Ο ΠΟΛΙΤΙΚΑ «ΛΑΘΟΣ» ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗΣ
Είχα σκοπό να συνεχίσω από την προηγούμενη ανάρτηση σήμερα με τη «Μάχη των δύο Φυλών», τη νεοκλασική και την νεοκεϋνσιανή / θεσμική αντίληψη της διαχείρισης του Ελληνικού Προβλήματος, αλλά την προσοχή μου απέσπασε η συζήτηση για τον «Λάθος Πολλαπλασιαστή» μετά το άρθρο του O. Blanchard στα Ελληνικά Μ.Μ.Ε.
Πολλαπλασιαστής είναι η σχέση που συνδέει τις δημόσιες δαπάνες με το παραγόμενο ΑΕΠ. Συνακόλουθα η σχέση αυτή μπορεί να αναφέρεται στα έσοδα, στο έλλειμμα, κ.λπ. Σημειώνω ότι στις «Οικονομικές Αντιλογίες» είναι η δεύτερη φορά που ασχολούμαστε με το θέμα αυτού του λάθους από το ΔΝΤ. Η πρώτη ήταν πριν από ένα χρόνο ( Tα Τέσσερα Μαθήματα του 2011 και ο Blanchard του IMF - Δεκέμβριος 2011).
Το πρόσφατο άρθρο του Blanchard είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό για τις υπερβατικές εννοιολογικές διασυνδέσεις που κάνει. Για παράδειγμα, αναφέρει ότι προκειμένου να επιτύχει το πρόγραμμα θα έπρεπε να φορολογηθούν οι πλούσιοι. Λες και εάν είχαμε ένα αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, θα είχαν δημιουρηγθεί αυτές οι συνθήκες για να έρθει το ΔΝΤ στην Ελλάδα ή λες, από την άλλη, και πατάχθηκε η φοροδιαφυγή στις χώρες όπου εφαρμόστηκε η διασωστική πολιτική του ΔΝΤ!
Στη σημερινή ανάρτηση θα θίξω μια κρίσιμη κοινωνική διάσταση του θέματος. Πρόκειται για την πολιτική διάσταση της συζήτησης γύρω από τον πολλαπλασιαστή.
Οι υπολογισμοί του ΔΝΤ αναφορικά με τους πολλαπλασιαστές στηρίχθηκαν, ή τέλος πάντων ήταν παρόμοιοι με αυτούς που περιλαμβάνονται στην έκθεση του ΔΝΤ του Οκτωβρίου του 2010 (World Economic Outlook: Recovery, Risk, and Rebalancing). Η εργασία αυτή στηρίχτηκε στην εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής στις χώρες Αυστραλία, Βέλγιο, Καναδά, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ιαπωνία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία, Ην. Βασίλειο και ΗΠΑ, για την περίοδο 1980 έως 2009. Είναι προφανές ότι οι περισσότερες από αυτές τις χώρες είχαν α) φιλικό για την αγορά οικονομικό μοντέλο και επίσης β) το διάστημα μελέτης περιείχε μια εξαιρετικά ανθηρή αναπτυξιακή περίοδο! Αντίθετα στην Ελλάδα το πρόγραμμα εφαρμόστηκε σ’ ένα ιδιόμορφο οικονομικοκοινωνικό μοντέλο στο μέσο της βαθύτερης μεταπολεμικής ύφεσης. Στο λόγο αυτό οφείλεται ένα σημαντικό μέρος της αστοχίας του υπολογισμού του πολλαπλασιαστή.
Στην ίδια μελέτη του ΔΝΤ αναφέρονται οι συνθήκες από τις οποίες εξαρτιόταν η εγκυρότητα των πολλαπλασιαστών που είχαν υπολογιστεί: Χαρακτηριστικά αναφέρει (σελ. 93): «Η δημοσιονομική σταθεροποίηση είναι πιο επώδυνη όταν στηρίζεται περισσότερο στις αυξήσεις των φόρων. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω του ότι οι κεντρικές τράπεζες παρέχουν συνήθως λιγότερη νομισματική ώθηση κατά τη διάρκεια τέτοιων επεισοδίων, ιδιαίτερα όταν αυτά περιλαμβάνουν αυξήσεις στους έμμεσους φόρους και υψηλό πληθωρισμό. Οι μειώσεις στα ελλείμματα του προϋπολογισμού είναι περισσότερο επώδυνες, όταν συμβαίνουν ταυτόχρονα σε πολλές χώρες και όταν η νομισματική πολιτική δεν είναι σε θέση να τις αντισταθμίσει».
Μάλιστα όταν έγραφα το βιβλίο μου «Η Ελληνική Οικονομία και η Κρίση: Προκλήσεις και Προοπτικές», το Δεκέμβριο του 2010 (!!) στις σελίδες 409-417 σημείωνα ότι «μία περικοπή σε άμεσες κυβερνητικές δαπάνες με αυξημένα επιτόκια και περιορισμένα, από πλευράς πιστωτικών διευκολύνσεων, νοικοκυριά και επιχειρήσεις (Eλληνικές συνθήκες), θα έχει εξαιρετικά αρνητικές επιδράσεις στην οικονομική δραστηριότητα, εμφανίζοντας μεγαλύτερους (αρνητικούς) δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές».
Δηλαδή, το Δεκέμβριο του 2010 (1), είχα αξιοποιήσει τις ίδιες (!) τις παρατηρήσεις του ΔΝΤ για να εξηγήσω την πολύ χειρότερη εξέλιξη της Ελληνικής πραγματικότητας σε σχέση με τους σχεδιασμούς του ΔΝΤ. Ήταν λοιπόν προφανές, ότι σε μία οικονομία, στην οποία δε λειτουργούσε το τραπεζικό σύστημα και η νομισματική πολιτική, δεν μπορούσε να επηρεάσει αντισταθμιστικά τις οικονομικές εξελίξεις, θα αναπτύσσονταν τεράστιοι αρνητικοί πολλαπλασιαστές!
Έπαιξαν ρόλο και οι αρνητικές προσδοκίες οι οποίες μείωσαν την οριακή ροπή προς κατανάλωση; Ενδεχομένως ναι, αλλά μόνο δευτερευόντως. Μια παρόμοια προσέγγιση ως εξήγηση επενδύει το λάθος με μια τεχνοκρατική αδυναμία και η συζήτηση κλείνει εκεί. Όπως φαίνεται όμως, από το παρόν σημείωμα, όταν στο λεγόμενο «λάθος» προσδίδουμε τις πραγματικές του αιτίες, τότε έχει ουσιαστική κοινωνική και πολιτική διάσταση.
Μάλιστα, οι επιπτώσεις του τεχνικού λάθους του πολλαπλασιαστή έπαιξαν σοβαρό ρόλο στην ανάπτυξη αντισυστημικών τάσεων στην κοινωνία, αφού διέλυσαν κάθε έννοια αξιοπιστίας στην οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση.
Τι θα είχε συμβεί όμως εάν οι υπολογισμοί του πολλαπλασιαστή ήταν σωστοί; Περίεργα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί: α) Πρώτα απ’ όλα η αιτούμενη βοήθεια από τους συνεταίρους μας θα ήταν πολύ μεγαλύτερη με άγνωστες συνέπειες στην προοπτική συμφωνίας στο πρόγραμμα, β) Θα είχε απολεσθεί η ικανότητα των σχεδιαστών να εφαρμόσουν μία αργή και σταδιακή ευρωπαϊκή πολιτική (muddle through) εξόδου από την κρίση, γ) Θα είχε αμφισβητηθεί η πολιτική εγκυρότητα του εφαρμοζόμενου προγράμματος με άγνωστες συνέπειες για τις Ελληνικές και Ευρωπαϊκές οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, δ) Πάνω απ’ όλα όμως δε θα είχε αναγκαστεί η οικονομία να προσαρμοστεί διαλύοντας την αξία της εργασίας. Με το σημείο αυτό θα ασχοληθούμε στη συνέχεια για να το εξηγήσουμε.
Από την παραπάνω ανάλυση διαπιστώνεται ότι το ΔΝΤ γνώριζε ότι οι πολλαπλασιαστές ήταν λάθος, αφού γνώριζε και τους λόγους για τους οποίους ήταν λάθος (πιστέψτε με: είχε πολύ καθαρή εικόνα ότι δε λειτουργούσε το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα). Τότε γιατί έκαναν το λάθος στον πολλαπλασιαστή, άρα στον σχεδιασμό του προγράμματος; (Δε συζητώ για την Ελληνική κυβέρνηση τότε, αφού μάλλον δεν είχε καμία εικόνα των προβλημάτων αυτών).
Σ’ αυτό το επίπεδο που συζητάμε, όταν δηλαδή εμπλέκονται τόσο πολύ κοινωνίες και άνθρωποι, ας μη συζητάμε για λάθη. Υπάρχουν μόνο πολιτικές επιλογές. Αυτό ισχύει και για έναν επιπρόσθετο πολύ απλό λόγο. Εάν ήταν ένα απλό τεχνικό λάθος, θα είχε διορθωθεί στο σχεδιασμό της πολιτικής. Έχουν περάσει όμως σχεδόν τρία χρόνια: Το επίμονο λάθος συνεχίζεται! (Το Επίμονο Λάθος, Φεβρουάριος 2012).
Κατά τη γνώμη μου δεν πρόκειται για ένα τεχνικό λάθος. Ενδεχομένως κάποια ή όλα από τα παραπάνω σημεία α έως γ να έπαιξαν σοβαρό ρόλο. Όμως στεκόμαστε στο τέταρτο σημείο. Πρόκειται για μία βαθύτατη επιλογή που περιέλαβε στον πυρήνα της μια συγκεκριμένη προτεραιότητα: Πρώτα θα προσαρμοζόταν ο συντελεστής εργασία (εσωτερική υποτίμηση) και μετά θα λειτουργούσε η οικονομία. Αυτό σήμαινε βέβαια ότι η προσαρμογή της εργασίας θα έπαιρνε, και πήρε, πολύ μεγαλύτερη έκταση απ’ ότι θα έπαιρνε εάν λειτουργούσε πλήρως η οικονομία! Έγινε σκόπιμα; Δεν μπορώ να γνωρίζω. Το τι συνέβη τελικά ήταν το αποτέλεσμα σύγκρουσης αντιτιθέμενων δυνάμεων, άγνοιας και σκοπιμότητας. Εν τέλει όμως, είμαστε σε μια ex post (εκ των υστέρων) πραγματική όμως (και για ορισμένους βολική) πολιτική επιλογή. Ο συντελεστής εργασία υπέστη σε όρους εισοδήματος και σε όρους ανεργίας ένα βαθύτατο «κούρεμα» διότι εδώ και τρία σχεδόν χρόνια δε λειτουργεί η οικονομία. Θα δώσω ένα απλό παράδειγμα: Συζητάμε για τη μείωση των αποζημιώσεων απόλυσης. Εάν λειτουργούσε η οικονομία και ο απολυόμενος είχε ευκαιρίες ν’ απασχοληθεί αλλού, τότε το ίδιο το μέτρο θα ήταν πολύ λιγότερο επώδυνο. Τώρα είναι καταδίκη.
Είναι χαρακτηριστικό το Διάγραμμα 1, στο οποίο παρουσιάζεται η εξέλιξη του ΑΕΠ και της ανεργίας στην Ελληνική οικονομία, για την περίοδο 2010 έως 2013, καθώς και τι θα είχε συμβεί εάν οι εκτιμήσεις για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές από το IMF ήταν σωστές. Οι υπολογισμοί αυτοί απαιτούν αρκετά δύσκολες διαδικασίες, τις οποίες προσπαθήσαμε να απλοποιήσουμε όσο μπορούσαμε. Η σκέψη είναι απλή: Παρακολουθήσαμε την εξέλιξη της μείωσης των δημοσίων δαπανών της γενικής κυβέρνησης και από την ποσοστιαία μεταβολή αυτών και με βάση τον πολλαπλασιαστή της τάξης του 0,5 (που χρησιμοποιεί το ΔΝΤ στις προβλέψεις του), υπολογίσαμε ποια θα έπρεπε να είναι η πορεία της ποσοστιαίας μεταβολής του ΑΕΠ (διακεκομμένη γραμμή). Αυτή τη συγκρίναμε με την πραγματικότητα (συνεχής γραμμή). Επιπροσθέτως, λαμβάνοντας υπόψη πλέον τη σχέση ΑΕΠ και ανεργίας στην πραγματικότητα (συνεχής γραμμή), υπολογίσαμε την ανεργία που θα έπρεπε να είχαμε εάν οι απολογισμοί του ΔΝΤ ήταν σωστοί, όσον αφορά στην ανεργία. Για τους υπολογισμούς μας μπορεί να μη χρησιμοποιήσαμε το GIMF μοντέλο του ΔΝΤ, αλλά τα αποτελέσματα είναι αρκετά ακριβή.
Διάγραμμα 1. Εξέλιξη ΑΕΠ και Ανεργίας με βάση τους Πολλαπλασιαστές.
Πηγές: Unemployment – Reality, Nominal GDP: IMF (October 2012), General Government Expenditures: Eurostat (gov_a_main), The Second Adjustment Program for Greece: First Review (December 2012).
Από την παρατήρηση του διαγράμματος προκύπτει ότι εάν ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής για την Ελληνική οικονομία ήταν της τάξης του 0,5 -σύμφωνα δηλαδή με τις αρχικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ- το αναμενόμενο επίπεδο του ΑΕΠ θα ήταν σωρευτικά για τα έτη 2011 έως 2013 υψηλότερο σε σχέση με την πραγματικότητα κατά €26,42 δις. Επιπλέον, αυτό θα είχε σημαντική επίδραση και στο επίπεδο ανεργίας, το οποίο θα ήταν το έτος 2013 20,1% αντί του 25,3% που αναμένεται. Με άλλα λόγια, η «λάθος» εκτίμηση του ΔΝΤ ισοδυναμεί (μέσω απλών υπολογισμών) με 336.000 ανέργους! Αυτό είναι και το κόστος (και όχι το μοναδικό) της πολιτικής επιλογής να προσαρμοστεί άμεσα η εργασία χωρίς να λειτουργεί η οικονομία. [1]
[1] Από τον Απρίλιο του 2010 πολλοί (και ιδιαίτερα ο υπογράφων) φώναζαν σε όλους τους τόνους ότι το συγκεκριμένο σημείο ήταν το σοβαρότερο πρόβλημα τουλάχιστον γι’ αυτούς που πίστευαν στη διάσωση αλλά όχι και στο συγκεκριμένο πρόγραμμα διάσωσης. Όμως ένα πολύ μεγάλο μέρος των άλλων επικριτών, οι οποίοι θα μπορούσαν να ενώσουν τη φωνή τους, ασχολείτο είτε με την υπεράσπιση των λανθασμένων πολιτικών είτε με τη δραχμή και την πτώχευση. Έτσι, πέρασε ευκολότερα η πολιτική αυτή, διαπράττοντας τη μεγαλύτερη αδικία στη νεότερη οικονομική ιστορία.
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.