Η «ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ» ΕΠΙΛΟΓΗ
Η βασική θεωρία που διέπει τη λειτουργία της Ευρωζώνης είναι αυτή της «ιδανικής νομισματικής περιοχής» (optimumcurrencyarea). Αυτή πολύ απλά λέει ότι, εάν σε μία περιοχή κατορθώσεις να επιτύχεις κινητικότητα πόρων και προϊόντων και ενιαία πολιτική εξουσία, τότε μπορείς να έχεις μία αποτελεσματική νομισματική ένωση με δυναμικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά.
Η Ευρωζώνη κατόρθωσε να επιτύχει μία άριστη κινητικότητα προϊόντων και κεφαλαίου, αλλά δεν έχει επιτύχει ούτε υψηλή εργατική κινητικότητα (η Ευρώπη έχει τη μισή εργατική κινητικότητα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ), αλλά ούτε βέβαια πολιτική ενοποίηση.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία τρία χρόνια η Ευρωζώνη μεταβάλλεται κυρίως σε τέσσερα επίπεδα: α) στην προώθηση της δημοσιονομικής ενοποίησης, β) στην προώθηση της ανταγωνιστικής ενοποίησης, γ) στην προώθηση της τραπεζικής ενοποίησης και δ) στην πολιτική ένωση.
Η προώθηση της πολιτική ενοποίησης (απαλλοτρίωση εθνικής κυριαρχίας), της δημοσιονομικής και της ανταγωνιστικής ενοποίησης σε πολύ μεγάλο βαθμό επιτυγχάνεται μέσω των Μνημονίων (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία) και του αυξημένου κόστους του δημόσιου δανεισμού, που οδηγεί σε εσωτερική αυστηροποίηση διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών (Ισπανία, Ιταλία και πολύ πρόσφατα Γαλλία).
Το ενδιαφέρον μας στο σημείωμα αυτό εστιάζεται στην ενοποίηση του τραπεζικού τομέα στην Ευρώπη. Πουθενά στη θεωρία της «ιδανικής νομισματικής περιοχής» δεν προκύπτει ότι η τραπεζική ενοποίηση είναι κρίσιμη παράμετρος για την προώθηση της δημιουργίας μίας ενιαίας οικονομίας. Βεβαίως, το γεγονός ότι η τραπεζική ένωση (δημιουργία κοινού Εποπτικού Μηχανισμού) διευκολύνει την κίνηση και την εξισορρόπηση των κινήσεων κεφαλαίων, δε χωράει καμία αμφιβολία. Το ότι η τραπεζική ενοποίηση διευκολύνει τη δημιουργία του ενιαίου οικονομικού χώρου, είναι αναμφισβήτητο. Ότι δια του τρόπου αυτού επιδιώκεται και μπορεί να επιτευχθεί η ρήξη της σχέσης δημοσιονομικού και τραπεζικού χρέους είναι βέβαιο.
Όμως, η προβολή του τραπεζικού θέματος έρχεται στο προσκήνιο με μία πολύ πιο σοβαρή αποστολή. Έρχεται ως υποκατάστατο και της κινητικότητας της εργασίας και το σπουδαιότερο της πολιτικής ενοποίησης!
Η στήριξη στον τραπεζικό τομέα δεν αποτελεί τωρινή επιλογή της Ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας και της διοικητικής δομής των Βρυξελλών. Η επιλογή της έμφασης στο ρόλο του τραπεζικού τομέα στην Ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική είναι πολύ παλαιότερη και βρίσκεται σε αντίθεση με το Αμερικανικό μοντέλο διακυβέρνησης, που είναι πολύ περισσότερο “marketbased”, στηρίζεται δηλαδή στις αγορές για να συγκεντρώνει επιχειρηματικά κεφάλαια.
Όταν όμως υπερτονίζεται μία δομή (η τραπεζική) σε βάρος των υπόλοιπων οικονομικών δομών, τη μετατρέπεις σ’ ένα ισχυρό βραχίονα οικονομικής πολιτικής, κυρίως σε βάρος του πολιτικού βραχίονα. Με αυτή την έννοια τα δημοσιονομικά όργανα άσκησης οικονομικής πολιτικής προχωρούν σε επιρροή και αποκαθίστανται από τα εργαλεία νομισματικής πολιτικής με κύρια αιχμή την ΕΚΤ και το τραπεζικό σύστημα. Όμως, έτσι δημιουργείται ένα σοβαρό έλλειμμα δημοκρατίας, αφού τα δημοσιονομικά εργαλεία παραδοσιακά διαμορφώνονται από την επιρροή δημοκρατικών θεσμών (κοινοβούλια, κυβερνήσεις) ενώ τα νομισματικά εργαλεία ελέγχονται από ανεξάρτητες διοικητικές δομές. Ίσως, στο βάθος της εικόνας εδώ, συναντάμε και τη βασικότερη θεσμική αδυναμία της Ευρώπης.
Το πνεύμα της Ευρωπαϊκής στήριξης στο τραπεζικό βραχίονα επικράτησε και στην Ελλάδα. Η ανάγκη διεύρυνσης του οικονομικού ζωτικού χώρου για τα Ελληνικά τραπεζικά και κατ’ επέκταση και παραγωγικά συμφέροντα οδήγησε εσπευσμένα στο ευρώ. Η χρυσή δεκαετία (2000 - 2010) ανόδου του εκσυγχρονισμού στην Ελλάδα στηρίχτηκε στο οικονομικό ισοδύναμο της επέκτασης στο τραπεζικό σύστημα στη Ν.Α. Ευρώπη. Αλλά και όλη η νεότερη οικονομική ιστορία της Ελλάδας στηρίζεται στην ανάπτυξη του Ελληνικού Τραπεζικού συστήματος.
Όμως οι καιροί αλλάζουν δραματικά. Στο μεσομακροπρόθεσμο μέλλον το τραπεζικό σύστημα θα λειτουργεί με ένα αρκετά διαφορετικό τρόπο από όσο γνωρίζουμε σήμερα. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, που ξεκίνησε από τα τραπεζικά συστήματα, έχει διαρρήξει την εύρυθμη λειτουργία των δυτικών τραπεζικών συστημάτων. Επιπροσθέτως, η δημοσιονομική κρίση στην Ευρώπη φόρτωσε το Ευρωπαϊκό σύστημα με τόνους δημόσιων ομόλογων, προκαλώντας την περαιτέρω επιβάρυνση του τραπεζικού συστήματος. Ειδικότερα στην Ελλάδα το PSI «εξόντωσε» ήδη το επιβαρημένο από την οικονομική κρίση τραπεζικό σύστημα.
Σήμερα το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα αναμένει την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησής του με το συνολικό ποσό των €45 δις. Εφόσον ολοκληρωθεί η επανακεφαλαιοποίησή του, μπορεί να περάσει σε μία επόμενη φάση υγιούς μόχλευσης, για να αιμοδοτήσει ξανά την οικονομία. Βεβαίως, το τραπεζικό σύστημα έχει πληγωθεί ιδιαίτερα από την κρίση. Η εκτίμησή μου είναι ότι δε θα μπορέσει εύκολα να επιστρέψει στην παλαιότερη λειτουργικότητά του, αλλά όμως και οι δυνατότητες υποκατάστασής του είναι εξαιρετικά περιορισμένες.
Μπορεί να παίξει ρόλο βραχίονα άσκησης οικονομικής πολιτικής αντικαθιστώντας σ’ ένα σημαντικό βαθμό τον ακόμα πιο προβληματικό δημόσιο τομέα; Η απάντησή μου είναι καταρχήν θετική αλλά απαιτείται ακριβής σχεδιασμός και οργάνωση γι’ αυτό. Το τραπεζικό σύστημα έχει νόημα να εισέλθει σε δημόσιες λειτουργίες (επιδοτήσεις, διαχείριση δημόσιων κεφαλαίων για το δημόσιο τομέα) στο βαθμό που θα συμμετέχει είτε δανειοδοτικά είτε στο ίδια κεφάλαια. Η ένταση αποτυχίας του δημόσιου τομέα στη διαχείριση του δημοσίου πλούτου οδηγεί να σκεφτούμε ότι η διαχείριση πρέπει να γίνεται ώστε να ελαχιστοποιείται ο ηθικός κίνδυνος εκ μέρους του διαχειριστή. Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται μόνο διά της ίδιας συμμετοχής, εφόσον βέβαια αναπτυχθούν τρόποι διαχείρισης της σχέσης μετόχων και εκπροσώπων του (agentproblem). Δύσκολα πράγματα. Πάντως αξίζει τον κόπο να το προσπαθήσουμε.
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.