ΤΟ ΝΕΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
Καθόλου τυχαία, το νέο Εκπαιδευτικό Ζήτημα, με το οποίο η ελληνική μαζί με πολλές άλλες αναπτυγμένες κοινωνίες βρίσκεται αντιμέτωπη στον 21ο αιώνα, παρουσιάζει αρκετές αναλογίες με το πρόβλημα που διαχειρίσθηκε, με φτωχά δυστυχώς αποτελέσματα, το ελληνικό κράτος στο μεγαλύτερο μέρος του προηγούμενου αιώνα! Δηλαδή, την οικοδόμηση ενός συστήματος οργανωμένης, «μαζικής» εκπαίδευσης, το οποίο θα μπορούσε να υποστηρίξει τον εγγραμματισμό μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού και ταυτόχρονα την καλλιέργεια των δεξιοτήτων εκείνων, που τα συστήματα παραγωγής είχαν ανάγκη. Το διακύβευμα επανέρχεται και σε αυτόν τον αιώνα, με διαφοροποιημένους βέβαια όρους.
Διαρκώς, μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού χρειάζεται να καλλιεργήσουν τους «νέους» γραμματισμούς, εκείνες τις βασικές ικανότητες, που οι σύγχρονες κοινωνίες και τα συστήματα παραγωγής σήμερα φαίνεται ότι έχουν ανάγκη. Και αυτό είναι απαραίτητο όχι μόνον για λόγους οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και (ταυτόχρονα) για την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων και διακρίσεων.
Προβλήματα λοιπόν, ανάλογου βεληνεκούς, διαπιστώνονται εκ νέου στις αρχές του αιώνα που διανύουμε, και επί των αναλογιών αυτών και κυρίως των εσφαλμένων επιλογών του παρελθόντος, πρέπει να προβληματισθούμε. Να αξιοποιήσουμε την εμπειρία, τη δική μας και των άλλων κοινωνιών, της «οικογένειας» των κρατών που η Ελλάδα διεκδικεί να είναι μέλος. Έτσι, ώστε να διαμορφώσουμε μιαν έγκυρη εικόνα για τις διαστάσεις των προβλημάτων του σήμερα και να οικοδομήσουμε τις κατευθύνσεις πολιτικής, τα μέσα και τον σχεδιασμό για τις λύσεις. Λύσεις, οι οποίες θα πρέπει να συμβάλλουν στη μεσοπρόθεσμη αντιμετώπιση του κοινωνικοοικονομικού προβλήματος, της κρίσης που η χώρα βρίσκεται ήδη, μέσω της προοπτικής της συνεχούς βελτίωσης της εκπαίδευσης, που προσφέρεται στην κοινωνία.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού ή, με απλά λόγια, το μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού, θεωρείται πρωτεύων παράγοντας για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας αλλά και για μιαν ισόρροπη κοινωνική ανάπτυξη. Είναι κρίσιμος παράγοντας για την ανάπτυξη με κοινωνική συνοχή, που αποτελεί όχι μόνον ευρωπαϊκό πολιτικό πρόταγμα, αλλά και «μονόδρομο» διεξόδου της ελληνικής κοινωνίας.
Ακόμη, ότι η επιστημονική γνώση και η τεχνογνωσία, δηλαδή η εφαρμογή των γνώσεων, επηρεάζουν αλλά και επηρεάζονται από τις εκπαιδευτικές δομές και την ποιότητά τους. Έχει αποδειχθεί ότι κοινωνίες με υψηλότερα επίπεδα αποθεματικού (του) ανθρώπινου κεφαλαίου αξιοποιούν αποτελεσματικότερα τις διαθέσιμες επιστημονικές γνώσεις και τις εφαρμογές τους (τις «τεχνολογίες»), διασφαλίζοντας μεγαλύτερες επιστροφές στην οικονομία και την κοινωνία.
Και από την άλλη, υψηλά επίπεδα αποθεματικού ανθρώπινου κεφαλαίου ή, απλούστερα, σχετικά υψηλό «μέσο» μορφωτικό επίπεδο μιας κοινωνίας, συμβάλλουν στην παραγωγή επιστημονικής γνώσης και στη διαθεσιμότητα τεχνογνωσίας. Άρα και στην έγκαιρη και έγκυρη κατανόηση των προβλημάτων και την εξεύρεση λύσεων. Συμβάλλουν, εντέλει, στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Εδώ, επίσης, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η τελευταία και μαζί με αυτήν και η αποτελεσματικότητα της άσκησης κοινωνικής (εκπαιδευτικής, προνοιακής, κ.α.) πολιτικής, επηρεάζονται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό και μεταβάλλονται ταχέως, ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, σε μια διαρκή, ανεπίστρεπτη πορεία διεθνοποίησης («παγκοσμιοποίησης»).
Δεν είναι δηλαδή μόνον η διεθνής και σχετική - στην Ευρώπη - ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, που επηρεάζει εντέλει το βιοτικό επίπεδο των μελών της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και η αυξανόμενη (διευκόλυνση για) κινητικότητα στην αγορά εργασίας καθώς και στα εκπαιδευτικά συστήματα, καταρχήν στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς, που επηρεάζουν καταλυτικά την προαναφερθείσα ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, το οποίο άλλωστε με τη σειρά του προσδιορίζει αυτήν την ανταγωνιστικότητα σε οικονομικούς όρους.
Με άλλα λόγια, δεν αρκεί μια κοινωνία να «συνδέεται» με ένα ανταγωνιστικό οικονομικό σύστημα, πρέπει να έχει στη διάθεσή της και ένα - διεθνώς - ανταγωνιστικό σύστημα εκπαίδευσης!
Η ισχυρή σχέση μεταξύ εκπαίδευσης και κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης αποτυπώνεται στο «τυπικό» πρόβλημα της ανεργίας των νέων, που οξύνεται σε συνδυασμό με την αναμενόμενη, περαιτέρω υστέρηση της οικονομικής ανάπτυξης. Για την οποία - τραγική ειρωνία! - αυτοί ακριβώς οι νέοι και μάλιστα οι πιο εκπαιδευμένοι θα μπορούσαν να προσφέρουν πολλά!
Μελέτες διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα, καταδεικνύουν ότι η αυξημένη ανεργία των πτυχιούχων νέων αποτελεί ένα «κλασικό» πρόβλημα μετάβασης στην αγορά εργασίας, που βέβαια έχει οξυνθεί κατά την τελευταία δεκαπενταετία. Και αυτό, λόγω της ταχείας αύξησης των αποφοίτων των ΑΕΙ και ΤΕΙ (υπερ-προσφορά πτυχιούχων), καθώς και μιας σειράς άλλων παραγόντων, που δυσχεραίνουν την σε ικανοποιητικό χρόνο εύρεση εργασίας από τους νέους πτυχιούχους. Και ακόμη, παρά την αυξανόμενη προσφορά νέων με αυξημένα υποτίθεται προσόντα, οι έρευνες διαπιστώνουν ότι οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να καλύψουν εύκολα τις ελλείψεις τους σε επαρκές ποιοτικά ανθρώπινο δυναμικό!
Σε αυτό το αντιφατικό τοπίο, που συνιστά καθευατό πεδίο κοινωνικής αδικίας και που δεν αξιοποιεί τους διαθέσιμους ανθρώπινους πόρους, οι λύσεις χρειάζεται να αναζητηθούν όχι μόνον στα αναπτυξιακά πρότυπα που ο παραγωγικός τομέας υιοθετεί, αλλά και στο εκπαιδευτικό σύστημα και στις πολιτικές απασχόλησης.
Χρειάζονται, ταυτόχρονα, καλά στοχευμένες ενέργειες για (α) τη σταδιακή βελτίωση της ποιότητας της σχολικής, κατά προτεραιότητα, εκπαίδευσης, (β) τη συστηματική σύνδεση των εκπαιδευτικών οργανισμών, κυρίως της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με την οικονομία, (γ) τη μελετημένη υιοθέτηση ενός (διαρκώς επικαιροποιούμενου) συστήματος-κώδικα εργασιών και απαιτούμενων ικανοτήτων, την υιοθέτηση συστημάτων πιστοποίησης επαγγελματικών προσόντων καθώς και ποιότητας προγραμμάτων δια βίου εκπαίδευσης και, τέλος, (δ) για την ενεργοποίηση συστημάτων υποστήριξης της επιχειρηματικότητας των νέων, με καλά σχεδιασμένες συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (συμφέροντος).
Στο μεταξύ, και ενώ η αδράνεια σωρεύει τις στρώσεις της «σκόνης» της ανεπάρκειας και της χαμηλής ποιότητας στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, καταγράφεται με κάθε ευκαιρία, με καθιερωμένη πλέον αυτήν του προγράμματος PISA (ΟΟΣΑ), η υστέρηση της χώρας σε όλα τα πεδία των προκλήσεων. Διαπιστώνονται χαμηλοί ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων στην εκπαίδευση, διασπάθιση πόρων, χαμηλές επιστροφές, μικρά ποσοστά επαρκώς μορφωμένων στις ηλικίες 25-64 ετών, στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ κοινωνικο-οικονομικού υπόβαθρου (της οικογένειας) και επιπέδου εκπαίδευσης (δηλ. αποτυχία του εκπαιδευτικού συστήματος να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες) και άλλα καταθλιπτικά.
Πόσο ρεαλιστικό είναι, λοιπόν, να επιτύχει η ελληνική κοινωνία και το εκπαιδευτικό μας σύστημα, για να αναστραφεί η καθοδική πορεία και να οδηγηθούμε σε μιαν «Κοινωνία Μάθησης» και άρα ανάπτυξης; Είναι, μόνον εφόσον ο εκπαιδευτικός κόσμος, οι κοινωνικοί εταίροι και συνολικά η κοινή γνώμη αντιληφθούν ότι πλέον διακυβεύονται βασικοί πυλώνες της κοινωνίας, όπως αυτοί της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού, της οικονομικής ανάπτυξης και της διασφάλισης κοινωνικής συνοχής. Τότε μόνον υπάρχει ελπίδα να τα καταφέρει η ελληνική εκπαίδευση και, μαζί της, η ελληνική κοινωνία. Διαφορετικά, τα πράγματα θα είναι πολύ δυσκολότερα στο μέλλον και δη γι’ αυτούς που υστερούν οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά.
* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.
Online διαδραστική πλατφόρμα προβολής του πολιτισμού των Ελλήνων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μπες στο www.act4Greece.gr Επίλεξε τη ∆ράση YOU GO CULTURE
Κάνε τη δωρεά σου με ένα κλικ στο
ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΩή με απ’ ευθείας κατάθεση ή μέσω internet, phone και mobile banking.
Πρόγραμμα Crowdfunding
Εξειδικευμένη γνώση με το κύρος του Πανεπιστημίου Αθηνών
E-Learning Προγράμματα
Σχετικά άρθρα
- 1 από 34
- ›
Συνεντεύξεις
Συνεντεύξεις: |