ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ

Οι αναγνώστες θυμούνται ότι ως Έξοδο έχουμε χαρακτηρίσει την πολιτική που οδηγεί σε απεγκλωβισμό από τη δίνη που μας έχουν ρίξει τα επανειλημμένα σταθεροποιητικά προγράμματα που έχουν υπογραφεί από το 2010 και μετά. Στα σημειώματα του 2012 (Η Ουτοπία της Πτώχευσης, Η Ουτοπία της Έξωθεν Λύτρωσης, Η Έξοδος, Η Πολιτικής της Εξόδου), αλλά και στην προηγούμενη ανάρτηση: «Ο Κρίσιμος Χρόνος Ήρθε (;)» συζητήσαμε τις προοπτικές της επαναδιαπραγμάτευσης του Ελληνικού ζητήματος με τους πιστωτές μας.

Το ερωτηματικό έρχεται με επιτακτικό τρόπο. Με δεδομένα όλα αυτά που έχουμε υπογράψει μέχρι σήμερα και την κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα τι προτείνουμε;

Είναι δύσκολο να δώσεις μία πολύ απλή απάντηση. Και όποιος πολιτικός δίνει απλές απαντήσεις σε τόσο δύσκολες καταστάσεις, είναι απλώς ένα ακόμα θύμα ενός κακού οικονομολόγου όπως έγραψε ο Keynes.

Μήπως όμως με την ερώτηση αυτή υπονοούμε ένα άλλο ερώτημα: εντός ή εκτός ευρώ; Στο σημείο αυτό βρίσκεται πολλές φορές η «πονηριά» των περισσότερων από αυτούς που συζητάνε σήμερα για την «ηρωική έξοδο» από τα μνημόνια κ.τ.λ. Κρύβουν επιμελώς ότι συζητάνε για επιστροφή στη δραχμή. Πάντως πρόκειται για ένα εντελώς διαφορετικό ερώτημα (που δε θα μας απασχολήσει εδώ) με πολύ ευρύτερες μεταβλητές να επηρεάζουν τις απαντήσεις: εξελίξεις γεωστρατηγικού χαρακτήρα κ.τ.λ.

Ας επιστρέψουμε λοιπόν στο βασικό μας ερώτημα. Τι κάνουμε από εδώ και πέρα με δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης; Δηλαδή με δεδομένο ότι δεν έχουμε τη δυνατότητα να εκδίδουμε χρέος, δεν έχουμε δημοσιονομική πολιτική (κίνητρα για απασχόληση κ.τ.λ.), δεν έχουμε νομισματική πολιτική (ρευστότητα για τις τράπεζες κ.τ.λ.).

Η απάντησή μας μπορεί να κινηθεί σε τρία επίπεδα: Το πρώτο αφορά για το τι θα πρέπει ν’ αλλάξει στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης ανεξαρτήτως τι θα συμβεί στην Ελλάδα. Κάτι τέτοιο δεν συνιστά σημείο διαπραγμάτευσης αλλά επηρεάζει καθοριστικά το πλαίσιό της. Μία ραγδαία βελτίωση της Ευρωπαϊκής πολιτικής μειώνει τις απαιτήσεις για ισχυρές παρεμβάσεις στην Ελληνική διαπραγμάτευση. Αντίθετα, μία περαιτέρω σκλήρυνση αλλάζει τα σχετικά δεδομένα. Το δεύτερο αφορά τη συζήτηση για το τι μπορεί ν’ αλλάξει στην Ευρωπαϊκή πολιτική για την Ελλάδα ειδικότερα. Τέλος, το τρίτο αφορά την οικονομική πολιτική στην Ελλάδα. Τα δύο τελευταία σημεία επηρεάζουν άμεσα το διαπραγματευτικό πλαίσιο.

Από τον παραπάνω τρόπο οργάνωσης των απαντήσεων εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό η ποιότητα και η αξιοπιστία τους. Τι νόημα έχει να προτείνουμε να αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες μέσω προσλήψεων εάν δεν έχουμε ευρώ να πληρώνουμε; Τι νόημα έχει να προτείνουμε να αυξηθούν οι μισθοί στο δημόσιο ή οι συντάξεις εάν δεν έχουμε ευρώ στη διάθεσή μας; Συνεπώς η μισή αξία των απαντήσεων έγκειται στην οργάνωση του τρόπου αναζήτησής τους.
 

1. Οι Αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Πολιτική.

Οι αλλαγές στην Ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική φαίνεται ότι πρέπει να κινηθούν στις παρακάτω βασικές κατευθύνσεις:

  1. Απεμπλοκή από την εμμονή της άμεσης πολιτικής μείωσης του συνολικού χρέους και της κατάκτησης της εθνικής αυτοδυναμίας.

  2. Συνέχιση των πολιτικών νομισματικής ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ και σταδιακή και μερική μετατροπή των πολιτικών νομισματικής ποσοτικής χαλάρωσης σε μέτρα αλλαγής δημοσιονομικής ενίσχυσης μέσω αλλαγής στο καθεστώς διακράτησης από το τραπεζικό σύστημα των νομισματικών διευκολύνσεων σε ενισχύσεις της πραγματικής οικονομίας. Η πολιτική αυτή θα κάνει δυνατή τη χρηματοδότηση της απομόχλευσης από τα χρέη που έχουν συσσωρευτεί στον τραπεζικό και παραγωγικό τομέα της Ευρωπαϊκής οικονομίας. Είναι η μόνη πολιτική για τη μη «Ιαπωνοποίηση» της Ευρωπαϊκής οικονομίας.

  3. Αποδυνάμωση του ευρώ που απειλεί την ασθενή μεγέθυνση και ιδιαίτερα την προσπάθεια αναδιοργάνωσης του νότου.

  4. Αναδιοργάνωση του τραπεζικού συστήματος έχοντας συνειδητοποιήσει πλέον τον περιορισμένο μελλοντικό ρόλο του.

  5. Προώθηση των συστημάτων των κεφαλαιαγορών και γενικότερα του εξωτραπεζικού τρόπου συγκέντρωσης και επαναπροσανατολισμού των χρηματικών πλεονασμάτων.

  6. Μεγαλύτερο μέρισμα ευημερίας στους εργαζομένους του Βορρά που θα βοηθήσει στην επανισορρόπηση της Ευρωπαϊκής οικονομίας σε όφελος του Νότου. Αυτό το μέτρο πάντως δε φαίνεται να είναι ικανό να επανισορροπήσει την Ευρωζώνη, διότι η Γερμανία έχει ένα ισχυρό εξωευρωπαϊκό προσανατολισμό όσον αφορά στην οργάνωση της παραγωγής της.

  7. Αποδοχή υψηλότερου Ευρωπαϊκού ρυθμού πληθωρισμού κατά 1 με 2 μονάδες.

  8. Επενδυτικές παρεμβάσεις στο Νότο σε επενδύσεις σε δραστηριότητες όπου η παρούσα αξία των μελλοντικών εισροών (δεκαετής ορίζοντας) είναι μεγαλύτερη του κόστους.

  9. Επανασύνδεση της διαχωρισμένης πλέον χρηματοπιστωτικής αγοράς στην Ευρωπαϊκή οικονομία. Η διατήρηση της (υψηλά επιτόκια στον νότο, χαμηλά στο βορά) συντηρεί το συγκριτικό πλεονέκτημα των βορείων σε σχέση με τους νότιους επιβαρύνοντας ευθέως τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των νοτίων.

  10. Εξέταση των συνθηκών αμοιβαιοποίησης μέρους του δημόσιου χρέους.

  11. Ευθείες κοινωνικές παρεμβάσεις δημοσιονομικής φύσης στα στρώματα που πλήττονται από διαρθρωτική ανεργία για τη διατήρηση της κοινωνικής ισορροπίας που θα αποτρέψει οριστική διάρρηξη του κοινωνικού ιστού.

  12. Δραστικές αλλαγές στο σύστημα παραγωγής και διαχείρισης καινοτομίας.
     

2. Αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Ελλάδα.

Η συζήτηση για το τι πρέπει ν’ αλλάξει στην πολιτική στην Ελλάδα δε θα ξεκινήσει από το τι έγινε μέχρι σήμερα αλλά μόνο με το τι θα μπορούσε να γίνει από εδώ και πέρα. Σημειώνουμε ότι παρόλο που είναι αναμενόμενο οι αλλαγές στην Ευρώπη και οι αλλαγές στην Ευρώπη για την Ελληνική οικονομία να συγχρονιστούν, δεν αποκλείεται οι δύο εξελίξεις να αποσυνδεθούν μεταξύ τους. Είτε δηλαδή να γίνουν αλλαγές στην Ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική χωρίς να γίνουν αλλαγές στην Ευρωπαϊκή πολιτική για την Ελλάδα είτε να γίνουν αλλαγές στην Ευρωπαϊκή πολιτική για την Ελλάδα χωρίς να προηγηθούν ευρύτερες μεταβολές στη γενικότερη Ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική. Το τι θα συμβεί εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τις Ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις (Ευρωεκλογές 2014) και τη μεταβολή στη σκέψη του Ευρωπαϊκού κατεστημένου (Βρυξέλλες, Γερμανία, elites).

Οι βασικές μεταβολές είναι οι παρακάτω:

1. Να αναγνωριστεί από τους υπευθύνους της ECB, Commission και IMF ότι για τη διάσωση του διεθνούς οικονομικού συστήματος και ιδιαίτερα του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος επεβλήθη στην Ελληνική κοινωνία ένα κακά σχεδιασμένο πρόγραμμα διάσωσης με καταστροφικές συνέπειες. Η διαρθρωτική αναδιοργάνωση της οικονομίας είναι ένα θέμα αλλά η αποδιάρθρωση στο παραγωγικό σύστημα στο βαθμό που προκλήθηκε από το πρόγραμμα σταθεροποίησης είναι πλέον ένα δεύτερο πολύ σοβαρό ζήτημα. Η ενίσχυση της ζήτησης στην Ελληνική οικονομία επιβάλλεται επειγόντως με στόχο να απορροφήσει τουλάχιστον το 1/3 των σημερινών ανέργων, όσο δηλαδή εκτιμάται ότι είναι περίπου η κυκλική ανεργία.

2. Να γίνει κατανοητό ότι η εμμονή στην επιβολή υψηλού ρυθμού δημοσιονομικής προσαρμογής είναι καταστροφική. Άρα απαιτείται επιβράδυνση του ρυθμού αυτού ακόμα και τώρα! Στην πραγματικότητα λοιπόν επιβάλλεται ακόμα και σήμερα μία back loading (οπισθοβαρής) austerity και συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. 

3. Ένα μέρος του Ελληνικού χρέους που προήλθε από την αναδιοργάνωση του τραπεζικού συστήματος να μεταφερθεί στον ESM, ενώ παράλληλα να ελαφρυνθεί το πακέτο (επιμηκύνσεις, μείωση επιτοκίων). Αυτό θα επαναφέρει το δημόσιο χρέος σε βιώσιμη πορεία, γεγονός που είναι κρίσιμο για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην Ελληνική οικονομία (Έξοδος στις αγορές κ.τ.λ.). Έτσι και αλλιώς η εγγραφή του στο Ελληνικό δημόσιο χρέος έχει ένα αμφίβολο χαρακτήρα (από πλευράς ηθικής νομιμότητας) με δεδομένες πλέον τις αποφάσεις που αφορούν το ιδιοκτησιακό καθεστώς των συστημικών τραπεζών.
 

3. Αλλαγές στην Ελληνική Οικονομική Πολιτική.

Οι απαιτούμενες αλλαγές στην Ελλάδα θα είναι πολύ διαφορετικές εάν έχουν προηγηθεί αλλαγές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο είτε αφορούν την Ευρωπαϊκή οικονομία είτε αφορούν την Ευρωπαϊκή πολιτική για την Ελλάδα. Εάν υλοποιούνταν οι αλλαγές αυτές, το περιβάλλον για την Ελληνική οικονομία θα ήταν εξαιρετικά ευνοϊκότερο.

Εάν δεν έχουν προηγηθεί όμως οι μεταβολές αυτές, τα κυριότερα προβλήματα που καλείται ν’ αντιμετωπίσει η οικονομική πολιτική σχετίζονται με τους χώρους των διαρθρωτικών και μόνο μεταβολών. Όλα τα άλλα μέσα έχουν αφαιρεθεί από την διακριτική ευχέρεια των Ελληνικών αρχών οικονομικής πολιτικής.

1. Βελτίωση της προσφοράς πιστώσεων στην οικονομία.

α) Η προσφορά τραπεζικών πιστώσεων στη Ελληνική οικονομία βρίσκεται υπό την πίεση δύο αντιτιθέμενων δυνάμεων: Οι θετικές δυνάμεις προέρχονται από την ανακεφαλαιοποίηση που έχει ολοκληρωθεί και οι αρνητικές από τη διαδικασία απομόχλευσης του ιδιωτικού τομέα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι θετικό (θετική αύξηση των υπόλοιπων χορηγήσεων) αλλά θα κινείται σε χαμηλά επίπεδα. Για παραδοσιακούς λόγους η διαδικασία απομόλχευσης (όπου περιλαμβάνονται και οι διαδικασίες πτωχεύσεων) θα έχει αργή εξέλιξη διότι το θεσμικό υπόβαθρο δε βοηθάει προς την κατεύθυνση αυτή. Συνεπώς η μεταβολή του θεσμικού πλαισίου προς την κατεύθυνση της επιτάχυνσης της διαδικασίας αντιμετώπισης των χρεών θα βοηθούσε ιδιαίτερα. Συγχρόνως όμως μέρος των δανείων που έχουν συναφθεί (μέχρι 30/6/2013) και δεν εξυπηρετούνται υπό το βάρος της πρωτοφανούς κρίσης θα πρέπει να υπαχθεί σε εξαιρετικά ευνοϊκό καθεστώς.

β) Η έλευση (εισαγωγή ή δημιουργία) νέων υγιών πιστωτικών οργανισμών που θα αυξήσουν τη δυνατότητα πιστώσεων με υπόβαθρο τη νέα και «αδιάφθορη» από χρέη τραπεζική πίστη επίσης ευνοεί τον τομέα αυτό.

2. Αύξηση της προσφοράς εργασίας και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Η αύξηση της ανεργίας προκάλεσε μία μετατόπιση από το πραγματικό μεσοπρόθεσμο πρόβλημα της Ελληνικής κοινωνίας που είναι η μεγέθυνση της ηλικιακής βαθμίδας με το ιδιόμορφο ελληνικό χαρακτηριστικό που είναι η πρόωρη συνταξιοδότηση από την αγορά εργασίας. Στην Ελληνική οικονομία θα πρέπει να υπάρξουν αντίστροφα κίνητρα παραμονής στην εργασία και επανεισόδου στην εργασία σε μία προσπάθεια να διακοπεί η απαξίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου. Αυτό θα βελτιώσει και την κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων που είναι απαραίτητος όρος για την επάνοδο της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

3. Μείωση της φοροδιαφυγής. Η διαμόρφωση της δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων θα πρέπει να επιβραδυνθεί με στόχο τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και τελικά τη μείωση της φοροδιαφυγής παράλληλα με την λήψη διοικητικών μέτρων ελέγχου. Η παραοικονομία θα πρέπει να μειωθεί επτά με οκτώ μονάδες έτσι ώστε να πέσει από το 24-25% στο 15% περίπου. Η διαδικασία αυτή δε θα βελτιώσει άμεσα τα δημόσια έσοδα, διότι η μείωση δεν οδηγεί όπως μέχρι σήμερα πιστεύεται σε αύξηση των εσόδων, αλλά μεσοπρόθεσμα θα απελευθερώσει πόρους που θα λειτουργήσουν αυξητικά στο επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας.

4. Αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα. Τρία είναι τα βασικά ζητήματα στην λειτουργικότητα του δημόσιου τομέα με βάση την παραδοχή ότι το απόλυτο μέγεθός του δεν αποτελεί ιδιαίτερο ζήτημα: α) Το πρώτο είναι το ότι η λειτουργικότητά του εμποδίζει την ιδιωτική δραστηριοποίηση. Αυτό είναι ένα καθαρά ποιοτικό ζήτημα το οποίο έχει κυρίαρχο θεσμικό χαρακτήρα. Θα πρέπει σε κάθε περίπτωση οι αδειοδοτικές και εξωτερικές διαδικασίες που έχουν γενικά ex ante (εκ των προτέρων) χαρακτήρα να ελαχιστοποιηθούν. Αντιθέτως οι ex post (εκ των υστέρων) διαδικασίες ελεγκτικού χαρακτήρα να διευρυνθούν. β) Το δεύτερο ζήτημα σχετίζεται με την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού του δημόσιου τομέα. Το κυρίαρχο πρόβλημα λόγω των προβληματικών κριτηρίων πρόσληψης είναι το ζήτημα του εκπαιδευτικού επιπέδου και όχι ο αριθμός των εργαζομένων σ’ αυτόν. Εκτεταμένες διαδικασίες επανεκπαίδευσης με δυνατότητα εξόδου για αυτούς που αποτυχαίνουν.

5. Αναδιοργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος με βάση τους παρακάτω τρεις άξονες κατά (σειρά προτεραιότητας):

α) Εξαιρετική διεύρυνση της νηπιακής φροντίδας για να διακοπεί η αναπαραγωγή αντιαναπτυξιακών κοινωνικών δομών.

β) Διεύρυνση των επενδύσεων σε πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και επαγγελματική εκπαίδευση.

γ) Διασύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την παραγωγή και την κοινωνική ζωή ευρύτερα.

Από την ανάλυση των προτεινόμενων μέτρων στην τρίτη αυτή ομάδα βλέπει κάποιος ότι περιλαμβάνονται κινήσεις πολιτικής που δε θ’ αλλάξουν όμως το κλίμα της οικονομίας από τη μία στιγμή στην άλλη. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι τα κυριότερα μέσα πολιτικής έχουν αρχικά εκχωρηθεί στην EU και στη συνέχεια στους πιστωτές μας.
 

4. Όλες οι Συμβατικές Προτάσεις στο Κενό!

Έστω όμως ότι καμία από όλες τις παραπάνω συμβατικές προτάσεις δεν εισακούονται και δεν υλοποιούνται: Δηλαδή οι αλλαγές στην Ευρώπη δεν παίρνουν τον παραπάνω δρόμο. Έστω ότι οι αλλαγές στην πολιτική των Ευρωπαίων για την Ελλάδα είναι πολύ μικρές. Έστω ότι οι αλλαγές στην Ελληνική Οικονομική Πολιτική είναι μη αποτελεσματικές κυρίως λόγω του πολιτικού συστήματος που αδυνατεί να τις υλοποιήσει. Τι απομένει πλέον;

Τότε αναγκαστικά η Ελληνική οικονομική πολιτική σκέψη θα πρέπει ν’ αναπτυχθεί με ένα μη συμβατικό τρόπο. Αναγκαστικά! Και δεν εννοούμε έξοδο από το ευρώ. Αυτό που δεν κατάλαβε ποτέ η αντιπολίτευση (που έβλεπε την πτώχευση και τη δραχμή ως μοναδική λύση), και δε θέλησε να το καταλάβει ποτέ και η μνημονιακή συμπολίτευση είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλές ΜΗ συμβατικές μελλοντικές πορείες εντός του ευρώ. Ας αρχίσουμε να τις συζητάμε!

* Κάθε κείμενο που δημοσιεύεται στο InDeep Analysis εκφράζει και βαραίνει αποκλειστικά τον συντάκτη του. Οι αναλύσεις που δημοσιεύονται δεν συνιστούν συμβουλές για οποιουδήποτε είδους δραστηριότητα. Το InDeep Analysis δεν δεσμεύεται από τις πληροφορίες, τις απόψεις και τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στην ψηφιακή πλατφόρμα του, και δεν φέρει απολύτως καμία ευθύνη για αυτές.