Η μαζική μετανάστευση του επιστημονικού δυναμικού μιας χώρας είναι χαρακτηριστικό των εθνών που, αφενός διαθέτουν αξιόλογη εκπαιδευτική υποδομή ώστε να εκπαιδεύσουν άρτια την νεολαία τους, αφετέρου αντιμετωπίζουν πρόσκαιρα ή μόνιμα οικονομικά ή πολιτικά προβλήματα που δεν επιτρέπουν τη σχετική προσφορά επιστημονικής απασχόλησης.
Όπως δηλαδή η Ελλάδα. Η οποία κατορθώνει και λειτουργεί με ικανοποιητικό τρόπο ένα σχετικά υπερμέγεθες σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μορφώνει επιστήμονες, σχετικά υψηλών προδιαγραφών, αλλά δεν χρησιμοποιεί παρά ελαχίστους από αυτούς, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των νέων επιστημόνων παραμένει σε καθεστώς ανεργίας, ενώ οι πλέον εξειδικευμένοι και επιστημονικά πολύτιμοι, αναζητούν επαγγελματική ή ερευνητική απασχόληση στο εξωτερικό.
Είναι προφανές, και πρέπει να τονισθεί, ότι η πραγματικότητα αυτή εξαναγκάζει ένα έθνος που βρίσκεται σε μεγάλο οικονομικό πρόβλημα να χρηματοδοτεί με ιδιαίτερα σημαντικά κεφάλαια την εξειδικευμένη εκπαίδευση της νεολαίας του, αλλά την υπεραξία αυτής της εκπαίδευσης να την καρπούνται τρίτες χώρες. Επί της ουσίας δηλαδή, πρόκειται για μια άμεση και σημαντική χρηματοδότηση της οικονομίας των χώρων υποδοχής του επιστημονικού μας προσωπικού.
Παράλληλα, η ανυπαρξία ουσιαστικής πολιτικής συγκράτησης των αρίστων και ικανών υποψήφιων ερευνητών στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα, στερεί τις ερευνητικές δομές της χώρας από το νέο, πολύτιμο προσωπικό που θα εξασφάλιζε την συνεχεία της ερευνητικής αλυσίδας που με τόσο κόπο, και με σημαντικό κόστος, αναπτύχτηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια. Παράλληλα αποστερεί την ελληνική κοινωνία από τα πολύτιμα μελλοντικά επιστημονικά στελέχη της που θα αναβάθμιζαν την συνολική ποιότητα και λειτουργία της χώρας.
Η αιμορραγία αυτή θα μπορούσε να ανακοπεί ή να περιοριστεί σημαντικά, εάν σχεδιαζόταν και εφαρμοζόταν ένα σημαντικό πρόγραμμα υποτροφιών σε αρίστους νέους ερευνητές που επιθυμούν να εργαστούν στην χώρα τους. Το πρόγραμμα αυτό θα μπορούσε να προσφέρει τουλάχιστον 20-30 χιλιάδες υποτροφίες στα επόμενα τέσσερα χρόνια από τους πόρους του νέου ΕΣΠΑ. Η διαχείριση ενός τέτοιου έργου θα μπορούσε κάλλιστα να πραγματοποιηθεί από τα ίδια τα πανεπιστήμια χωρίς περιττές γραφειοκρατίες και χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις, ενώ το κόστος του δεν ξεπερνά τα 500 εκατομμύρια ευρώ.
Τα οφέλη από την συγκράτηση του άριστου επιστημονικού προσωπικού στην χώρα θα είναι ζωογόνα για την ελληνική κοινωνία και, ασφαλώς, απείρως σημαντικότερα από τα, συχνά αμφίβολης σκοπιμότητας, έργα υποδομών που συνήθως χρηματοδοτούνται από τις σχετικές πηγές.