ΜΕΛΕΤΗ

ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟ

ΣΩΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ, ΠΤΥΧΕΣ ΤΟΥ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ LEX SPORTIVA
ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟ

Στη μελέτη αυτή εξετάζεται η ρυθμιστική αναγκαιότητα πλήρωσης των κριτηρίων ύπαρξης του αθλητικού θεσμού και των θεσμών της σωματικής δραστηριότητας, στο πλαίσιο της σε κράτος οργανωμένης κοινωνίας. Επίσης, εξετάζεται η φύση και η διάκριση των ειδικότερων τοπίων του Αθλητικού δικαίου, ως Lex Sportiva μία sui generis αθλητική έννομη τάξη και το Διεθνές Αθλητικό Δίκαιο, καθώς και την αναγκαιότητα σύστασης ενός διεθνούς Αθλητικού Καταστατικού Χάρτη, χάριν της διαμορφώσεως διεθνούς νομιμότητας στην αθλητική δράση και του διεθνή ελέγχου νομιμότητας της θεσμικής αυτονομίας των διεθνών αθλητικών φορέων.

Η λέξη θεσμός όπως και οι λέξεις θέση, θετικός κ.ά., ετυμολογικά έχουν τη ρίζα τους στο ρήμα τίθημι, που σημαίνει θέτω, «τεθμός», θεσμός. Στα ομηρικά έπη την πρώτη έννοια δικαίου αποδίδει ο όρος θέμις, ο οποίος παράγεται από την ρίζα Θε-, σημαίνουσα θέσπιση κανόνων υποχρεωτικών για τους άλλους1, με τη μορφή ενός γενικά παραδεκτού αντικειμενικού κανόνα που εκφράζει «την περί δικαίου κρατούσα ομαδική, δηλαδή κοινωνική αντίληψη»2. Στο πλαίσιο αυτό των θεσμών εντάσσεται και ο αθλητισμός με τους αγώνες3. Οι σωματικοί αγώνες, από αρχαιοτάτων υπήρξαν εδραιωμένος κοινωνικός αλλά και πολιτειακός θεσμός ως αθλητισμός4, αγωνιστική και γυμναστική με παιδαγωγική πτυχή, αλλά και με τη φύση σωματικής άσκησης για την ευρωστία και την ευεξία του σώματος, όπως εξάλλου τονίζει ο Πλάτων: «ου τα πολλά αλλά τα σχέτλια γυμνάσματα την ευεξίαν εμποιείν τοις ανθρώποις»5.

Η κατανόηση, επομένως, της υποστάσεως του αθλητισμού και της γυμναστικής ως θεσμών μας επιτρέπει να κατανοήσουμε και το νόμο, ως στοιχείο που προσδίδει πνοή στο θεσμό και αναδεικνύει τη φυσιογνωμία του.

Κατ’ ακολουθία, τόσο ο Αθλητισμός όσο και η γυμναστική-Φυσική Αγωγή πληρούν και τα τρία κριτήρια, τα οποία καθιστούν το θεσμό πραγματικότητα. Αυτά είναι το λειτουργικό-βιολογικό στοιχείο, το συμβολικό στοιχείο και το ρυθμιστικό στοιχείο, με το οποίο λειτουργεί ο θεσμός και εξασφαλίζεται η θεσμική του οντότητα. Τούτο σ’ άλλους θεσμούς, ιδίως κοινωνικών γεγονότων, παρουσιάζεται και με τη μορφή εθίμου6.

Με το λειτουργικό στοιχείο, στο θεσμό του αθλητισμού, τη γυμναστική ως εκπαιδευτική διαδικασία και τη σωματική άσκηση για σκοπούς υγείας και ψυχαγωγίας, ικανοποιούνται ανάγκες και επιθυμίες, οι οποίες μάλιστα εκπληρώνονται κατά τρόπο συμβολικό. Η συμβολική διαδικασία διαμορφώνει και παρουσιάζει το θεσμό, η οποία καθορίζεται απ’ τις συνθήκες, την αθλητική αλλά και την κοινωνική πρακτική και έκφραση. Το συμβολικό στοιχείο είναι εκείνο, που αναπαριστά και δεσμεύει, που συμβάλλει δηλαδή στο να λειτουργεί ο θεσμός ως προς τις κοινωνικές αξίες και αποτελεί το χαρακτηριστικό γνώρισμα του θεσμού. Είναι το γιατί της ικανοποίησης των αναγκών και των επιθυμιών, το στοιχείο που προσδίδει νόημα στην ικανοποίηση αυτή και γίνεται ο λόγος της. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο θεσμός ενταγμένος σε κοινωνικό πλαίσιο μπαίνει σε κίνηση, εξελίσσεται και συμβάλλει στην ίδια την εξέλιξή του και στην εξέλιξη της ίδιας της κοινωνίας.

Εξ’ ίσου σημαντικό στοιχείο του θεσμού είναι αυτό που οριοθετεί το περιεχόμενο, ρυθμίζει τις σχέσεις των εμπλεκομένων στο θεσμό και προσδιορίζει τη φύση του, ενώ παράλληλα προστατεύει και εξασφαλίζει τη λειτουργική και συμβολική του υπόσταση. Το στοιχείο αυτό περιβάλλει και διέπει το θεσμό, είτε υπό τη μορφή του εθίμου είτε υπό τη μορφή του νόμου και εξασφαλίζεται έτσι, στο πλαίσιο της κοινωνίας, η αποστολική αποτελεσματικότητα του θεσμού, αλλά και η ιστορική του προοπτική. Το δίκαιο επιβάλλει το σεβασμό προς το λειτουργικό μέρος και τη συμβολική διαδικασία του θεσμού.


1. Βλ. Πανταζόπουλος, Εισαγωγή εις την Επιστήμην του δικαίου, σελ. 37

2. Όπ.π. σ. 38. Επίσης για το ίδιο θέμα, βλ. Αραβαντινός (1978) σελ. 17.επ.

3. Βλ. Σχετικά κείμενα στο 14th   World IASL Congress, Dimitrios P. Panagiotopoulos (2009) « Sports Law Foundation Sports Regulations as Rules of Law - a Fundamental Institutional Approach», in: Sports law: an Emerging Legal Order - Human Rights of Athletes [Dimitrios Panagiotopoulos Ed], Nom. Bibliothiki: Athens, pp 15-23, του ιδίου (2009), «Lex Sportiva και ρυθμιστική αρμοδιότητα στο πεδίο συμβατικών και οικονομικών σχέσεων στην αθλητική δραστηριότητα», σε: Επισκόπηση Αθλητικού Δικαίου: Lex Sportiva (ΕΑΔ/LxSp), Τομ. 8, σελ. 29-37, επίσης του ιδίου (2009), “Lex Sportiva and Lex Olympica”. XIII Olympic Congress, Copenhagen 2009, [part, Olympic Family Contributions: The structure of the Olympic Movement], IOC: Lausanne, pp. 368-369, όπως και (2008), “The Application of the Lex Sportiva in the Context of National Sports Law”,  in: The  Journal of  Comparative Law. Vol. 10,123-140 and in: International Sports law Review Pandektis, Vol. 7:1-2, pp.1-12, πρβλ. Επίσης του ιδίου (2010) “Lex Sportiva, Some Examples from the Recent Greek Case-Law”, in: Sports Law, 15th IASL Congress Proceedings [Jacek Foks Ed], Polski Institute of Sports Law: Warsaw, pp.101-108, επ. Βλ.  Dimitrios P. Panagiotopoulos (2010), “In- stitutional Foundation of Physical Education and Sports Games”, in: International Journal of Physical Education (IJPE) 1: 2010 ,pp 25-35, του ιδίου  (2011), “A Survey of the International Legislations Governing the protection of the Professional Players” In: Journal of US-China Law Review”, Vol. 8:87, pp 122-136. Περισσότερα Βλ. του Ιδίου (2011), Sports Law: Lex Sportiva and Lex Olympica, Ant. Sakkoulas: Athens.

4. Ελληνική Επιστημονική Εταιρεία, Αθλητισμός για όλους, αθλητισμός και υγεία, Μελέτη, 3:1, Αθήνα 1980, σελ. 9

5. Βλ. Πλάτων, Αντερασταί, 134c.

6. Βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (2006), Διεθνείς Αθλητικοί και Ολυμπιακοί θεσμοί, Αθλητικό Διεθνές Δίκαιο , Νομ. Βιβλιοθήκη: Αθήνα, σελ.101-114.

Το «ποιητικό αίτιον» είναι η βάση όλων των πραγμάτων που υφίστανται, τα οποία προέρχονται από αυτό νόμιμα και αναγκαία7. Η σωματική επίδοση, ως ένας προσωπικός άθλος, μόνο μέσα σε συγκεκριμένο κανονιστικό πλαίσιο ηθικής και αγωνιστικής πρακτικής μπορεί να υψωθεί σε αγαθό και ο αθλητής να προβληθεί ως το ιδανικό πρότυπο ανθρώπου στο κοινωνικό σύνολο8.

Ο αθλητικός αγώνας είναι η αιτία δια του οποίου εκφράζεται το κοινόν9 ως «τ’ αυτόν και έτερον»10. Στον αθλητικό αγώνα δεν μπορεί, δηλαδή, ο συμμετέχων αθλητής να ρευστοποιήσει την αντικειμενική υπόσταση του ετέρου, καθότι στην ύπαρξη αυτού, κατά τον αγώνα, διακρίνεται ο πρώτος και επιβεβαιώνεται το κοινόν. Σε τούτο ακριβώς συντελεί ο υφιστάμενος κανόνας δικαίου11 περί της διεξαγωγής του αγώνα και της επίδειξης ανάλογης συμπεριφοράς. Η συμπεριφορά αυτή, κατά τον μεγάλο ρήτορα και φιλόσοφο Γοργία (ολυμπικός), οφείλει να διασφαλίζει τα στοιχεία της αρετής, τόλμη και σοφία προσδίδουν τη φυσιογνωμία και διακρίνουν το σωματικό αγώνα:

«Διττών [δε] αρετών δείται, τόλμης και σοφίας. Τόλμης μεν τον κίνδυνον υπομείναι, σοφίας δε το πλίγμα [αίνιγμα] γνώναι»12.

Η σοφία είναι το στοιχείο για να μην καταστεί η «τόλμη» παράλογος (όπως θα έλεγε ο Θουκυδίδης), όπου η βούληση για συμμετοχή στον σωματικό αγώνα θα πρέπει να καθίσταται δυνατότητα για τη νίκη. Στο Γοργία τονίζεται ότι: «[…] ο Ολυμπίασιν αγών, καλεί μεν τον βουλόμενον στεφανοί δε τον δυνάμενον»13. Πέραν όμως των ανωτέρω, όπως ο Ιπποκράτης τονίζει, η συμμετοχή στον Αγώνα οφείλει να γίνεται σύμφωνα με την κατά φύση λειτουργία του σώματος, τη δίκαιη φύση εν την οικεία φύση αυτού, την εξαιρετικά δηλαδή ειδική ατομική φυσική κατάσταση και ιδιαιτερότητα, που την διέπει η κατά τον νόμο της φύσεως λειτουργία του σώματος, προς αποφυγή της αδίκου φύσεως αυτού, ήτοι της κατάστασης ασθένειας14. Η γνώση της οικείας, αλλά και της αδίκου φύσεως του σώματος, εξασφαλίζουν τη δίκαιη φύση, δηλαδή την ορθή λειτουργία του οργανισμού, την οποία οφείλει να εξασφαλίζει η ιατρική και να υπηρετεί η γυμναστική. Στον ορίζοντα της συζήτησης αυτής, η σωματική άσκηση και ο σωματικός αγώνας δια της γυμναστικής και της προπονητικής, υπό το πρίσμα της γνώσεως της οικείας φύσεως, έχουν στόχο την ανάδειξη της δικαίας φύσεως του σώματος και πέραν τούτων την ανάδειξη των ικανοτήτων αυτού15. Με τον σωματικό αγώνα δε, κατά την οικεία φύση, δια της μέγιστης συγκρίσεως των σωματικών ικανοτήτων, αναδεικνύεται και η δυνατότητα εναντιώσεως του ανθρώπου στα στοιχεία της φύσεως με Αγώνα - «τόλμης και σοφίας», όπου εκ των βουλομένων ως συμμετεχόντων, στεφανούται εκείνος μόνο που δύναται, ο «δυνάμενος». Επομένως, με τη γυμναστική ο Προπονητής-Γυμναστής, έχοντας γνώση της δικαίας και αδίκου φύσεως του σώματος και της οικείας φύσεως του αθλητή (ήμερα VO2max16), οφείλουν να υπηρετούν τη δικαίαν φύση του σώματος ως αντίσταση απέναντι στην ειμαρμένη, που είναι ο εκφυλισμός και η πτώση του, αλλά και στην πορεία για την επικράτηση στον αγώνα.

Στην ελληνική σκέψη, επομένως, αυτός είναι και ο λόγος, όπου στον σωματικό αγώνα μέτρον καθίσταται ο δια της αρετής: «τόλμης και σοφίας» αγών, στον οποίο ο βουλόμενος, δια συναγονιζόμενων, μπορεί να αναδειχθεί και δυνάμενος, επικρατών επί των φυσικών στοιχείων, ενώπιος - ενωπίω, στο Στάδιον (Στάσις - ανάστασις -Επανάστασις = κόσμος), κατακτών τη νίκη, ως αντίσταση επιβίωσης του ανθρώπου και ως δαμασμός των δυνάμεων αυτών της φύσης, προς ικανοποίηση των αναγκών της ζωής και την αποτροπή του εκφυλισμού του ανθρώπου και της καταστροφής του από αυτές και στην εξύψωση και εξιδανίκευση του κοινού, δηλαδή της Πόλεως-Πολιτείας17. Στην πορεία αυτή πραγματώσεως του αγώνα, το ρυθμιστικό στοιχείο του αγώνα είναι καθοριστικό για την υπόστασή του και την ανάδειξη των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων.

Κατ’ ακολουθίαν τούτων, ίδιος ο αθλητικός αγώνας ως λειτουργική και συμβολική διαδικασία καθίσταται αιτία της δημιουργίας των κανόνων δικαίου στο αθλητικό γίγνεσθαι. Στη δυτική σκέψη, όπως παρουσιάζεται τουλάχιστον στη θεωρία Homo Ludens, έχει επικρατήσει ότι ο αθλητικός αγώνας είναι παιδιά, παιχνίδι, game18. Τούτο μοιραία οδηγεί όμως το χώρο των αθλημάτων και των αγώνων σε χώρο όχι δικαίου19. Η αθλητική πράξη, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις η ειδική διεξαγωγή του αγωνίσματος, επιβάλλουν ειδικούς κανόνες για τον τρόπο τέλεσης του αγώνα, στον οποίο πιθανολογείται σφόδρα η σωματική βλάβη και ο επικείμενος κίνδυνος, ενώ όπως παραπάνω αναλύθηκε έχει και μείζον ενδιαφέρον για το περιεχόμενο και την ορθή διεξαγωγή του αγωνίσματος20. Ο σωματικός Αγώνας, δηλαδή, αντιθέτως προς τη θεωρία της παιδιάς, είναι μια καθ’ όλα σοβαρή σωματική δραστηριότητα, εξ αιτίας της ικανοποιήσεως του ατομικού στόχου, της δι’ αυτού κατακτήσεως του άθλου, δια της νίκης και μάλιστα σε κοινότητα με συνώνυμο συμφέρον. Στην περίπτωση αυτή, περιοχή ρυθμίσεως από το νόμο είναι η αθλητική ζωή και η διεξαγωγή του αθλήματος κατά τους αγώνες21 με σκοπό την εξασφάλιση: α) του μέτρου σύγκρισης των αγωνιζομένων, β) των όρων συμμετοχής σ’ αυτούς, γνωστών εκ των προτέρων, γ) του προσδιορισμού και του τρόπου διεξαγωγής της αθλητικής πράξης, δ) της βεβαιότητας και της εγκυρότητας του αποτελέσματος των αγώνων, ε) της δυνατότητας ελέγχου των όρων συμμετοχής στους αγώνες, στ) της αξιοπιστίας του αποτελέσματος και ζ) της πρόβλεψης απειλής κυρώσεων, σε περίπτωση παράβασης των όρων και του τρόπου διεξαγωγής του αθλητικού αγώνα. Ο κανόνας δικαίου, στην περίπτωση αυτή, εξασφαλίζει δια των παραπάνω τη λειτουργική δυνατότητα της ικανοποίησης, δηλαδή αναγκών και επιθυμιών δια της συμμετοχής στον αθλητικό αγώνα όπως και το γιατί αυτής, καθώς και την προστασία, δια της εξασφαλίσεως των κριτηρίων ύπαρξής του, τον ίδιο τον αθλητικό θεσμό.


7. Αίτιον κατά την αντίληψη αυτή είναι «ό,τι εκ του οποίου γίνεται ενυπάρχοντος αυτού», και αναλύεται στα στοιχεία : «Ουσία», «Ύλη», «Όθεν η αρχή της κίνησης», «Ου ένεκα». Η αρχή αυτή του ποιητικού αιτίου εφαρμοζόμενη στον αθλητισμό σημαίνει: τον αθλητή (δηλαδή απ’ τον οποίο), εκ του χρησιμοποιούμενου μέσου (δηλαδή εκ του οποίου), δια του αθλήματος (δηλαδή δια του οποίου), για τον αγώνα (δηλαδή για τον οποίο), Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Κεφ. Ε, Ζ και Λ., πρβλ. Φίλων Αλεξανδρεύς, Νόμων Αλληγορία, Κεφ. 3, παρ. 7, Περί Ονείρων Κεφ. 1, παρ. 182, Περί Βίου Μωυσέως, Κεφ. 1, παρ. 283, και Περί Χερουβίμ, παρ. 125.

8. Βλ. International Sports Law Review Pandektis (ISLR/Pandektis), Vol. I:1, p.15

9. Βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος, Αλ. Μιχαλοπούλου (1997), “Αρχιπέλαγος Πρόκληση Δημοκρατικής Αναθέσμισης”, στο: Πρακτικά Συνεδρίου ‘’Τεχνολογίες Αρχιπελάγους», ΤΕΙ Αυτοματισμού, Πειραιάς 22-24 Οκτωβρίου 1997, σελ.215-224.

10. Για την άρση του άδικου χαρακτήρα των αθλητικών πράξεων, βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (2005) Αθλητικό Δίκαιο Ι., Νομ. Βιβλιοθήκη : Αθήνα, σελ. 455-463, πρβλ. του ιδίου Δ. Παναγιωτόπουλος (2001), Αθλητικές Σχέσεις, Αντ. ν. Σάκκουλας: Αθήνα, σελ. 29-31

11. Ibid, σελ. 29-31 και του ιδίου Διεθνείς Αθλητικοί και Ολυμπιακοί Θεσμοί...,όπ. π., σελ. 30-37.

12. Βλ. Γοργία, Ολυμπικός. Τα παραπάνω αναφέρονται και στο έργο του Κλήμεντος του Αλεξανδρέα, Στρωματείς Ι.51., πρβλ. Πλάτων , Ευθύδημος, 278 b, όπως και παγκρατιασταί, 271c, παγκρατιαστική τέχνη, 272 α.
 
13. Βλ. J Bernays (1853), Zum Gorgia’ s, «Ολυμπικός Λόγος», Rheinisches Museum, 8, s. 453 επ.
 
14. Βλ. Ιπποκράτους, Περί Διαίτης Υγιεινής, 1.2, 3.67.
 
15. Στο ερώτημα «Τις ουν η παιδεία;» ο Πλάτων, απαντά : « έστιν δε που η μεν επί σώμασι γυμναστική, η δ’ επί ψυχή μουσική.», Πολιτεία, 376e 2-4.
 
16. Γεώργιος Π. Ροντογιάννης. Παράγοντες που επηρεάζουν την αθλητική απόδοση του ποδοσφαιριστή. Αθλητική Επιστήμη. Θεωρία και Πράξη 1;1:1986, σελ. 53-77. Επίσης βλ. Μαρία Μαριδακη. Μ. Αθλητικό ταλέντο: “Σωματική ικανότητα ή βιοτεχνολογική παραγωγή”. 2ο Επιστημονικό Συμπόσιο “Ο αθλητής στο κατώφλι του 21ου αιώνα Αθήνα 2004”. Πρακτικά., σελ. 63-66, Λαμία, 1998, πρβλ. Geladas N, Anastassopoulos S, Keramidas M, and Koskolou M. Maximal Oxygen Uptake may be limited by Sensation of muscle Oxygenation, The Open Sports Med J, 3:88-95, 2009, όπως και Μέξης Ε., Ευαγγελίδης Π., Μπογδάνης Γ. και Μαριδάκη Μ. Σχέση μεταξύ του δείκτη μάζας σώματος, της σωματικής σύστασης και της αερόβιας ικανότητας σε παιδιά ηλικίας 10-12 ετών. Αθλητική Επιστήμη: Θεωρία και Πράξη, 19 (2): 47-54, 2006.
 
17. Για την αρετή αυτή ο λυρικός ποιητής Θέογνις αναφέρει σχετικά ότι: «εν δε δικαιοσύνη συλλήβδην πασ’ αρετή εστίν». Οι στίχοι αυτοί φανερώνουν ότι τη συγκεκριμένη περίοδο το αίσθημα του δικαίου ήταν βαθύτατα αναπτυγμένο στα μέλη της οργανωμένης κοινωνίας σε κράτος, ενώ πάνω σ’ αυτό το βάθρο της κοινής αίσθησης του Δικαίου με την έννοια της ατομικής αρετής αρχίζει να χτίζεται ο νέος κλασσικός πολιτισμός του αρχαίου κόσμου. Βλ. Ε. Diehl, “Anthologia Lyrica Graeca”, Τ1, 1925, σελ.24.

18. Για περισσότερα βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (2000), Ο εν Ολυμπία Θεσμός της εκεχειρία ς, στο: 10ο Διεθνές Συνέδριο Φιλοσοφίας με θέμα: «Νομος και δικαιώματα στην αρχαία ελληνική παράδοση», Ολυμπία 1-6 Ιουλίου 1999, στο: ΙΦΙΤΟΣ, σελ 71-86, του ιδίου (1992), «The Olympic Armistice as a Legal Institution within the Framework of Interstate Relation», In: International Journal of Physical Education (I.J.P.E), Vol. XXIX, Issue 2, pp.18-23. Περισσότερα για την έννοια Παιχνίδι-Παιδιά, βλ. Γ. Φαράντος
(1996), Προλεγόμενα Φιλοσοφίας του Αθλητισμού, Τελέθριον :Αθήνα, σελ. 35-39 και για τις θεωρίες του παιχνιδιού βλ. Γ. Δογάνης (1990), Η ψυχολογία της Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Salto: Θεσσαλονίκη, σελ. 25-40.
 
19. Η άποψη ότι o αθλητισμός βρίσκεται στη σφαίρα ανθρωπίνων δραστηριοτήτων της παιδιάς «Homo Ludens», ως μια κρατούσα φιλοσοφική θεωρία , με σαφή διάκριση από το χώρο δραστηριοτήτων της εργασίας «Homo Faber» προς τον οποίο τείνει, έχει διατυπωθεί από τον J. Huizinga (1972), Homo Ludens, I 1, Saggiatore, Torino, πρβλ. G. Consolo (1976), Sport Diritto E Sosieta’ Profi lo di Sosiologica Giuridica, Armando: Roma, (Προοπτικές της έρευνας πάνω στον Αθλητισμό), 23-25.

20. Βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (2001) Αθλ. Δικαιο, Αντ. Σάκκουλας: Αθήνα, σελ 85-88 και 407-410.
 
21. Βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (1990), Θεωρία Αθλητικού Δικαίου, Αντ. Σάκκουλας: Αθήνα, σελ. 20, και ανάλυση στο οικείο κεφάλαιο περί κανόνων αγώνων και κανόνων κοινού δικαίου.

Στη θεωρία υφίσταται διχογνωμία ως προς το αν οι παραπάνω αθλητικοί κανόνες περικλείουν χώρο δικαίου ή είναι κανόνες χωρίς τέτοιο περιεχόμενο22.

Ο Max Kummer, κατά συστηματικό τρόπο, προέβη στη διάκριση των αθλητικών κανόνων από τους κανόνες δικαίου και χαρακτηρίζει τους αθλητικούς κανόνες ως κανόνες παιδιάς-παιχνιδιού. Κατέληξε δε στο συμπέρασμα ότι οι αθλητικοί κανόνες αυτοί συλλήβδην βρίσκονται πολύ μακράν του δικαίου, καθότι κατ’ αυτόν δεν αποτελούν «χώρο δικαίου-non law ”23, αφού δεν μπορούν να τύχουν δικαστικής κρίσεως. Ο αθλητικός κανόνας, που αφορά αυτήν την ίδια την τεχνική φυσιογνωμία του αγωνίσματος και τους τεχνικούς όρους ύπαρξής του, όντως δεν σχετίζεται ούτε με τους όρους συμμετοχής στον αγώνα, αλλά ούτε και με τον τρόπο της διεξαγωγής του, ως πλαίσιο δηλαδή για τη βεβαίωση του αγωνιστικού αποτελέσματος. Ο κανόνας αυτός δεν μπορεί πράγματι να αποτελεί κανόνα δικαίου, γιατί δεν ρυθμίζει την αθλητική πράξη, δεν θέτει δίκαιο για τον αγώνα μέσω του αγωνίσματος, αλλά προσδιορίζει τα τεχνικά και μόνο χαρακτηριστικά του αθλήματος24. Η εξομοίωση όμως όλων των αθλητικών κανονισμών, και αυτών δηλαδή που κατευθύνουν την αθλητική δραστηριότητα, ως κανόνες δικαίου, με τους τεχνικούς κανονισμούς φυσιογνωμίας του αθλήματος, ως μη σχετιζομένους με το δίκαιο, είναι υπερβολική και χωρίς επιστημονικά ερείσματα25. Οι ειδικοί κανονισμοί των αθλημάτων για την εξασφάλιση της ομαλής και εύρυθμης αθλητικής ζωής και των αγώνων είναι κανόνες δικαίου και στο πλαίσιο της νόμιμης θεσμικής αυτονομίας των φορέων του αθλητισμού26 αποτελούν το σκληρό πυρήνα του Αθλητικού Δικαίου, τη Lex Sportiva27, οι κανόνες της οποίας, στη βάση της αρχής lex specialis derogat legi generali, κατισχύουν28.


22. Πρώτη προσέγγιση του θέματος διάκριση του Αθλητικού Δικαίου και ιδιαίτερα της προσεγγίσεως των κανόνων διεξαγωγής των αθλημάτων και ο προσδιορισμός της ιδιαίτερης φύσης τους, έγινε από το συγγραφέα το 1992, βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (1992) Αθλητικό Δίκαιο Επιστημολογική Προσέγγιση και εφαρμογή, ISLR/Pandektis, I:1, σελ. 29., όπου, λόγω του είδους της μελέτης αυτής, γίνεται απλή αναφορά στη θεωρία του Max Kummer.

23. Max Kummer (1973), Spielregel und Rechtsregel, Staempfl i & Cie AG, Berne. Ο Πρόεδρος του ΙΙΙ, Δικαστηρίου της Βέρνης σε απόφασή του στις 22.12.1987, σε αθλήτρια για doping (σε πρωτάθλημα της Ρώμης 1987) που της επεβλήθη αποκλεισμός από τους αγώνες και δυο χρόνια απαγόρευση συμμετοχής, αναφερόμενος στη θέση του Κummer, ότι οι κανόνες του αγωνίσματος δεν ελέγχονται από το δικαστή, διατύπωσε την άποψη ότι η ποινή της αποβολής από τον συγκεκριμένο κανόνα στηρίζεται στην εφαρμογή του κανονισμού των αγώνων, λόγος για τον οποίο δεν μπορεί να κριθεί από τον δικαστή. Η απαγόρευση όμως συμμετοχής για δύο χρόνια είναι πρόβλημα που σχετίζεται με το δίκαιο, γιατί προσβάλλει βάναυσα το θεμελιώδες δικαίωμα του αθλητή και τούτο είναι αρμοδιότητα του δικαστή, βλ. Ελβετική Επιθεώρηση για τη Νομοθεσία, 1988, (δικαστική απόφαση στην υπόθεση Casser), σελ. 85-86 (και υπόθεση Mandli C.), σελ. 311, πρβλ. μεταξύ άλλων για υπ. Casser, Tarasti L. (2000), Legal Solutions, In International Doping Cases, SEP Editrice: Milan, pp.117-119, όπως και πρόσφατα στην Υπόθεση Μπλιάμου, βλ. απόφαση Doping Panel of FINA 27-9-2002.
 
24. Βλ. Δ. Παναγιωτόπουλος (2001) Αθλητικό Δικ. , oπ. π, σελ 80-81.
 
25. Βλ. Ελβ. Επ. για τη Νομοθεσία, 1988, όπ.π, σελ.85-86 και 311, πρβλ. και Staveren V.H.(1994), The Line Between Sports Regulation and the law, in: CDDS Seminar on Sports legislation [CDDS(94)34], 18-19 May, Malta, ο οποίος, για το πρόβλημα των αθλητικών κανόνων και το δίκαιο , ακολουθεί τις απόψεις του Κummer, op. cit., ss.22, και 44.

26. Dimitrios Panagiotopoulos (1995), “The Institutional Autonomy in Sports and the Limits of the Economic Freedom”, in: Proceedings 4th IASL Congress, Nov.10-11 Nov., Barcelona and in: International Sports law review Pandektis (I.S.l.R/Pand.), Vol 5:1 (2003), pp.31-45, and (2004)in: Sports Law [Lex Sportiva] in the World, Ant. N.Sakkoulas: Athens, pp.66-80.
 
27. See. Dimitrios Panagiotopoulos (2003) Sports Law, a European Dimension, Ant. N. Sakkoulas: Athens, pp. 16-23., see ibid (2001), Sports law, op. cit., pp.72-74, ibid (2004), Sports Law [Lex Sportiva] όπ.π , pp.39-41, J.A Nafziger (2004), “Lex Sportiva”, in: International Sports Law Journal (ISLJ), 1:2, pp.3-8, πρβλ. Reschke Ε. (1989), Rechtwissenschaft und Sport - Sport Recht, Theory und Themenfelder der Sportwissenschaft, op. cit, ss.160-173, see ibid, (1972), Sport und Recht, σελ. 26, See. Dimitrios Panagiotopoulos (1992), “Sports law a Epistemological approach : [...]”, op. cit., pp.25-37, J. P. Karaquilo (1989), “ Le Droit du Sport a la Droit Selon”, 18th Conference for the European Community law, Council of Europe, p.48. Την ίδια θέση διατυπώνουν και H. Berr (1973), Sport und Strafrecht, s. 69, U. Weisemann (1983), s.35, F.Ch. Schreder (1972), s.26., όπως και Jestas Ph. (1981), Spectacle Sportif et Droit du Sport, PUF, Paris, p.313 και του ιδίου (1990-2), «Chicaneries dans une Chicanerie: Refl exions à Propos de la Nature des Regles Sportifs», in: Revue Jurindique et’Economie du Sport, No:13, p.3 επ.

28. Βλ. Dimitrios Panagiotopoulos (2003) « Règlement s Sportifs – Limites Juridiques et ‘’ Lex Specialis Derogat Legi Generali’’ » , in : Revue Juridique et Economique du Sport, No :68, pp. 87-98, t του ιδίου Sports Law, a European…, op. cit., p. 25.

Το τοπίο Lex Sportiva είναι πολύ συγκεκριμένο στο πλαίσιο του Αθλητικού Δικαίου29, καθότι αποτελείται τόσο από τους κανόνες δικαίου του αθλήματος όπως αυτοί διαμορφώνονται διεθνώς, αλλά και από τους κανόνες που δημιουργεί η αθλητική κοινότητα τουλάχιστο στο πλαίσιο της εθνικής νομιμότητας για την αθλητική πρακτική.

Κατά τούτο, ο χώρος δικαίου ως Lex Sportiva στο εθνικό πεδίο περιλαμβάνει τόσο κανόνες δικαίου ενδοαθλητικής φύσεως, διεξαγωγής του αθλήματος αλλά και ρυθμίσεως των σχέσεων ενδοσωματειακής φύσεως. Κατά τούτο επομένως, είναι ατυχές να εξομοιώνεται ο χώρος των κανόνων τεχνικής φυσιογνωμίας του αθλήματος, που δεν είναι χώρος δικαίου, με το χώρο των κανόνων του αθλήματος που αφορούν το δίκαιο, και ότι δήθεν όλοι οι κανόνες αυτοί ανεξαιρέτως αποτελούν μια Lex Ludica30, όταν η έννοια Ludica δεν εμπεριέχει δίκαιο, ενώ, αντιθέτως όμως, ο χώρος των κανόνων των αθλημάτων που περιέχει δίκαιο δεν μπορεί να είναι Ludica31. Στο πεδίο των αθλημάτων νομοθέτης είναι οι Διεθνείς Ομοσπονδίες αθλημάτων (ΔΟ) και για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ), σε ένα σύστημα ιεραρχικό Πυραμοειδούς Δομής, οι οποίες διατυπώνουν μια Lex Sportiva-Lex Olympica διεθνώς, ως αθλητική ανεθνική έννομη τάξη32. Η Τάξη αυτή, όπως πολλάκις έχει τονιστεί, έχει εγκαθιδρυθεί από ιδιώτες, τις ομοσπονδίες αθλημάτων κατ’ αναλογία της Lex Mercatoria33. Επί της ανωτέρω ανεθνικής αυτής αθλητικής έννομης τάξης34, θα πρέπει να γίνουν οι εξής παρατηρήσεις: α) ότι στο διεθνή χώρο η αθλητική κοινωνία χαρακτηρίζεται από συνοχή και ομοιογένεια, β) ότι η οργάνωσή της είναι μονοπωλιακή και πυραμιδική. Τούτο σημαίνει ότι οι ευρισκόμενοι στη βάση της πυραμίδας αθλητές, αθλητικές ομάδες καθώς και οι εθνικές αθλητικές ομοσπονδίες και ΕΟΕ δεσμεύονται από τις αποφάσεις, τους κανόνες αλλά και την ασκούμενη αθλητική πολιτική των διοικούντων, από την κορυφή δηλαδή της πυραμίδας, τις διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες και της Δ.Ο.Ε. Τούτο κυρίως επιτυγχάνεται μέσω της συμβάσεως προσχωρήσεως των εθνικών αθλητικών ομοσπονδιών στις αντίστοιχες διεθνείς ομοσπονδίες, τιθέμενες πλέον για τη διεθνή αγωνιστική υπό την εξουσία των διεθνών αυτών ομοσπονδιών. γ) Οι εθνικές αθλητικές ομοσπονδίες, δια των εθνικών αθλητικών ομάδων, δεσμεύουν τους αθλητές του συγκεκριμένου αθλήματος υπό την εξουσία τους και κατ’ επέκταση διαμορφώνουν και στο εσωτερικό του κράτους, σε πεδίο νόμιμης θεσμικής αυτονομίας35, παρόμοιο μηχανισμό εξουσίας, τη λεγόμενη εσωτερική Lex Sportiva, αφού κατ’ αποκλειστικότητα καλλιεργούν ένα και μόνο άθλημα στην επικράτεια της χώρας. Κάτι αντίστοιχο επιτυγχάνεται και στο πεδίο της ολυμπιακής κίνησης μέσω της διαδικασίας της ολυμπιακής αναγνώρισης των ΕΟΕ από τη ΔΟΕ36. δ) πέραν των ανωτέρω, οι διεθνείς αυτές αθλητικές οργανώσεις διαθέτουν ένα ιδιαίτερο αθλητικό δικαιοδοτικό όργανο, το Αθλητικό Διαιτητικό Δικαστήριο (CAS ή TAS)37, το οποίο αποφασίζει σύμφωνα με το καταστατικό του και τις κανονιστικές ρυθμίσεις των οικείων φορέων για οποιαδήποτε αθλητική διαφορά προκύπτει στο πλαίσιο της δεδομένης αθλητικής και ολυμπιακής οργάνωσης, λαμβάνοντας υπόψη του και καθιερώνοντας γενικές αρχές δικαίου, ως κατώτατο επίπεδο δικαιοσύνης στις αθλητικές ενώσεις κατά την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας. Από τις αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού προκύπτει ότι περισσότερο λειτουργεί ως μηχανισμός εξασφάλισης του συστήματος Lex Sportiva στο διεθνές πεδίο, με όποια απήχηση και στο εσωτερικό μιας χώρας και εναρμόνισης της πρακτικής των αθλητικών φορέων και λιγότερο ως δικαστήριο38 διαμορφώνοντας νομολογία, ήτοι δια των αποφάσεών του υποχρέωση και αλλαγή των κανονισμών, όπου τούτο θα κρινόταν απαραίτητο. Το CAS, με τις αποφάσεις του39, κρίνει μεν στη βάση και των γενικών αρχών του δικαίου, δεν παρεμβαίνει όμως στη διάπλαση των κανόνων Lex Sportiva40, καθότι δεν μπαίνει στην κρίση της ουσίας των κανόνων αυτών, επειδή ακριβώς τους θεωρεί Lex Ludica, δηλαδή μη επιδεχόμενων δικαστικής κρίσεως41. Έτσι όμως, ούτε στην προοπτική βελτίωσής τους συμβάλλει ούτε και στον εμπλουτισμό και τη διάπλαση των κανόνων αυτών42 ως κανόνων δικαίου. Πολλές φορές στους κανόνες Lex Sportiva διατυπώνονται και κανόνες δικαίου, που αφορούν τις προσωπικές και οικονομικές ελευθερίες των εμπλεκομένων και δημιουργούνται έτσι συγκρούσεις, κυρίως με το δίκαιο της παραδοσιακής έννομης τάξης, αλλά και με το δίκαιο υπερεθνικών οντοτήτων, όπως η αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης43.


29. Ibid (2007), “The Application of the Lex Sportiva in the Context of National Sports Law” in: International Sports Law Review/Pandektis (I.S.LR/Pand), Vol. 7:1-2, pp.1-12

30. Βλ. K. Foster (2006) «Lex Sportiva and Lex Ludica: The Court of Arbitration for Sports Jurisprudence», in: Entertainment and Sports Law Journal, pp. 1-14.

31. See Dimitrios P. Panagiotopoulos (2009), “Sports Law Foundation: Lex Sportiva, a Fundamental Institutional Approach”, in: Sports Law: an Emerging …, op. cit, pp 20, and in : International Sports law Review Pandektis, Vol.8, Issues 1-2, p. 12.

32. Βλ. Dimitrios Panagiotopoulos (2002),“Justica Desportiva na Vida do Desporto National e International”, in: Revista Brasileira de Direito Desportivo, No 2, pp. 8-17 όπως και “Sports Legal Order national and International Sporting Life” in: International Sports Law Review , Vol .4:3-4, pp. 227-242.

33. For this see Goldman (1987), “The applicable law: General Principles of law-Lex mercatoria”, in: Contemporary problems in international arbitration, J. M Lew (ed), Martinus Nijhof, p.116.

34. See. Mich. Stathopoulos (1998), op. cit. p. 23, πρβλ. See. Dimitrios Panagiotopoulos (1999) “Sports law a Specifi c branch of science “, in: [Greek: Αθλητικό Δίκαιο στον 21ο Αιώνα], Ellin: Athens, pp. 41-43, see ibid (2003), Sports Law a European…, op. cit., pp. 16-18. πρβλ. Χ. Παμπούκης (2008) «Lex Sportiva: έννοια και λειτουργία μιας αυτοφυούς διεθνούς εννόμου τάξεως», σε : Αθλητικός Νόμος Lex Sportiva [ Δ. Π. Παναγιωτόπουλος ed], Νομική Βιβλιοθήκη : Αθήνα, σελ. 34-45.

35. Dimitrios Panagiotopoulos (1995), “The Institutional Autonomy in Sports and the Limits of the Economic Freedom”, in: Proceedings 4th IASL Congress, Nov.10-11 Nov., Barcelona and (2002), in: International Sports law Review Pandektis (ISLR/Pand.), Vol.V:3/4, pp. 31-45.

36. Dimitrios Panagiotopoulos, V. Ekonomou, G. Bisilka (1993), “Legal Nature and Signifi cation of the Olympic Recognition”, in: The Olympic Games: A Multidisciplinary Approach, Olympia 1991, Sept 3-7, EKEAD: Telethrion, pp.331-337.

37. See. K. Mbaye (1987), ‘The Court of Arbitration for Sport (CAS)’, in: 6th special congress of the members and offi cers of the Union of Olympic Committees (UOC) and the International Organisation (IOC) in International Organisation of Sports, Jun. 25- Jul.3, at 1 -3, Informative report Union of Olympic Games , IOC Congress in: Olympic Review, n. 25 -26, at 20, 1983, του ιδίου (1997) «Sport and the law”, in: Olympic Review, XXVI, 17, p. 13,Επίσης βλ.G. Schwaar (1992) ‘’Court of Arbitration for Sport’’, in: Proceedings of the International Congress on Law and Sport, 26-28 March, Barcelona, του ιδίου (1993), «Court of Arbitration for Sport», in: Proceedings of the 1st Congress on Sports Law, EKEAD: Athens, όπως: Hahn Dominique (1993), «Tribunal Arbitral du Sport”, Recueil, TAS, at 5-36, Nafziger James A. R (1994) in: “International Sports Law as a Process for Resolving disputes”, in: I.S.L.R. Pandektis, Vol. 2:2, pp.109-121, πρβλ. D. Panagiotopoulos (1999), «Court Arbitration for Sports», in: Villanova Sports & Entertainment Law Journal, VI: 1 pp. 49-79, επίσης M.Reeb (1998 Ed), Recueil des sentences du TAS Digest of CAS Awards 1986-1998, (2001 Ed), 1998-2000, IOC: Lausanne, του ιδίου (2004), «The Court Arbitration for Sport», Panathlon International: Rapallo, pp. 295-305 και Mclaren H. Rich. (2001), «Introducing the Court Arbitration for Sport at the Olympic Games», in: Marquette Sports law Review, Vol.12: 1, pp. 515-542.

38. For the case Mbliamou – FINA see decision No. 53/2002 of the Court of Arbitration for Sport, 2/A/430 (http://iasl.org/), and CAS 96/156, Foschi vs. FINA, Decision of 6th October 1997, p. 38, CAS 2001/A/337, Bray vs. FINA, Decision of 22nd March 2002, p.115. see also Dimitrios Panagiotopoulos (2004), “International Sports Rules’ Implementation - Decisions’ Executability”, in: Marquette Sports Law Review, Vol. 5:1, pp.1-12 and Comment in ISLR/Pand., Vol. 5:4, pp. 304-307.

39. Βλ. CAS decision no. 98/200 according to “[...] Sports law has developed and established through the years, mostly through the arbitration dispute resolution, a set of unwritten legal principles - rather like lex mercatoria for sport, or else a lex ludica - in which national and international federations have to obey. [...] “, see also k. Foster (2006)”Lex Sportiva-Lex Ludica: The court of Arbitration for sport Jurisprudence, in: Entertainment and Sports Law Journal, p.1-14. As well as same opinion by: J. Nafziger (1988) “International Sports Law” 2nd edition - Transnational Publishers Inc N. York (σελ. 57-61), Reeb “Digest of CAS Awards II-1998-2000” Kluwer Law International, p. xxx, McLaren (2001) “Introducing the Court of Arbitration for Sport: The Ad Hoc Division at the Olympic Games”12 MARQ. SPORTS L. REV. 515 and Diff erent as below, Dimitrios P. Panagiotopoulos (2009), “Sports Law Foundation: Lex Sportiva, a Fundamental Institutional Approach”, in: Sports Law: an Emerging Legal Order - Human Rights of Athletes, Nomiki Vivliothiki: Athens, pp. 20-22 and in: International Sports law Review Pandektis, Vol.8, Issues 1-2, pp 6-14, ibid see also (2008), “Lex Sportiva and sporting jurisdictional order”, in: International Sports law Review Pandektis, Vol. 8:3-4, pp. 335-373.

40. Βλ. Dimitrios Panagiotopoulos (2004) «Sports Law [Lex Sportiva]…», op. cit, pp.34-49, Ibid (2005) “Lex Sportiva: Sport Institutions and Rules of Law”, in: Sports Law Implementation and the Olympic Games [10th IASL Congress, Athens 25-28 Nov. 2004], Ant Sakoulas: Athens, pp.33-45, id., (2007), “The Application of the Lex Sportiva in the Context of National Sports Law” in: International Sports Law Review/Pandektis (I.S.LR/Pand), Vol. 7:1-2, pp.1-12, επίσης του ιδίου (2007) “Lex Sportiva and Sporting Jurisdictional Order” [13th IASL Congress, Mexico City, November 13-16, 2007], in: International Sports Law Review/Pandektis (I.S.LR/Pand), Vol. 7:3-4, pp.335-373.

41. Βλ. K. Foster (2006) «Lex Sportiva…», οπ.π, σελ. 11 επ.

42. Βλ. Dimitrios Panagiotopoulos (2006) Sports Jurisdiction [Greek: Αθλητικό Δίκαιο ΙΙ, Αθλητική Δικαιοδοσία], Nom. Vivliothiki:Athens, pp. 144-203.

43. Βλ. Δημήτριος Π. Παναγιωτόπουλος (2009), “Lex Sportiva και ρυθμιστική αρμοδιότητα στο πεδίο συμβατικών και οικονομικών σχέσεων στην αθλητική δραστηριότητα”, σε: Επισκόπηση Αθλητικού Δικαίου:Lex Sportiva (ΕΑΔ/LxSp), Τομ. 8, σελ. 29-37.

Στο δημόσιο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχουν ρυθμίσεις, οι οποίες να αφορούν στενό διεθνές αθλητικό γίγνεσθαι όπως οι ρυθμίσεις Lex Sportiva, που ορίζουν ειδικά θέματα των αθλητικών αγώνων ατα διάφορα αθλήματα. Για τα θέματα αυτά υφίστανται αντίθετες ρυθμίσεις του διεθνούς δικαίου, υπάρχουν ρυθμίσεις, που αφορούν σε θέματα όπως είναι για παράδειγμα του Κώδικα44 anti Doping (WADA45). Ο αντίdoping Code προήλθε με πρωτοβουλία των φορέων της Lex Sportiva, υιοθετήθηκε όμως από τα κράτη μέλη του ΟΗΕ για να τυγχάνουν εφαρμογής οι κανονιστικές αυτού διατάξεις. Μεταξύ του συστήματος Lex Sportiva και του δημοσίου διεθνούς δικαίου δεν υφίσταται σύγκρουση, καθότι το ιδιωτικής φύσεως δίκαιο διεθνώς το αθλητικό “ανεθνικό”, ως άνω , ρυθμίζει ένα πεδίο σχέσεων στο διεθνές αθλητικό δίκαιο, πλαίσιο του οποίου θα μπορούσε να ρυθμίζει το δημόσιο διεθνές δίκαιο. Το δίκαιο της διεθνούς κοινότητας, παρά ταύτα, δεν περιορίζει το πεδίο της lex sportiva περισσότερο από ότι περιορίζει ήδη άλλους τομείς δραστηριότητας, με σκοπό να προστατέψει τα θεμελιώδη συμφέροντα της κοινωνίας: πολιτικά, οικονομικά, ηθικά και τα οποία πρέπει να προηγούνται των συμφερόντων των μεμονωμένων ατόμων46. Γίνεται φανερό ότι το διεθνές δίκαιο δεν τελεί ενώπιον σύγκρουσης με το ανεθνικό αθλητικό δίκαιο διεθνώς, τους κανόνες Lex Sportiva, παρά θα λέγαμε ότι τελεί εν παραλλήλω αυτού.

Το πεδίο Lex Sportiva - Lex Olympica ως ανεθνικό δίκαιο της Διεθνούς Πρακτικής στον τομέα του αθλητισμού, είναι στην ουσία ιδιωτικής φύσης και αναδεικνύεται ως κανόνας δικαίου, που ρυθμίζει κατ ‘ανάγκη μια περιοχή χωρίς γεωγραφικά όρια. Προσδιορίζει εκτός από τον κύκλο των κανόνων διεξαγωγής αγώνων και τις σχέσεις των προσώπων που εμπλέκονται στη διεθνή αθλητική δράση και τους Ολυμπιακούς αγώνες. Οι συμμετέχοντες στο διεθνές αθλητικό γίγνεσθαι προέρχονται από περισσότερες χώρες και των οποίων η δραστηριότητα απαιτεί συντονισμό47. Η θεωρία δεν υιοθετεί τη φύση του δικαίου αυτού, παρ’ όλα αυτά, αποτελεί μια sui generis αθλητικού δικαίου έννομη τάξη48 που επιβλήθηκε στον κόσμο του αθλητισμού ετερόνομα, μέσω των διεθνών αθλητικών ομοσπονδιών και τη ΔΟΕ.

Επίσης, παράλληλα με το διεθνές δίκαιο αλλά και ως υποκατηγορία αυτού, κείται το διεθνές αθλητικό δίκαιο, ένα άλλο τοπίο δικαίου του αθλητικού δικαίου στο διεθνές πεδίο του αθλητισμού, στο οποίο περιλαμβάνονται μόνο οι κανόνες των διεθνών συμβάσεων για τον αθλητισμό, οι κανόνες των διεθνών συνθηκών και των διεθνών πράξεων για τον αθλητισμό, στους οποίους βρίσκει εφαρμογή οι κανόνες και η πρακτική του διεθνούς δικαίου και διέπονται από αυτό. Επιπλέον, οι κανόνες του κώδικα WADA, ο οποίος έχει εγκριθεί από την UNESCO και τον ΟΗΕ, οργάνωση δηλαδή που δεσμεύει τα κράτη που υπέγραψαν τη συμφωνία, ώστε να ισχύει ως εσωτερικός κανόνας του εθνικού δικαίου μετά από την έγκριση των κοινοβουλίων τους49. Αυτοί είναι οι κανόνες διεθνούς δικαίου, που αφορούν σε θέματα του διεθνούς αθλητισμού και μπορεί κανείς να χαρακτηρίζει ως κανόνες Διεθνούς Αθλητικού Δικαίου. Το δίκαιο αυτό είναι απολύτως διάφορο του δικαίου των κανόνων της Lex Sportiva / Lex Olympica.


44. Βλ. World Anti–Doping Agency (WADA 2003), πρβλ. Δ. Π. Παναγιωτόπουλος (2005), «Doping και Συμπληρώματα Διατροφής Βίοι Παράλληλοι», σε: Πρακτικά 15ου Πανελληνίου Σεμιναρίου της Γυναικολογικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας, 29-30 Ιανουαρίου 2005, σελ. 68-79.και Panagiotopoulos D. - Helen Tzima (2002), «Dietary Supplements and Physical Exercise Limits on Consumption’’, in: International Sports Law Review Pandektis, Vol. IV: 3, pp. 359-365.


46. βλ. Philippe Cahier, «Cours general de droit international public», RCADI 1985 VI, 195.

47. Dimitrios P. Panagiotopoulos (2011) Sports law: Lex Sportiva and Lex Olympica…, Op. cit, pp.117-152, ibid (2004), «Sports Law [Lex Sportiva]…», op. cit, pp.34-49.

48. Βλ. Dimitrios P. Panagiotopoulos (2012), Lex Sportiva: International or sui Generis - “Unethnic” Law?, Russia.Moscow State Law Academy et all , In sixth International scientific practical conference, “SPORTS LAW: PROSPECTS OF DEVELOPMENT”, 30 May 2012 MoskBa, pp. 25-31

49. See Antonis Bredimas, “Multilateral diplomacy for sport: the case of UNESCO”, in: Sports Law: Implementation and the Olympic Games, [Dimitrios Panagiotopoulos Ed], Ant Sakkoulas: Athens, pp 327-334. see also A. Bredimas (2000),, “The International Constitution of Physical Education and Sports of UNESCO - Legal Political dimension and Prospect”, in: Sports Ethic, [D. P. Panagiotopoulos Ed.], Ellin: Athens, pp. 87-97, see also ibid (2005), “Legal Order of CIO and international Sports Federations and relation to International Legal Order [in Gr. Η νομική φύση της ΔΟΕ και των διεθνών αθλητικών ομοσπονδιών και η σχέση τους προς την διεθνή και κρατική έννομη τάξη”, in: Olympic Games and Law (Ν. Klamaris et all Ed..), Ant Sakkoulas: Athens, pp. 80-84.
Οκτώβριος 2016

* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.


Λάβε στο email σου τις πιο έγκυρες αναλύσεις!

Κάνε εγγραφή στο newsletter

Συμφωνώ με την Πολιτική Απορρήτου και τους Όρους Χρήσης.