Γιατί η ανεργία δεν είναι ποτέ 0%;
Η ανεργία είναι ένα χαρακτηριστικό της οικονομίας που φοβούνται τόσο οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, όσο και η χώρα ολόκληρη. Αυτό που παρατηρείται είναι ότι, ακόμα και σε περιόδους μεγέθυνσης της οικονομίας που δημιουργούνται αρκετές θέσεις εργασίας, η ανεργία δεν φτάνει ποτέ το 0%. Ακόμη και η Γερμανία, που θεωρείται παράδειγμα εθνικής οικονομίας, το 2018 το ποσοστό ανεργίας κυμαινόταν στο 3,5% με 3,3% περίπου. Τι είναι αυτό που κρατάει την ανεργία και δεν εξανεμίζεται;
Όπως γνωρίζουμε οι περισσότεροι, ποσοστό ανεργίας είναι εκείνο το μέρος του εργατικού δυναμικού (απασχολούμενοι και άνεργοι) που δεν έχουν καταφέρει να βρουν εργασία, παρόλο που αναζητούν. Προσοχή! Το ποσοστό δεν περιλαμβάνει τους μη οικονομικά ενεργούς, δηλαδή εκείνους που δεν ψάχνουν για εργασία.
Η θεωρία παρουσιάζει δύο μορφές ανεργίας που φαίνεται ότι είναι μόνιμο φαινόμενο στην αγορά εργασίας και που αποτρέπουν τον μηδενισμό της ανεργίας μιας οικονομίας. Η πρώτη είναι γνωστή ως ανεργία τριβής (frictional unemployment). Πρόκειται για μια κατάσταση κατά την οποία οι επιχειρήσεις ψάχνουν τους κατάλληλους εργαζομένους και από την μεριά των εργαζομένων ψάχνουν την κατάλληλη εργασία γι’ αυτούς. Είναι προφανές ότι η κάθε εργασία είναι ξεχωριστή και έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις, όπως και ο κάθε εργαζόμενος είναι ξεχωριστός με συγκεκριμένες δεξιότητες, εμπειρία, μόρφωση κ.λπ. Μέχρι να ταιριάξουν οι απαιτήσεις των δύο συμβαλλόμενων μερών, υπάρχει η ανεργία τριβής.
Ως δείκτης, η ανεργία τριβής δεν φαίνεται ότι είναι απαραίτητα αρνητικό φαινόμενο, καθώς δείχνει ότι οι εργαζόμενοι ψάχνουν καλύτερη θέση εργασίας και οι επιχειρήσεις εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, κάνοντας τη χώρα ανταγωνιστική. Επίσης, σε περιόδους ύφεσης η ανεργία τριβής μειώνεται, καθώς οι εργαζόμενοι δε ρισκάρουν να βρουν καλύτερη εργασία.
Η δεύτερη μορφή ανεργίας είναι η λεγόμενη διαρθρωτική ανεργία (structural unemployment). Είναι μια επαναλαμβανόμενη ανεργία ακόμα και όταν η οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση ευημερίας. Η εν λόγω μορφή ανεργίας συνήθως απευθύνεται στους μακροχρόνια ανέργους, δηλαδή εκείνους που είναι άνεργοι για μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον 12 μήνες). Επιπλέον, έχει το χαρακτηριστικό ότι είναι χρόνια, με τους εργαζομένους να μην βρίσκουν σταθερή δουλειά ή να μην αναζητούν τόσο συστηματικά εργασία.
Οι βασικοί παράγοντες που προκαλούν τη διαρθρωτική ανεργία είναι δύο. Ο πρώτος σχετίζεται με την χαμηλή ειδίκευση των εργαζομένων, κάτι που εμποδίζει μια μακροχρόνια προοπτική εργασίας. Η έλλειψη επαρκούς εκπαίδευσης και μορφωτικού επιπέδου έχουν ως αποτέλεσμα τα άτομα αυτά να μην βρίσκουν σταθερή εργασία ή να έχουν μικρή αμοιβή, καθώς και ελάχιστες πιθανότητες εξέλιξης.
Ο δεύτερος παράγοντας αναφέρεται στην μετακίνηση εργαζομένων από κλάδους που βρίσκονται υπό κατάρρευση σε κλάδους που αναπτύσσονται. Οι κλάδοι που βρίσκονται σε ύφεση και δεν έχουν μέλλον δημιουργούν ένα πλήθος ανέργων οι οποίοι πρέπει π.χ. να εκπαιδευτούν, να εξειδικευθούν, να αλλάξουν τόπο διανομής προκειμένου να εισχωρήσουν σε νέους κλάδους που έχουν ανάπτυξη. Αυτό το γεγονός απαιτεί αρκετό χρόνο.
Για παράδειγμα, τις τελευταίες δεκαετίες αρκετές θέσεις εργασίας έχουν χαθεί στην μεταποίηση από τις ΗΠΑ καθώς έχουν μετακινηθεί σε χώρες με χαμηλότερο κόστος παραγωγής, όπως η Κίνα.
Οι δύο μορφές ανεργίας που αναλύθηκαν είναι οι βασικές αιτίες για την μη εξαφάνιση της ανεργίας. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση που υπάρχει πάντα ανεργία ακόμα και σε περιόδους άνθησης της οικονομίας.
*Στο παρόν άρθρο δεν γίνεται αναφορά στην ανεργία που προκαλείται εξαιτίας μιας οικονομικής κρίσης.
Πηγή: your e-articles