Από την ιδεολογική συνοχή στην πολυταυτοτικότητα: Η μετανεωτερική κρίση της πολιτικής συλλογικότητας

anonymous

Η μετανεωτερική συνθήκη σηματοδότησε την προοδευτική αποδυνάμωση των παραδοσιακών ιδεολογικών αφηγήσεων, οι οποίες αποτέλεσαν για δεκαετίες τον πρωταρχικό άξονα κοινωνικής οργάνωσης, πολιτικής ταύτισης και συλλογικής δράσης. Καθώς οι μεγάλες αφηγήσεις του μοντερνισμού υποχωρούν, το συλλογικό υποκείμενο χάνει σταδιακά την ιδεολογική συνοχή του, οδηγούμενο σε μια κατάσταση πολυταυτοτικότητας, όπου η ταυτότητα δεν συγκροτείται πλέον γύρω από σταθερά πολιτικά ή κοινωνικά πρότυπα, αλλά μέσα από ρευστές, αποσπασματικές και συχνά αντιφατικές αναφορές. Αυτή η μετάβαση συνδέεται άρρηκτα με την κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και την αποσύνδεση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικού συστήματος.

Ο κλασικός ορισμός του πολιτικού κόμματος ως οργανωτικής συμπύκνωσης μιας συνεκτικής ιδεολογίας και ως θεσμοθετημένου διαύλου εκπροσώπησης κοινωνικών και ταξικών αιτημάτων καθίσταται ολοένα και λιγότερο λειτουργικός. Τα κόμματα πλέον τείνουν προς οργανισμούς-πλατφόρμες που επιδιώκουν την κατάκτηση εξουσίας μέσω επικοινωνιακής διαχείρισης, προσωποπαγών δομών και ευέλικτων πολιτικών θέσεων, προσαρμόζοντας τον λόγο τους στις απαιτήσεις της εκλογικής αγοράς. Η ιδεολογία υποχωρεί υπέρ της στρατηγικής, ενώ η πολιτική μετάβαση από τον ιδεολογικό ανταγωνισμό προς την τεχνοκρατική διαχείριση δημιουργεί ένα περιβάλλον ιδεολογικής σύγχυσης. Η αποδυνάμωση του ιδεολογικού πυρήνα δεν οδηγεί απλώς σε πλουραλισμό· οδηγεί σε αποπολιτικοποίηση και σε μια εποχή όπου το «ανιδεολογικό» προβάλλεται ως πρότυπο ορθολογικότητας.

Το κοινωνικό σώμα, αποστερημένο μιας συνεκτικής ιδεολογικής μήτρας και ενός κοινού προτάγματος, διασπάται σε πολλαπλές υποταυτότητες. Η συλλογική δράση αντικαθίσταται από περιστασιακές κινητοποιήσεις γύρω από επιμέρους και συχνά απομονωμένα αιτήματα. Η μετατόπιση αυτή ενισχύεται από την ψηφιακή σφαίρα, όπου η πολιτική συμμετοχή κατακερματίζεται σε στιγμιαίες εκφράσεις αγανάκτησης και συμβολικού ακτιβισμού, χωρίς να μεταφράζεται σε μακροπρόθεσμη οργανωτική συγκρότηση. Το αποτέλεσμα είναι ένα κοινωνικό σώμα ευάλωτο στη χειραγώγηση, καθώς στερείται σταθερών σημείων αναφοράς και κοινών κωδίκων πολιτικής ερμηνείας της πραγματικότητας.

Ταυτόχρονα, η απώλεια μιας κοινής εθνικής ή κοινωνικής αφήγησης καθιστά δυσχερέστερη την καλλιέργεια συλλογικού οράματος. Η πολιτική φαντασία περιορίζεται σε διαχειριστικές προσεγγίσεις και στην αναπαραγωγή του υπάρχοντος, αποκλείοντας τη δυνατότητα ριζικής κοινωνικής μεταβολής. Η αποπολιτικοποίηση δεν είναι ουδέτερη διαδικασία· λειτουργεί υπέρ της παγίωσης συσχετισμών ισχύος και της ενίσχυσης ελίτ που αξιοποιούν την κοινωνική αποδιοργάνωση προς όφελός τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η κρίση των ιδεολογιών δεν αποτελεί απλώς φαινόμενο αλλαγής πολιτικών ταυτίσεων, αλλά βαθύτατη αναδιάταξη του δημόσιου χώρου και του τρόπου συγκρότησης της συλλογικής βούλησης.

Ωστόσο, η υποχώρηση δεν συνεπάγεται την πλήρη εξαφάνιση των ιδεολογιών, αλλά τον μετασχηματισμό τους σε πιο διάχυτες, υπόγειες και συχνά πολιτισμικά κωδικοποιημένες μορφές. Το διακύβευμα για τις σύγχρονες δημοκρατίες είναι η ανασυγκρότηση μορφών πολιτικής συμμετοχής και συλλογικής αυτοθέσμισης που θα ανακτήσουν τον ρόλο της ιδεολογίας ως εργαλείου νοηματοδότησης και προσανατολισμού, χωρίς να αναπαράγουν τις δογματικές παθογένειες του παρελθόντος. Η επανανοηματοδότηση της πολιτικής, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο δημόσιο λόγο και η δημιουργία νέων συλλογικών αφηγήσεων αποτελούν κρίσιμες προϋποθέσεις για τη μετάβαση από την αποσπασματική ταυτότητα του κατακερματισμένου πολίτη στη συνειδητή συμμετοχή σε ένα ανανεωμένο δημοκρατικό εγχείρημα.

Υπόμνημα

Η έννοια της ταυτοτικής διάσπασης αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία το κοινωνικό υποκείμενο παύει να συγκροτείται γύρω από μία ενιαία, σταθερή και συνεκτική ταυτότητα και αντ’ αυτού κατακερματίζεται σε πολλαπλές, ετερογενείς και ενίοτε αντιφατικές επιμέρους ταυτότητες. Πρόκειται για χαρακτηριστικό της ύστερης νεωτερικότητας και της μετανεωτερικής συνθήκης, όπου οι μεγάλες συλλογικές αναφορές, όπως η τάξη, το έθνος, η θρησκεία ή η ιδεολογία, υποχωρούν, ενώ αναδύονται ρευστές και ατομοκεντρικές μορφές αυτοκατανόησης.

Σε αυτό το πλαίσιο, το άτομο δεν αυτοπροσδιορίζεται πλέον μέσα από έναν ενιαίο αξιακό ορίζοντα, αλλά μέσα από ένα μωσαϊκό επιμέρους ταυτίσεων, όπως έμφυλη ταυτότητα, σεξουαλικός προσανατολισμός, θρησκευτική πεποίθηση, πολιτική στάση, καταναλωτικές προτιμήσεις, αισθητικό ύφος και τρόπο ζωής (lifestyle). Η συνύπαρξη του «ομοφυλόφιλος», «χριστιανός ορθόδοξος», «νεοφιλελεύθερος» και «life style καταναλωτής» στο ίδιο υποκείμενο δεν είναι απλώς πολλαπλότητα, είναι συχνά ασυμβατότητα, καθώς τα διαφορετικά ιδεολογικά και αξιακά συστήματα που τα παράγουν δεν συνθέτουν ένα συνεκτικό σύνολο. Το αποτέλεσμα είναι μια μορφή ταυτοτικής ρευστότητας, όπου το άτομο μετακινείται ανάμεσα σε κατηγορίες χωρίς σταθερό πλαίσιο αναφοράς.

Ο Ulrich Beck, στο έργo του η «Κοινωνία της Διακινδύνευσης», υπογραμμίζει ότι στη μετανεωτερικότητα η συγκρότηση της ταυτότητας παύει να είναι προδιαγεγραμμένη από συλλογικές δομές και καθίσταται ατομικό έργο βιογραφικής κατασκευής. Το άτομο καλείται να «επανεφεύρει» τον εαυτό του, να επιλέγει και να συνθέτει ταυτότητες, να αναλαμβάνει την ευθύνη για την προσωπική του «αυτοπραγμάτωση». Αυτή η διαδικασία δεν είναι απελευθερωτική χωρίς κόστος, αλλά συνοδεύεται από άγχος, αβεβαιότητα και αποσταθεροποίηση, καθώς η έλλειψη κοινών πλαισίων νοήματος οδηγεί στη δημιουργία υποκειμένων με εύθραυστη κοινωνική αγκύρωση.

Η ταυτοτική διάσπαση συνδέεται επίσης με την αποαποικιοποίηση των παραδοσιακών δομών κοινωνικής αναφοράς. Ο κομματικός μηχανισμός, οι θρησκευτικές κοινότητες, τα εργατικά κινήματα και άλλες συλλογικότητες χάνουν την ικανότητα να συγκροτούν σταθερούς τρόπους ζωής και αξιακές ιεραρχίες. Η κοινωνική τάξη ως πρωτογενής φορέας ταυτότητας υποχωρεί, αντικαθιστάμενη από επιτελεστικές και επιμέρους ταυτότητες που δεν συγκροτούν κοινό πολιτικό υποκείμενο. Συνεπώς, η κοινωνική σύγκρουση παύει να οργανώνεται γύρω από δομικές αντιθέσεις (π.χ. κεφάλαιο–εργασία) και μετατοπίζεται σε επίπεδα κουλτούρας, αναγνώρισης, lifestyle και ηθικής.

Αυτή η διασπασμένη μορφή ταυτότητας έχει διττό αποτέλεσμα: αφενός αποδυναμώνει τους δεσμούς συλλογικότητας και τη δυνατότητα συγκρότησης κοινής πολιτικής βούλησης και αφετέρου καθιστά τα υποκείμενα περισσότερο ευάλωτα σε μηχανισμούς πολιτικής και οικονομικής χειραγώγησης, καθώς η απουσία μακροϊδεολογικών πλαισίων τα καθιστά ευμετάβλητα σε πρόσκαιρες επιρροές, συναισθηματικές απευθύνσεις και πολιτική του θεάματος. Έτσι, η πολυταυτοτικότητα δεν είναι μόνο πλουραλισμός, αλλά είναι και δομική αποστέρηση συνεκτικότητας, η οποία συχνά καταλήγει σε πολιτική αδράνεια και κοινωνική αποσυγκρότηση.

Η πρόκληση για τη σύγχρονη πολιτική θεωρία και πρακτική έγκειται στην αναζήτηση μορφών συλλογικής συνοχής που να μη βασίζονται σε αυταρχικές ομογενοποιήσεις, αλλά σε αναστοχαστικές, δημοκρατικές και συμπεριληπτικές διαδικασίες συγκρότησης κοινότητας. Το ζητούμενο δεν είναι επιστροφή σε μονολιθικές ταυτότητες, αλλά η χάραξη ενός δρόμου όπου η πολλαπλότητα συνυπάρχει με το κοινό, και ο πλουραλισμός δεν σημαίνει διάλυση του κοινωνικού δεσμού.

* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.


Λάβε στο email σου τις πιο έγκυρες αναλύσεις!

Κάνε εγγραφή στο newsletter

Συμφωνώ με την Πολιτική Απορρήτου και τους Όρους Χρήσης.