Λύθηκε το μυστήριο για την εγκατάλειψη μεγάλης πόλης των Μάγια

Για πάνω από 1.000 χρόνια η αρχαία πόλη των Μάγια, Τικάλ, αποτελούσε ένα από τα μεγαλύτερα και πιο σημαντικά αστικά κέντρα που είχαν ποτέ οικοδομηθεί από αυτόν τον πολιτισμό.

Στα τέλη του 9ου αι. μ.Χ., ωστόσο, αυτή η μητρόπολη κατέρρευσε. Την ίδια περίπου εποχή, η Τικάλ και άλλες πόλεις των Μάγια είχαν εγκαταλειφθεί, και μια νέα ανάλυση των δεξαμενών δίνει νέα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη αυτή.

Μια ομάδα από επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι ανέλυσε ιζήματα από τις δεξαμενές μέσα στην πόλη, που βρίσκονται στη σημερινή Γουατεμάλα, και βρήκε αποδείξεις για την ύπαρξη τοξικών ρύπων που θα είχαν καταστήσει το πόσιμο νοερό της Τικάλ μη πόσιμο.

Το μολυσμένο νερό της βροχής θα μπορούσε να είναι και το τέλος της πόλης, η οποία περνούσε σημαντικές περιόδους ξηρασίας και ήταν αποκομμένη από λίμνες και ποτάμια.

Η ανάλυση του DNA που ακόμα περιέχεται στο αρχαίο χώμα αποκάλυψε ίχνη δύο διαφορετικών ειδών κυανοβακτηρίων μέσα στις δεξαμενές. Τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτοί οι οργανισμοί υπήρχαν στις δεξαμενές για αιώνες στην Τικάλ, ενώ δηλαδή ακόμα κατοικούνταν, αλλά πιθανώς έγιναν ιδιαίτερα προβληματικοί σε περιόδους μεγάλης ξηρασίας, πριν την εγκατάλειψη της πόλης.

Όπως λέει ένα μέλος της ομάδας, ο αρχαιολόγος γεωλόγος Kenneth Tankersley, «το νερό θα πρέπει να φαινόταν άσχημο και θα πρέπει να είχε επίσης άσχημη γεύση». Κανείς δεν θα ήθελε να πιει αυτό το νερό.

Πέρα από τα έντομα που ήταν η πηγή τοξικότητας, η ανάλυση έδειξε επίσης υψηλά επίπεδα υδραργύρου.

Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι οι ερευνητές συνειδητοποίησαν ότι ήταν οι ίδιοι οι Μάγια που πιθανώς εισήγαγαν τους ρύπους.

«Το χρώμα ήταν σημαντικό για τον αρχαίο κόσμο των Μάγια», είπε ο Tankersley. «Το χρησιμοποιούσαν στις τοιχογραφίες τους. Έβαφαν τους τοίχους κόκκινους. Το χρησιμοποιούσαν στις ταφές και το συνδύαζαν με οξείδιο του σιδήρου για να αποκτήσουν διάφορες αποχρώσεις».

Δυστυχώς για τους Μάγια, ένα από τα στοιχεία που χρησιμοποιούσαν στις μπογιές τους περιείχε το κοκκινόχρωμο ορυκτό κινναβαρίτη, που είναι ένα είδος σουλφίδιο του υδραργύρου και είναι τοξικό για τους ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με αυτό.

Αυτή η τοξικότητα θα πρέπει να ήταν γνωστή στους Μάγια, όπως ήταν γνωστή και σε άλλους αρχαίους λαούς, αλλά, όσο προσεκτικά και να το χρησιμοποιούσαν, ίσως να μην είχαν συνειδητοποιήσει ότι με το πέρασμα του χρόνου το βρόχινο νερό, που καθάριζε τις βαμμένες επιφάνειες, έριχνε την μπογιά στις δεξαμενές, οπότε δηλητηρίαζε τις ελίτ της πόλης, οι οποίες τρέφονταν με τροφές αναμεμειγμένες με υδράργυρο σε κάθε τους γεύμα, όπως εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης.

«Τα μολυσμένα νερά θα πρέπει να είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην υγεία της κοινότητα, ειδικά στην κυρίαρχη ελίτ και, μάλιστα, ενδέχεται να είχε αρνητικό αντίκτυπο στην ικανότητά τους να ασκούν αποτελεσματική ηγεσία».

Την ίδια περίοδο, οι κλιματικές αλλαγές ίσως να αποτέλεσαν σημαντικό πρόβλημα για τους Μάγια, αλλά η έλλειψη φρέσκου πόσιμου νερού – ένα δυνατό σύμβολο του πολιτισμού τους – ενδέχεται να αποτέλεσε το τελικό χτύπημα για μια πόλη που βρισκόταν στο χείλος της κατάρρευσης.

Όπως παρατηρούν οι ερευνητές, ίσως να είχαν υπάρξει εκείνοι που είδαν τα γεγονότα αυτά μαζί με την ξηρασία ως αποτυχία των ηγετών τους να κατευνάσουν επαρκώς τους θεούς των Μάγια. Οπότε είναι πιθανό να είχαν οδηγήσει σε μια αποκαρδίωση του πληθυσμού, ο οποίος έγινε έτσι πιο πρόθυμος να εγκαταλείψει το σπίτι του».

Το Τικάλ και ο Ναός του Ιαγουάρου, όπως είναι σήμερα (Jimmy Baum/Unsplash)

Η δεξαμενή Perdido (Nicholas Dunning/UC)

Ένα μοντέλο που δείχνει πώς ήταν το Τικάλ (Nicholas Dunning/UC)

 

Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Scientific Reports.

 

Πηγή: science alert