῦ ποιμαίνουμε; Μᾶς ἀπομένουν κάποιες ἀπαντήσεις στὸ πότε καὶ τὸ πῶς τοῦ ποιμαντικοῦ μας ἔργου.

Πότε ποιμαίνουμε;

            Πάντοτε, νῦν καὶ ἀεί, ὁποτεδήποτε. «Ἐν παντὶ καιρῷ καὶ πάσῃ ὥρα». Ὁ χρόνος μεταμορφώνεται σὲ καιρὸ εὐπρόσδεκτο (εὐνοίας), σὲ ἡμέρα σωτηρίας (2 Κορινθίους 6, 2). Ζοῦμε τὴ στιγμὴ ἐνεργώντας ποιμαντικὰ καὶ φροντίζουμε «τὸ χθὲς νὰ συναντάει τὸ μέλλον σήμερα».

            Ἀνάλογη εἶναι καὶ ἡ μεθοδολογικὴ προσέγγιση, τὸ πῶς, δηλαδή, τῆς διαποίμανσης.

Πῶς ποιμαίνουμε;

 Μὲ ποιοὺς τρόπους, μὲ ποιὰ μέσα, μὲ ποιὲς μεθόδους καὶ τεχνικὲς ἐπιτελεῖται τὸ ποιμαντικὸ ἔργο;  Ἐκεῖνο ποῦ χαρακτηρίζει αὐτὴ τὴν προσέγγιση, εἶναι τὸ πολύτροπον τοῦ πράγματος, ποὺ μᾶς ἐνθυμίζει τὸ «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως» τῆς φανερώσεως τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀναφέρεται στὴν πρὸς  Ἑβραίους ἐπιστολὴ (1,1). Μᾶς προβάλλει ἐπίσης τὸ «πάντως» (μὲ κάθε τρόπο, ὁπωσδήποτε) τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὸ ἐδάφιο τῆς 1 πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς του: «τος πσι γγονα τ πντα, να πντως τινς σσω» (9, 22). Ἡ  Ἐκκλησία, στὴν ἄσκηση τοῦ ποιμαντικοῦ της ἔργου, δὲν παραλείπει, δὲν παραθεωρεῖ τίποτε ἀπὸ ὅλα ὅσα εἶναι δυνατὸν νὰ χρησιμεύσουν στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου, χωρὶς ἐντούτοις νὰ ἀποδέχεται ὅτι «ὁ σκοπὸς ἁγιάζει τὰ μέσα».

Μοιάζει σὰν ἐκεῖνον τὸν οἰκοδεσπότη «στις κβλλει κ το θησαυρο ατο καιν κα παλαι». Συνδυάζει τὸ καινούριο μὲ τὸ παλιό, χρησιμοποιώντας τὸ παλαιὸ ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ νεωτέρου (Ματθαίου 13, 52). Ἡ Ἐκκλησία ἐνεργεῖ βάσει συγκεκριμένων ρχν: Προσλαμβνει στὴν ὑπηρεσία τῆς τὸν κόσμο καὶ τὰ τοῦ κόσμου, τὸν ἐνσωματώνει κάνοντάς τον οἰκεῖο, τὸν προσοικειώνεται, ἐνῶ τὸν διακονεῖ καὶ τὸν θεραπεύει μὲ τὴν ἐξιδιοποίηση ἐλλείψεων καὶ σφαλμάτων (τὰ φορτώνεται πάνω της). Σὰν τὸν Δημιουργὸ ποὺ ἐμφύσησε στὸ χῶμα ζωή, ἔτσι καὶ ἡ  Ἐκκλησία ἀναμορφώνει τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο, ἐπαναφέροντάς τους στὸ ἀρχαῖο κάλλος, καὶ τοὺς μεταμορφώνει φιλοκαλικὰ συνεργοῦσα ἐν ἐλευθερίᾳ μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις τους (τέχνη, ἐπιστήμη, πολιτικὴ κ. ἄ.), ἐφ’ ὅσον καὶ αὐτὲς τὸ ἐπιθυμοῦν ἢ τουλάχιστον δὲν ἀντιτίθενται σ’ αὐτὴ τὴ συν-έργεια. Συνεργάζεται ἀκόμη μὲ τὶς δυνάμεις καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως, τὰ ὁποῖα καὶ μετα-στοιχειώνει (νερό, ψωμί, κρασί, λάδι, ἄνθη, ἀρώματα κ.λπ.). Ἐπιδιώκει τὴν ἀντίδοση τῶν ἰδιωμάτων μεταξὺ ἐκείνων ποὺ προσλαμβάνουν καὶ ἐκείνων ποὺ προσλαμβάνονται καὶ συνεργοῦν. Στόχος τῆς εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ γνώση καὶ δοκιμὴ καὶ σκοπεύει στὴ σύζευξη θεωρίας καὶ πράξεως, ὑλικοῦ καὶ πνευματικοῦ, ψυχικοῦ καὶ σωματικοῦ. 

Η μπειρα αὐτὴ προάγεται στὸ μέτρο ποὺ ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει αὐθεντικὰ τὸν ἑαυτό του (ατογνωσα), ὑπὸ ἔγκυρη καὶ ἔμπειρη καθοδήγηση. Τότε μόνο εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸν ἑαυτό του νὰ γνωρίσει, καὶ τὸν ἄλλο (τερογνωσα), καὶ τὸν κόσμο (κοσμογνωσα) καὶ τὸν Θεὸ (θεογνωσα) καὶ ν’ ἀξιωθεῖ νὰ διδάξει καὶ ἄλλους. Ἀλλιώτικα εἶναι «πικνδυνον τν μ δι πρακτικο βου ναχθντα διδσκειν»[4] («εἶναι ἐπικίνδυνο νὰ διδάσκει ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει προχωρήσει μὲ ἄσκηση στὴν πνευματικὴ ζωὴ» (Ἀμμὰ Συγκλητική).

Συνοπτικά, ἀμέσως πιὸ πάνω, ὑπομνήσαμε τὶς ἀρχὲς ἐκεῖνες ποὺ μποροῦν νὰ μᾶς ὁδηγήσουν ἀναλόγως καὶ στὴν ἀνάπτυξη ἐπὶ μέρους μεθόδων, τεχνικῶν, μέσων καὶ τρόπων γιὰ τὴν ἄσκηση τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου. Τέτοιες ἀρχὲς εἶναι, ὅπως εἴδαμε, τῆς πρσληψης, τῆς συνεργας, τῆς φιλοκαλας καὶ τῆς μπειρας[5].

Ἀνάλογα μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει ὁ ἱερέας μὲ τοὺς συνεργάτες του σὲ ὅλο το φάσμα τῶν τεσσάρων λειτουργιῶν τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου ποὺ ἀπαριθμήσαμε λίγο πιὸ πάνω: τὴν  μαρτυρία, τὴν λατρεία, τὴν επικοινωνία καὶ τὴν διακονία.

Αὐτὲς οἱ λειτουργίες ὅσο καὶ νὰ διαφοροποιοῦνται στὶς μορφὲς ποὺ θὰ πάρουν ἐνεργοποιούμενες, δὲν αὐτονομοῦνται, δὲν λειτουργεῖ, δηλαδή, ἡ μία ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀλλὰ συντονίζονται, ἔτσι ὥστε ὅλες νὰ σκοπεύουν στὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ σκοπὸ ποὺ ἀναφέρθηκε, στὴ συγκρότηση καὶ οἰκοδόμηση τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Παραστατικὰ ἀποδίδει τὰ ἀνωτέρω τὸ πιὸ κάτω σκίτσο, τὸ ὁποῖο ὑπερβαίνει τὴν αὐτονομία καὶ παραπέμπει στὴ σύνθεση τῶν λειτουργιῶν.

ΤΟ  ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΟ  ΕΡΓΟ  ΚΑΙ  ΟΙ  ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ

ἤ κουαρτέτο ἐγχόρδων (ὁ διευθυντής ὀρχήστρας: συντονιστής – πορθμεύς)

 

«Μία ποικιλία ἐνορχηστρωμένη ἁρμονικά»

        

Ἀμφισβητήσεις καὶ ἀπαξιώσεις

Ἔχω τὴν ἐντύπωση, ὅτι μέχρι τώρα ἔχουμε καταστρώσει ἕναν ὁδικὸ χάρτη πορείας γιὰ νὰ προσεγγίσουμε θεωρητικὰ ἀλλὰ καὶ πρακτικὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Ἱερέα στὸ Κέντρο τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης. Μιᾶς Εὐρώπης ποὺ ζεῖ εὐτυχεῖς στιγμὲς συνεννοήσεων ἀλλὰ καὶ πικρὲς στιγμὲς διαφωνιῶν, μὲ ἀντιθέσεις Βορρᾶ καὶ Νότου, μὲ τὴ μεγάλη πρόκληση τοῦ προσφυγικοῦ καὶ τοῦ κινδύνου ἀλλοιώσεως πληθυσμιακῶν μεγεθῶν καὶ πολιτιστικῶν ἀξιῶν. Μὲ ἀμφισβητήσεις σὲ ζητήματα θρησκευτικῶν προσανατολισμῶν καὶ ἀπαξιώσεις τῶν μέχρι τώρα θεωρουμένων ὡς  βασικῶν αὐτονόητων θεμελίων της. 

            Σημειώνουμε μὲ ἔμφαση, ὅτι στὴν Εὐρωπαϊκὴ Συνθήκη δὲν θέλησαν οἱ εὐρωπαῖοι ἰθύνοντες οὔτε κὰν νὰ κάνουν μνεία τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς συμβολῆς του στὴ γένεση τῆς Εὐρώπης[6]. Ἀπὸ τὸ «μνημονευτέον τοῦ Θεοῦ ἢ ἀναπνευστέον» τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «ἐκκωφαντικὴ» σιγὴ ἐπικρατεῖ στὰ ἀφορῶντα τὸν Θεὸ καὶ πλήρης ἀπάλειψη τῶν θρησκευτικῶν συμβόλων. Ἕνα νέο εἶδος, μὲ ἀρνητικὸ πρόσημο, ἀνεξιθρησκείας. Κανένα σημάδι νὰ μὴν ὑποδηλώνει ἢ νὰ παραπέμπει στὴν Παρουσία του Θεού.

Σὲ τελείως διαφορετικὴ κατεύθυνση κινεῖται αὐθόρμητα ὁ ὀρθόδοξος χριστιανὸς ποὺ συνειδητὰ ὑπερθεματίζει τὸν ἅγιο Γρηγόριο ἀναφωνώντας: «Θὰ σὲ θυμᾶμαι δυὸ φορὲς καὶ μία θ’ ἀναπνέω» (Γρηγόρης Στάθης). Ἀναφορικὰ δὲ μὲ τὰ σύμβολα εἶναι χρήσιμο νὰ παραθέσουμε ἕνα  ἐνδεικτικὸ ἀπόσπασμα τοῦ ἀριστεροῦ συγγραφέα Δημήτρη Χατζῆ (1913-1981) χρονολογούμενο ἀπὸ τὸ 1930 (ἐφημερίδα «Ἤπειρος» 4-6-1930) γιὰ τὴν ἀξία καὶ τὴ σημασία τῶν συμβόλων:

«Ἐὰν ὑπάρχει “Πίστις” ὀφείλεται εἰς τὰ σύμβολα, αὐτὰ τὰ φτωχά, τὰ ταπεινά… τὸ κόνισμα, τὴν κανδύλα, τὸν Δεσπότην, τὸ κερί, ὅπως καὶ ἐὰν ὑπάρχει Ἐθνικισμὸς καὶ Ἐθνικιστικὰ ἰδανικὰ ὀφείλονται εἰς μερικὰ σύμβολα, τὴν φουστανέλλαν, τὸν ἀργαλειόν, τὰ σύμβολα τῶν λαϊκῶν παραδόσεων καὶ μύθων καὶ τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν»[7].

Ἔχει σημασία ἡ μαρτυρία αὐτὴ καὶ ἀπὸ ποιὸν προέρχεται!

            Ἄς κινηθοῦμε, ὅμως, τώρα διαπιστωτικὰ γιὰ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι σήμερα ἡ Θεολογία, ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Ποιμαντική της  προκαλοῦνται σκληρὰ ἀπὸ φαινόμενα ποὺ πάντα ὑπῆρχαν ἀλλὰ ὀξύνθησαν ἀπὸ τὶς ἀρχές τοῦ 21ου αιώνα.

Ἔτσι ἔχουμε τὴν «σταυροφορία» (sic) τῶν νέων ἀθεϊστῶν. Καραδοκοῦν καὶ ἐπιτίθενται[8]. Ἀλλὰ καὶ μία μὴ μαχητικὴ ἀπιστία ποὺ διαχέεται στοὺς ὁρίζοντες τοῦ κόσμου, εἶναι καὶ αὐτὴ μία ἀρνητικὴ κατάσταση ποὺ ἀντιπαλεύει τὴν Ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας[9]. Οἱ ἄνθρωποι, ὅπως ἰσχυρίζονται, δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ παλαιὲς καὶ καινὲς Διαθῆκες (συμφωνίες δηλαδή) μὲ τὸν Θεό. Τοὺς ἀρκοῦν οἱ δικές τους συμβάσεις, συμφωνίες, συμφωνητικά, μνημόνια.

Ἐπισημαίνω μιὰ διάχυτη πεποίθηση αὐτάρκειας τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐπαναφέρει τὸ παλαιὸ σοφιστικὸ ἀξίωμα ὅτι «ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέτρον παντὸς» (Ἀνθρωποκεντρικός οὑμανισμός). Καὶ οἱ ἀξίες εἶναι ἀνθρώπινες κατασκευές, δημιουργήματα τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν, καὶ οἱ ἀρετὲς εἶναι ἀπρόσωπες ἰδέες.

  • Σὲ ἐποχὲς ἐκπτώσεων πρὸς ἀντιμετώπιση τῆς οἰκονομικῆς ὕφεσης διαπιστώνουμε καὶ ἐκπτώσεις συνεχεῖς καὶ ἀνατιμήσεις στὶς ἀξίες μὲ τὶς ὁποῖες μέχρι τώρα εἴχαμε συνηθίσει νὰ συναλλασσόμαστε. Τὸ ἐρώτημα ἀσφαλῶς παραμένει, ἂν οἱ ἀξίες ἔχουν αἰώνια ἀξία ἢ εἶναι συμβατικές, προϊὸν μιᾶς σύμβασης, μιᾶς συμφωνίας. Ἔχουν θρησκευτικὴ βάση στηριζόμενες σὲ ἀποκαλυπτικὰ κείμενα ἢ εἶναι μία σύν-βαση, ἕνα κοινωνικὸ συν-βόλαιο; Εἶναι πάντως πολλοὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀμφιβάλλουν ἂν ἀποδεκτές μποροῦν νὰ γίνουν ὡς ἀξίες μόνον ἐκεῖνες τοῦ παρελθόντος. Αὐτό, βέβαια, μπορεῖ νὰ δικαιολογεῖται ἂν τὶς ἀξίες ποὺ προηγήθηκαν τὶς ἐκλάβουμε σὰν κάτι τὸ στατικό, τὸ ἀκίνητο.

Σημασία ἔχει νὰ ἀξιοποιοῦμε τὸ πρίν, χωρὶς νὰ τὸ διαφυλάσσουμε μουσειακὰ καὶ νὰ τὸ ἐξιδανικεύουμε, χωρὶς, ὅμως, καὶ νὰ μεμψιμοιροῦμε γιὰ τὸ τώρα, παραδίδοντάς το στὸ μετά, μὲ τὴ συναίσθηση ὅτι αὐτὸ ποὺ κάνουμε τώρα παρατίθεται στοὺς ἑπομένους δυναμικά, κινητικὰ πρὸς τὸ μέλλον.

  • Οἱ ἀρετὲς δὲν εἶναι ἀπρόσωπες ἰδέες. Προσωποποιοῦνται καὶ ἐνσαρκώνονται στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐκπροσωπεῖ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Οἱ ἀρετὲς ὑποστασιάζονται καὶ Αὐτὸς εἶναι ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀλήθεια, ἡ ζωή. Στὴν ἀνθρωπολογία ποὺ χτίζεται μὲ μόχθο ἐπὶ γενεὲς γενεῶν ἀνθρώπων ἀντι-προβάλλεται ἡ θεανθρωπολογία ἑνὸς Θεοῦ «τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν» (ποὺ εἴμαστε δική του γενιὰ, Πράξεις 17, 28).

            Ἕνα ἄλλο ζήτημα ποὺ ἐμφανίζεται εἶναι συναφὲς πρὸς τὸ προηγούμενο. Εἶναι μιὰ αἴσθηση παντοδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου ὀφειλόμενη στὴν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης καὶ ἰδιαίτερα στὴν βιοτεχνολογία μὲ ἐπιπτώσεις στὶς ἀντιλήψεις περὶ βιοηθικῆς καὶ εὐθανασίας. Ὁ ἄνθρωπος μὲ ἔπαρση πιστεύει ὅτι εἶναι κύριος της ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καὶ διαχειριστὴς μεγεθῶν ποὺ τὸν ἀφοροῦν. Ἐφόσον μάλιστα ἀρνεῖται ἢ ἀγνοεῖ τὸν Θεὸ καὶ δὲν πιστεύει στὴν μετὰ θάνατον ζωὴ ἀποφασίζει γιὰ τὶς τύχες του μόνος του. Μὲ αὐτή του τὴ στάση ὁ ἄνθρωπος «πιστοποιεῖ» τὴν ἀπιστία του.

            Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, σεβόμενη τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου χωρὶς νὰ παραιτεῖται ἀπό τὶς ἀρχές Της τροχιοδρομεῖ διακριτικὰ μιὰ ποιμαντικὴ προσέγγιση τῆς ἀπιστίας ὡς βοηθείας πρὸς τὴν πίστη. Αὐτὸ δὲν θὰ τὴν κάνει νὰ ἀναιρέσει τὴν πίστη της στὴν μοναδικότητα τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀλήθειας περὶ Θεοῦ ποὺ ἐκπροσωπεῖ. Τὸ τάκτ μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τὸ διακηρύξει δὲν μπορεῖ νὰ ἀναιρέσει τὴν αὐτοπεποίθησή της ἔναντί τῶν ἀληθειῶν τῶν ἄλλων θρησκειῶν, τῶν φιλοσοφιῶν, τῶν ἐπιστημῶν. Ἐδῶ δὲν χωροῦν συμβιβασμοί.

 

 

Ἐπικαιροποίηση - προσαρμογή

Ἕνα ζήτημα στὸ ὁποῖο ἐπανέρχονται συχνὰ οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ μας ἀφορᾶ στὴν ἐπικαιροποίηση τοῦ μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ εὐαγγελικὸ μήνυμα ἰσχύει καὶ γιὰ σήμερα ἢ ἦταν κατάλληλο γιὰ μιὰ συγκεκριμένη ἐποχὴ, τότε ποὺ «ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» καὶ μόνο τότε; Πολλὲς φωνὲς ἀπαιτοῦν τὴν προσαρμογὴ τοῦ Εὐαγγελίου στὶς σημερινὲς συνθῆκες καὶ ἐπιταγές. Ὁ λόγος μας νὰ ἀνταποκρίνεται στὶς σημερινὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι γνωστό το ἀξίωμα ποὺ ἀπαιτεῖ: «ἢ προσαρμόζεσαι ἢ πεθαίνεις»  (adapt or die). Ἀλλὰ ἡ σοφία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ποιμένων της δὲν μπορεῖ νὰ ζεῖ μὲ ἐκπτώσεις, γιατί ὁ λόγος της θὰ κηρυχθεῖ τότε ἔκπτωτος. Ὁπωσδήποτε στὴν παρακαταθήκη της ἔχει καὶ τὴν ἄσκηση τῆς Οἰκονομίας ἀλλὰ ὅπως διετείνετο καὶ ὁ Καθηγητής μας τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου Ἁμίλκας Ἀλιβιζάτος «ἡ πολλὴ Οἰκονομία φτώχυνε τὴν Ἐκκλησία».

Ἀσφαλῶς ἡ συζήτηση γιὰ προσαρμογὴ πηγαίνει πέρα ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς Οἰκονομίας στὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα καὶ στὴν καθημερινὴ ζωὴ τῶν πιστῶν. Ἐδῶ τίθενται μιὰ σειρὰ ἀπὸ ζητήματα ποὺ ἀπαιτοῦν τὴν ἀνθρώπινη σύνεση καὶ τὸν ἄνωθεν φωτισμό. Αὐτά, γενικά, φαίνονται ἀποδεκτὰ, στὴν πράξη, ὅμως, θὰ χρειασθεῖ συγκεκριμένη ἀντιμετώπιση κατὰ περίπτωση. Στὸν λαβύρινθο τῶν δυσκολιῶν ποὺ θὰ ἀντιμετωπίσουμε ἄς ἔχουμε ὡς ὁδηγητικὸ μίτο τὴν ποιμαντικὴ κατεύθυνση ποὺ ὑποδεικνύει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «τοῖς πᾶσι γένονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω» («Γιὰ τοὺς πάντες ἔγινα τὰ πάντα ἔτσι ὥστε μὲ κάθε τρόπο νὰ σώσω μερικούς», 1 Κορ. 9, 22).

Συναφὲς πρὸς τὴν προσαρμογὴ εἶναι καί τὸ ζήτημα τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ[10]. Αἰσθανόμαστε ἔντονα καὶ ἀκούγεται συχνὰ ὅτι οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀκατήχητοι καὶ ἀγνοοῦν στοιχειώδεις διδασκαλίες της. Ἐκφέρουν γνῶμες ποὺ πόρρῳ ἀπέχουν ἀπὸ τὶς πραγματικὲς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας. Τὶς διατυπώνουν μὲ ἔμφαση καὶ μὲ πλήρη αὐτοπεποίθηση ὅτι κατέχουν τὴν πᾶσαν ἀλήθειαν. Εἶναι μεγάλο θέμα τὸ πῶς οἱ πιστοὶ θὰ ἐγκολπωθοῦν μὲ τρόπο ὀρθὸ καὶ ὀρθόδοξο τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς θὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ ἐντολὴ τοῦ «μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη», ἐντὸς καὶ ἐκτός;

        

Προβληματισμοὶ καὶ ἀμφιβολίες

Ἡ Ποιμαντική τῆς Ἐκκλησίας ἔχει νὰ ἀντιπαλαίσει ἀκόμη μὲ χίλιες δυὸ ἀντιρρήσεις καὶ χίλιες δυὸ πεποιθήσεις, ὅταν μάλιστα ἀπευθύνεται καὶ στὴν εὐρύτερη κοινωνία καὶ ὄχι μόνο στὸ στενὸ κύκλο τῶν κατὰ παράδοση πιστῶν τέκνων της. Εἶναι γεγονός, ὅτι ὁ ἀδιάφορος πρὸς τὴν Ἐκκλησία ἄνθρωπος, ἀλλὰ καὶ ὁ σύγχρονος πιστός, προβληματίζεται συχνὰ μὲ ὅσα δεδομένα γιὰ τὴν πίστη καὶ τὸ χριστιανικὸ ἦθος τοῦ ἔχουν μέχρι τώρα παραδοθεῖ.

Πολλὲς φορὲς ἐκφράζει ἀμφιβολίες σὲ θέματα πίστεως καὶ μεταγραφῆς τοῦ δόγματος στὴν καθημερινότητα. Ἀδυνατεῖ νὰ κατανοήσει καὶ τὴν πίστη ἀλλὰ καὶ τὰ μεγάλα τῆς πίστεως κατορθώματα. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ τριαδικὸ δόγμα ἀλλὰ καὶ τὴν οὐσία τῆς Ἐκκλησίας ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὸ «Πιστεύω» ἀλλὰ καὶ τὶς ἄλλες καθημερινὲς προσευχὲς, τὸ «Πάτερ ἡμῶν» καὶ τὸ «Βασιλεῦ Οὐράνιε», ὅταν εἶναι τόσα ὅλα αὐτὰ ποὺ κυκλοφοροῦν στὶς κοινωνίες μας καὶ ἀντιστρατεύονται τὶς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας;

Πολλοὶ σύγχρονοί μας ἐκθρονίζουν τὸν Θεὸ Πατέρα ἀπὸ τὸν οὐράνιο θρόνο του καὶ μεταθέτουν τὴν πατρικὴ ἐπίκληση σὲ πρόσωπα τῆς γῆς (Μπολιβάρ, Τσάβες) φέρνοντας στὴ μνήμη τὸ ποίημα τοῦ Γ. Βερίτη ποὺ συνοψίζει τὴ στάση τῶν υἱῶν τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς ἀρνήσεως: «Δὲν θὰ σὲ ποῦμε πιὰ πατέρα…».

Ἄς πάρουμε ὡς χαρακτηριστικὸ παράδειγμα αὐτῆς τῆς «ἐκθρονίσεως» τὸ ποίημα τοῦ Πάμπλο Νερούδα, «Ἕνα τραγούδι γιὰ τὸν Μπολιβὰρ» (ἐθνικὸ ἤρωα τῆς Βολιβίας ποὺ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία της):

 Πατέρα μας ποὺ βρίσκεσαι στὴ γῆ

 στὸ νερό, στὸν ἀγέρα

 σ’ ὁλάκερα τὰ σιωπηλὰ κι ἀπέραντα πλάτη μας,

 τὸ κάθε τι φέρνει τ’ ὄνομά σου, πατέρα, στὸν τόπο μας:

 Τὸ μέταλλο μπολιβὰρ ἔχει μι’ ἀχτινοβολία τοῦ Μπολιβὰρ

 τὸ πουλὶ μπολιβὰρ πάνω στὸ ἡφαίστειο τοῦ Μπολιβὰρ…

Ἀνάλογοι εἶναι καὶ οἱ στίχοι οἱ ἀφιερωμένοι στὸν Οὖγκο Τσάβες ὡς πατέρα, ποὺ ἀπαγγέλθηκε μπροστά σε μία φωτογραφία τοῦ Τσάβες σε  συγκέντρωση στὸ Καράκας τῆς Βενεζουέλας (Σεπτέμβριος 2014, ὁ Τσάβες εἶχε ἤδη πεθάνει τὸν Μάρτιο τοῦ 2013):

 «Τσάβες ἡμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἐν τῇ γῇ, ἐν τῇ θαλάσσῃ καὶ ἐν τοῖς ἀντιπροσώποις. Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου, εἴθε ἡ κληρονομιά σου νὰ ἔρθει σὲ μᾶς, ἔτσι ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ τὴν ἐξαπλώσουμε στοὺς ἀνθρώπους ἐδῶ καὶ ἀλλοῦ. Δῶσε μας τὸ φῶς σου νὰ μᾶς καθοδηγεῖ κάθε μέρα. Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμὸν τοῦ καπιταλισμοῦ, ρύσαι ἠμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ της ὀλιγαρχίας, ὅπως τὸ ἔγκλημα τῆς λαθρεμπορίας: ἐπειδὴ δική μας εἶναι ἡ πατρίδα, ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ζωὴ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Πὰρ΄ ὅλα αὐτὰ, μποροῦμε νὰ ὑποστηρίξουμε, ὅτι τὰ τρία κείμενα ὁμολογίας στὰ ὁποῖα ἀναφερθήκαμε πιὸ πάνω («Πιστεύω», «Πάτερ ἡμῶν», «Βασιλεῦ Οὐράνιε»)  ἐμπεριέχουν τὴν πίστη καὶ ὑποδεικνύουν ταυτόχρονα τὸ πέρασμα σὲ μία χριστιανικὴ βιωτή.

Ἐπανερχόμενοι στὴ διεκδικούμενη ἀπὸ πολλοὺς ἀπάλειψη τῶν συμβόλων διερωτώμεθα, τί ἀπομένει, σ’ ἕναν κόσμο χρωματισμένο ἀπὸ 
ἀ-πιστία καὶ δυσ-πιστία, ἀπὸ τὸ περιεχόμενό τῶν μνημονευθέντων κειμένων, ποὺ βρίσκονται δίπλα μας καὶ σὲ καθημερινή, ὑποτίθεται, χρήση.

Ἡ ποιμαντικὴ προσέγγιση τῶν δογμάτων καὶ ἀληθειῶν τῆς πίστεως ἀπαιτεῖ ἡ κατανόησή τους νὰ μὴ σταθεῖ σὲ μία διανοητικὴ λειτουργία ἀλλὰ νὰ μετατραπεῖ σὲ μία «συναισθηματικὴ νοημοσύνη» περιχωρώντας τὸν «νοῦν ἐν καρδίᾳ». Ἔχουμε συνείδηση ὅτι οἱ πιὸ πάνω σκέψεις μπορεῖ καὶ νὰ χαράσσουν ἕνα νέο τρόπο «ἀπολογητικῆς» ποὺ θὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἐκφορὰ τοῦ ποιμαντικοῦ μας λόγου.

ποιμαντικὸς λόγος δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι περίπλοκος[11]. Ἀρκεῖ νὰ εἶναι φιλοκαλικὸς[12]. Μπορεῖ νὰ προσφέρεται μὲ λόγια ἁπλά, λιτὰ καὶ περιεκτικὰ σὲ λύσεις ποὺ ἔχει ἀνάγκη ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος γιὰ νὰ χαλαρώσει. Ὁ τρόπος ὀφείλει νὰ εἶναι κατανοητὸς καὶ βοηθητικός, ἂν θέλουμε ὁ εὐαγγελικὸς καὶ πατερικὸς λόγος νὰ βιωθεῖ ἀπὸ πιστοὺς καὶ μὴ πιστοὺς καὶ νὰ δράσει ἀνακουφιστικὰ στὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας. Μ’ αυτὸν τὸν τρόπο ὁ ἀκροατὴς αὐτοῦ τοῦ λόγου θὰ αἰσθάνεται ὅτι ὁ λόγος αὐτὸς μπορεῖ νὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ πράξη («λόγος ἔμπρακτος») καὶ ὅτι ἡ «πράξη» ποὺ θὰ ξεκινήσει ἀπὸ ἕνα τέτοιο λόγο νὰ εἶναι «ἐλλόγιμη».

Ἔτσι, εἶναι πολὺ πιθανὸ ἡ πίστη μας στὸ Τριαδικὸ δόγμα νὰ ἀπολήγει σὲ στάση ζωῆς καὶ τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος νὰ μὴ βιώνονται ὡς ἀπόμακρες ὑπερβατικὲς ὀντότητες ἀλλὰ νὰ περνοῦν στὴ ζωή μας σὲ μία δημιουργικὴ ἀναστροφὴ καὶ κοινωνία. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο θὰ μπορέσουμε νὰ μεταφέρουμε στὴν καθημερινὴ πράξη τῶν ἀνθρώπων τὴν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ[13]. Αὐτὸ καὶ ἂν δὲν εἶναι πρόκληση καὶ οὐσιαστικὴ προσφορὰ τῆς Ποιμαντικῆς γιὰ τὸν 21ο αἰώνα[14]. Μιᾶς Ποιμαντικῆς ποὺ  σύμφωνα μὲ τὸν ἐκλιπόντα Ἱεράρχη τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ἰωαννίνων μακαριστὸ κυρὸ Θεόκλητο, ὁρίζεται ὡς «ἡ βίωση καὶ ἡ ἔκφραση τῆς ἀγαπώσης τὸν Θεὸν καρδίας».

 

Ἀπό τὰ ἀδιέξοδα, σὲ διεξόδους…

Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ θέλαμε νὰ παραθέσουμε κάποιες σοφὲς νουθεσίες τοῦ μακαριστοῦ ἱεράρχου, οἱ ὁποῖες εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς ὁδηγήσουν σήμερα σὲ διεξόδους ἀπὸ τὰ ἀδιέξοδα ποὺ συναντοῦμε στὴν ποιμαντική μας διακονία καὶ θὰ διευκολύνουν τὴ στάση μας ἔναντι τῶν συνανθρώπων μας, ποὺ οἱ περισσότεροι αἰσθάνονται «ὡς μὴ ἔχοντες ποιμένα»  (Μάρκου 6, 34).

«Δὲν χρειάζε­ται νὰ μιλᾶμε γιὰ ὅλα, ἁπλῶς γιατὶ δὲν ἐκφράζουμε ὅλους καὶ γιατὶ στὰ περισσότερα οἱ άνθρωποι δὲν μᾶς ἔχουν δώσει ρόλο καὶ δὲν μᾶς ἀναγνωρίζουν δι­καίωμα παρεμ­βολῶν καὶ διεμβολῶν. Πρέπει νὰ μάθουμε καὶ νὰ σιωποῦμε. Μόνο μὲ τὴν σιωπή, ἐπιτρέπουμε μερι­κὲς τουλάχιστον φορές, νὰ ἀκοῦνε οἱ ἄνθρωποι τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ !... Ἀλλὰ καὶ ὅταν μᾶς ζητοῦν νὰ ἔχουμε λόγο καὶ μᾶς ζη­τοῦν νὰ ὁμιλοῦμε, πρέπει ἔλλογα, νὰ διερωτώμεθα, γιατί;

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι φωνασκοῦσα ἐξουσία, ἀλλὰ σιωπῶσα διακονία,  δὲν ἔχει ”πάθος γιὰ ἐξουσία, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἐξουσία τοῦ πάθους...”!

 Ἔπειτα, οἱ ἄνθρωποι κουράστηκαν ἀπ ὅσους μιλοῦν ἀνέξοδα, ἔχουν περισσότερο ἀνάγκη νὰ τοὺς προσέχουν, νὰ τοὺς ἀκοῦνε, νὰ τοὺς καταλαβαίνουν καὶ νὰ τοὺς ἀγαποῦν».

«Πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ κανονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας δὲν σταματᾶ καὶ ὅτι στὴν πορεία πρὸς τὰ ἔσχατα ἡ  Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ ἀνοίγη δρόμους πλατύτερους, μὲ φιλάνθρωπο τρόπο, χωρὶς νὰ θίγε­ται τὸ δόγμα», επαναλαμβάνοντας ότι «Ποιμαντικὴ εἶναι ἡ βίωση καὶ ἡ ἔκφραση τῆς ἀγαπώσης τὸν Θεό καρδίας»[15].

 

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι φωνασκοῦσα ἐξουσία, ἀλλὰ σιωπῶσα διακονία.

 

Ἐπίλογος: μιὰ παροιμία

Ὀλοκληρώνοντας τὴν εἰσήγησή μας τώρα, ἐπιτρέψτε μου νὰ ἀπευθυνθῶ, σὲ σᾶς τοὺς ἱερεῖς μας, ποὺ ζεῖτε, ἐργάζεστε καὶ μοχθεῖτε φιλότιμα στὸ κέντρο τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης, μὲ μία παροιμία[16].

«Ἕνας ἄνθρωπος ἔζησε σωστὰ στὴ γῆ, ἂν ἔχτισε ἕνα σπίτι, φύτεψε ἕνα δέντρο, μεγάλωσε ἕνα παιδὶ καὶ ἄφησε ἕνα μαθητή.

Ποιὸς ἄλλος μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος παρὰ ὁ ἱερέας, ἐσεῖς, δηλαδή, οἱ ὁποῖοι:

  • Ἀναστηλώνετε τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ,
  • φυτεύετε ἕνα περιβόλι  -τὸ περιβόλι τοῦ Θεοῦ-,
  • τὸ ποτίζετε μὲ τὸν πνευματικό σας λόγο καὶ τὶς προσευχές,
  • δημιουργεῖτε ὄχι μόνον ἕνα παιδί, ἀλλὰ τὴν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ μὲ πλῆθος παιδιῶν καὶ μαθητῶν.

Καὶ ὅλο αὐτὸ τὸ ἔργο θὰ τὸ συνεχίσουν τὰ δικά σας πνευματικά παιδιά.

Δόξα στὸ Θεὸ γιὰ ὅλα!»

 

 

(* Εἰσήγηση στὸ πλαίσιο Σύναξης τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Βελγίου καὶ Ἐξαρχίας Κάτω Χωρῶν καὶ Λουξεμβούργου ἀπὸ 2ας ἕως 4ης Νοεμβρίου 2016, εἰς τὸ Centre  Floréal τῆς πόλεως La Roche-en-Ardenne, Βέλγιο. Κεντρικό Θέμα: «Ἡ ζωὴ καὶ ἡ διακονία τοῦ ἱερέως στὴν καρδιὰ τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης».)

 



[1] Ἐπ’ αὐτοῦ εἶχα προσκληθεῖ νὰ εὶσηγηθῶ στὸ 8ο Συνέδριο τῆς Διεθνοῦς Ἑταιρείας Πρακτικῆς Θεολογίας (S.I.T.P.) μὲ θέμα: «Ἡ Ἁγία Τριάδα ὡς πρότυπο κοινωνίας προσώπων» (La Sainte-Trinité : un «vieux» modèle du vivre ensemble pour les temps modernes). Τὸ Συνέδριο εἶχε ὡς θέμα: Le vivre ensemble, Τὸ συ-ζεῖν (Τὸ νὰ ζεῖς μαζί). Ἔλαβε χώρα στὴ Βηρυττὸ τοῦ Λιβάνου, 4-9 Μαΐου 2012 και έγινε μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς 20ῆς ἐπετείου ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἑταιρείας τὸ 1982 στὸ Crêt-Bérard τῆς Ἑλβετίας, τῆς ὁποίας εἶμαι ἱδρυτικὸν μέλος. Τὰ Πρακτικὰ τοῦ Συνεδρίου ἐξεδόθησαν μὲ τίτλο Vivre ensemble, Un défi pratique pour la Théologie (Théologies Pratiques), Éd. Lumen vitae – Novalis, Namur – Montréal 2014, 298 σ.

[2] Στὸν διάλογο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Μέγα Ἱεροεξεταστὴ τοῦ Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι (Ἀδελφοὶ Καραμαζὸφ) ἀπαντᾶται στὴν πιὸ κλασική του μορφὴ ὁ ὅλος προβληματισμὸς ἐλευθερίας καὶ ἐξουσίας. Τὸ ζήτημα τὸ θέτει κυνικὰ ὁ Γκὸρ Βιντὰλ στὴν προφητικὴ φανταστικὴ σάτιρά του Μεσσίας (1954, ἔκδ. Εἰκοστοῦ Πρώτου 2006). «Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν συνηθίσει τὴν τυραννία. Περιμένουν ἀπὸ τὶς κυβερνήσεις τους νὰ διεκδικήσουν τὶς ψυχές τους, κι ἔχουν παραιτηθεῖ ἀπὸ τὴν εὐθύνη νὰ ἀποφασίζουν γιὰ ἕνα σωρὸ πράγματα, ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὴν ἀσφάλεια» (σὲ ἄρθρο τοῦ Θανάση Βασιλείου στὴν «Καθημερινή», Τέχνες καὶ Γράμματα, τῆς 12.8.2012, σ. 3).

[3] Γι’ αὐτὸ τὸ ζήτημα βλ. ἐνδιαφέρουσες ἀνακοινώσεις στὸ 5ο Διεθνὲς Συνέδριο Ὀρθοδόξων Ψυχοθεραπευτῶν, Ψυχοθεραπεία καὶ Ποιμαντική: Ἀποκαλύψεις τῆς ὕπαρξης (Βόλος 27-30 Σεπτεμβρίου 2012). Τοῦ π. Βασιλείου Θερμοῦ, «Ἀναβαθμοὶ τῆς ἐλευθερίας στὴν ποιμαντικὴ καθοδήγηση» καὶ τῶν π. Νικολάου Δουληγέρη (συντονιστῆ), Δημήτρη Καραγιάννη, π. Σπυρίδωνος Βασιλάκου καὶ Πανωραίας Κουφογιάννη σὲ στρογγύλη τράπεζα μὲ θέμα: «Ὅταν ἡ ἐξουσία εὶσχωρεῖ στὴν ποιμαντικὴ σχέση». Τὰ κείμενα θὰ περιληφθοῦν στὰ μέλλοντα νὰ ἐκδοθοῦν Πρακτικά τοῦ Συνεδρίου. Σημαντικὸ Συνέδριο πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση ἦταν τὸ 9ο Διεθνὲς τῆς Διεθνοῦς Ἑταιρείας Πρακτικῆς Θεολογίας (S.I.T.P.) στὸ Drongen (Βέλγιο), 5 ἔως 10 Ιουνίου 2014, μὲ θέμα: Αὐθεντία καὶ Ἐξουσία στὴν ποιμαντικὴ πράξη. Τὰ Πρακτικὰ μὲ τίτλο: Autorité et pouvoir dans l’agir pastoral ἐκδόθηκαν ἀπὸ τὶς Éditions jésuites lumen vitae, Namur 2016, 372 σ.  

[4] Ἀμμᾶς ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗΣ, Λόγος ιβ', Γεροντικόν, σ. 121. Περί αὐτογνωσίας καί τῆς σημασίας της γιά τήν πνευματική ζωή καί τήν προετοιμασία γιά τήν ἄσκηση τοῦ ποιμαντικοῦ λειτουργήματος, βλ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ 1983, σ. 41-49 καί 1988α, σ. 75-80.

[5] Γιά τίς ἀρχές τῆς πρόσληψης καί τῆς συνεργίας ἀναφερθήκαμε ἐκτενῶς στή διδακτορική μας διατριβή (ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ 1971, 29-37). Γιά τήν ἀρχή τῆς φιλοκαλίας ἐκθέσαμε προγραμματικές σκέψεις στό ἄρθρο μας Φιλοκαλική ἐνημέρωση, στό περ. «Ἐφημέριος» 1995, σ. 328-329. Γιά τήν ἀρχή τῆς ἐμπειρίας, βλ. ἰδιαίτερα ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ 1984β, σ. 25-27, καί 1971, σ. 31-33 μέ Σ 42. Στήν ὀρθόδοξη παράδοση δίδεται ἰδιαίτερη ἔμφαση στό ζήτημα τῆς ἐμπειρίας, ἡ ὁποία προηγεῖται τῆς θεολογικῆς γλωσσικῆς διατυπώσεως (ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ 1997, κυρίως τίς σ. 35-38). Ὁ καθηγητής Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ τονίζει ὀρθῶς ὅτι «ἡ γνωσιολογία τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας εἶναι ρεαλιστική, ἀφοῦ προηγοῦνται ἡ ζωή καί τά πράγματα, καί ἕπεται ἡ κάθε ἐπιστήμη, ἡ θεολογία καί ὁποιαδήποτε ἑρμηνευτική ἐνασχόληση» (1995, σ. 15). Ὁ καθηγητής Γ. Μαντζαρίδης φθάνει νά ὑπο-στηρίξει ὅτι «ἡ ἐκκοσμίκευση, πού χαρακτηρίζει ἰδιαίτερα τή σύγχρονη κοινωνία τῆς Δύσεως, συμπίπτει μέ τήν ἐγκατάλειψη τοῦ ἐμπειρικοῦ χαρακτήρα τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῆς Θεολογίας του» (ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ 1994, σ. 13-14). Δέν λείπουν ὅμως καί φωνές στή Δύση, οἱ ὁποῖες ἔστω καί μέ διαφορετικό ἐν μέρει νόημα, χαρακτηρίζουν τήν θεολογία ὡς ἐμπειρική ἐπιστήμη καί τήν Πρακτική θεολογία ὡς ἐμπειρική θεολογία, θεωροῦν μάλιστα ἐπιθυμητή τήν ἐμπειρική-λειτουργική συγκρότηση τῆς θεωρίας μέ τή βοήθεια τῆς θεολογίας, πρᾶγμα πού θά προσδώσει σ' αὐτήν (τή θεολογία) ἑνότητα, κριτική δύναμη καί ὑπαρξιακή σημασία (HERMS 1978 καί SPIE-GEL 1974). Ἡ Πρακτική θεολογία, ἡ ὁποία μᾶς ἀφορᾶ περισσότερο ἐδῶ, τοποθετεῖται μεταξύ ἐπιστήμης καί πράξης (JÜNGEL - RAHNER - SEITZ 1968). Ἔμφαση πάντως δίδεται σέ μία ἐπιστημονική θεολογία (LOHFF - HAHN 1974).

[6] Παρουσιάζει ἐξαιρετικὸ ἐνδιαφέρον ἕνα Λεξικὸ ποὺ κυκλοφόρησε τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2012  γιὰ τὶς Χριστιανικὲς ρίζες τῆς Εὐρώπης μὲ στόχο τὴν κατανόηση τῆς κληρονομιᾶς μας: François Xavier Neuve, Dictionnaire passionné des racines chrétiennes de l’Europe. Pour comprendre notre patrimoine, éditions mols - D.D.B. (autres regards) 2012.

[7] Το αναφέρει ο Σαράντος Καργάκος στο βιβλίο του Κινούμενη άμμος: : Πολιτικά και Κοινωνικά Κείμενα , Εκδ. Αρμός, Αθήνα 1998.

[8] Βλ. ἀφιέρωμα τοῦ περ. Der Spiegel (ἀρ. 22, 26 Μαΐου τοῦ 2007, σ. 56-69): «Ὁ Θεὸς φταίει γιὰ ὅλα!» Ἡ σταυροφορία τῶν νέων ἀθειστῶν καθὼς καὶ σχετικὸ σχόλιό μου στὸ περ. «Εὐθύνη» στὴ στήλη Θέσεις/Ἀντιθέσεις: Ἀπὸ τὴν πίστη στὴν ἐμπιστοσύνη, ἀρ. 446, Φεβρουάριος 2009, σ. 89-90. Πρβλ τὸ ἄρθρο τοῦ Γιώργου Σ. Βλάχου, «Τζούλια Κρίστεβα, Μία ἄθεη ὑπερασπίζεται τὴν πίστη» στὸ περ. «Ἀνοιχτοὶ Ὁρίζοντες» τεῦχος Ἰουλίου –Αὐγούστου 2012, σ.  29-30. Ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν περὶ «Θεοῦ διαμάχη» παρουσιάζει καὶ ἡ πρόσφατα ἐκδοθεῖσα: Ἡ Βίβλος τοῦ ἄθεου μὲ τὸν λόγο κορυφαίων διανοητῶν, μὲ εἰσαγωγὴ καὶ ἐπιλογή Κρίστοφερ Χίτσενς σὲ μετάφραση Ἄρη Μπερλῆ στὶς Ἐκδ. Polaris. Βλ. σχετικὸ ἄρθρο τοῦ Θανάση Βασιλείου στὴν «Καθημερινή», Τέχνες καὶ Γράμματα, τῆς 23.9.2012, σ.9.

[9] Στὴν προκειμένη περίπτωση θὰ πρέπει νὰ σκεφθοῦμε μία ποιμαντικὴ προσέγγιση τῆς ἀπιστίας, ὡς βοηθείας πρὸς τὴν πίστη. Καίτοι ὁ κόσμος δὲν ἀναφωνεῖ σὰν τὸν πατέρα τοῦ παιδιοῦ μὲ τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα «πιστεύω, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» ἡ Ἐκκλησία ἀντιφωνοῦσα μπορεῖ νὰ προκαλέσει τὸν κόσμο θέτοντάς τον ὑπὸ ἰδίαν εὐθύνην: «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι…» (βλ. Μάρκου 9, 14-29). Γιὰ τὶς δυσκολίες πίστεως-ἀπιστίας βλ. τὴν ἐμπεριστατωμένη ψυχολογικὴ ἀνάλυση τοῦ καθηγητῆ Antoine Vergote, Ἡ ψυχολογία τῆς ἀπιστίας, σὲ ἀνάτυπο ἀπὸ τὸ περ. «Ὁ Ἐφημέριος» Ἀθήνα 1994, 48  σ. 

[10] Σημειώνουμε ὅτι «ἡ ἀνάγκη ἐπανευαγγελισμοῦ τῶν χριστιανῶν» εἶχε τονισθεῖ σὲ ἔρευνα μὲ ἐρωτηματολόγιο ποιμαντικοῦ προβληματισμοῦ ποὺ διεξήχθη γιὰ τὶς ἀνάγκες προετοιμασίας Ἡμερίδος τῆς Ἐπιτροπῆς Θείας Λατρείας καὶ Ποιμαντικοῦ Ἔργου τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν Ἰούνιο τοῦ 2007. Τὴν παρουσίαση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἔρευνας ἀπὸ τὸν Τριαντάφυλλο Κ. Μπολτέτσο βλ. στὸν τόμο 13Α τῆς Σειρᾶς Ποιμαντικὴ Βιβλιοθήκη σ. 61-89, τοῦ Κλάδου Ἐκδόσεων τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καὶ Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2008. Συναφεῖς μὲ τὸ ἀνωτέρω ζήτημα εἶναι καὶ οἱ «Προβληματισμοὶ γιὰ τὴν Κατήχηση», ποὺ ἔθεσε στὴν πολὺ ἐνδιαφέρουσα Εἰσήγησή του ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Σισανίου καὶ Σιατίστης κ. Παῦλος, ἐνώπιον τῆς Ἐκτάκτου Συγκλήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στὶς 21 Φεβρουαρίου 2013 (περ. «Ἐκκλησία» ἔτος 90, τεῦχος 3, Μάρτιος 2013, σ. 171-180). Μὲ τὸ θέμα αὐτὸ ἰδιαίτερα τοῦ «Νέου Εὐαγγελισμοῦ» (ἂς ζήσουμε τὴν καινότητα τοῦ Εὐαγγελίου) ἀσχολεῖται ἡ Ρωμαϊκὴ Σύνοδος τοῦ Ὀκτωβρίου 2012 τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Συμμετέχουν οἱ Ἱεράρχες ὅλου τοῦ κόσμου ἀποστέλλοντας εἰδικὲς ἀντιπροσωπεῖες ἐπισκόπων μὲ συγκεκριμένες προτάσεις. Βλ. ἐπίσης τὸ τεῦχος 2 τοῦ 2012  (avril -mai- juin) τοῦ περ. «Lumen Vitae» στὸ ἀφιέρωμά του: La nouvelle evangélisation. Ποιοὶ ὅμως θὰ εἶναι οἱ ὅροι ποὺ θὰ εὐνοήσουν αὐτὸν τὸν ἐπανευαγγελισμὸ καὶ τὴν εἰσαγωγὴ στὴ χριστιανικὴ ἐμπειρία τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων; Μία βασικὴ προϋπόθεση θὰ ἦταν νὰ ἐξεταστεῖ ἡ ἐπιθυμητότητα τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἀπὸ τοὺς συγχρόνους μας, ζήτημα ποὺ ἐξετάζει μὲ ἐμπεριστατωμένο τρόπο ὁ André Fossion, ὑπεύθυνος τοῦ Διεθνοῦς Κέντρου Κατήχησης καὶ Ποιμαντικῆς Lumen Vitae, σὲ ἄρθρο του στὴ « Revue théologique de Louvain », τόμος 44, 2013, τεῦχος 1, σ. 33-54.

[11] Ἀκόμη καὶ τὸ κήρυγμα πρέπει νὰ ἔχει ποιμαντικὴ διάσταση. Βλ. ἄρθρο μου «Ἡ ποιμαντικὴ θεολογικὴ προσέγγιση τοῦ κηρύγματος» περ. «Θεολογία» τόμος 82, τεῦχος 2ο τοῦ 2011, σ. 161-176 καὶ ἀνάτυπο.

[12] Γενικὰ, τὰ κείμενα τῆς Ἐκκλησίας ἐμπεριέχουν μία φιλοκαλική ποιότητα. Βλ. Α.Μ. Σταυρόπουλου, «Λογοτεχνία: διπλῆ προσέγγιση» στοῦ ἰδίου Ἰχνηλασίες, ἔκδ. Εὐθύνη (Ἀναλόγιο κστ΄), Ἀθήνα 2007, σ. 115-117. Πρβλ. καὶ ἄρθρο τοῦ Σταύρου Γιαγκάζογλου, Τὸ  κάλλος τῆς θεολογίας. Ἡ ποιητικὴ καὶ αἰσθητική συμβολή τοῦ Παύλου Εὐδοκίμωφ, περ. «Σύναξη» τεῦχος 120, Ὀκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2011, σ. 50-62. Ἀκόμη καὶ τὰ πλέον δογματικὰ ἀναδεικνύουν τὸ κάλλος τοῦ περιεχομένου τους. Παράδειγμα τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως. Ὁ Καρδινάλιος τοῦ Βελγίου Godfried Danneels μιλώντας στὶς 21 Νοεμβρίου 2010 πρὸς ὁμάδα καλλιτεχνῶν τῶν Βρυξελλῶν, ἀνέδειξε τὸ κάλλος αὐτοῦ τοῦ κειμένου. Ἡ ὁμιλία αὐτὴ σὲ μετάφραση τοῦ Δρ. Εὐσταθίου Γιαννῆ καὶ μὲ δικὴ μας ἐπιμέλεια πρόκειται νὰ δημοσιευτεῖ προσεχῶς στὰ ἑλληνικά. 

[13] Βλ. ἐπ’ αὐτοῦ κείμενά μου ποὺ περιέχονται στὸν τόμο Ποιμαντική τῆς καθημερινῆς ζωῆς, Ἀθήνα  1992, 190 σ.

[14] Πρβλ. τὸ ἐπίκαιρο κείμενο τοῦ Τριαντάφυλλου Κ. Μπολτέτσου Δρ. Θ. γιὰ τὴν «Ποιμαντικὴ τῆς προσφορᾶς» στὴ στήλη Δείγματα/Ὑποδείγματα» περ. «νέα εὐθύνη», τεῦχος 5, Μαΐου- Ἰουνίου 2011, 310-312. Βλ. καὶ κείμενό μου σχετικὸ γιὰ τὴν «Τέχνη τῆς Προσφορᾶς» στὸ περ. «Ἐφημέριος», τεῦχος 3, Μάρτιος 2010, σ. 20-21.

[15] Παράθεμα ἀπὸ συνέντευξη τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων κυροῦ Θεοκλήτου – ἐκοιμήθη τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, 13 Ἀπριλίου 2014 – σὲ ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου (Βλάχου) στὸ περ. «Ἐκκλησιαστικὴ Παρέμβαση», Ἀπρίλιος 2014, σ. 11-13.

[16] Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γεωργίου Π. Ἀνσίμωφ, Ἐχθρός τοῦ λαοῦ. Ἡ σταυρικὴ πορεία τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρα π. Παύλου Ἀνσίμωφ (1891-1937). Μετάφραση: Ναταλία Νικολάου, Ἐπιμέλεια Ἀρχιμανδρίτου Νεκταρίου Ἀντωνόπουλου (νῦν Μητροπολίτου Ἀργολίδος), Ἐκδόσεις «Ἀρχονταρίκι», Ἀθήνα 2009, σ. 266.

 

 

* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.

www.YouGoCulture.com

Online διαδραστική πλατφόρμα προβολής του πολιτισμού των Ελλήνων σε ολόκληρο τον κόσμο.

Μπες στο www.act4Greece.gr Επίλεξε τη ∆ράση YOU GO CULTURE

Κάνε τη δωρεά σου με ένα κλικ στο

ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΩ

ή με απ’ ευθείας κατάθεση ή μέσω internet, phone και mobile banking.

Πρόγραμμα Crowdfunding

Εξειδικευμένη γνώση με το κύρος του Πανεπιστημίου Αθηνών

E-Learning Προγράμματα

empty
no results

Βιβλία & Συμμετοχή σε Συλλογικές Εκδόσεις